Κατηγορίες
Κοινωνία Περιφερειακά Νέα

“Το ανθρώπινο σώμα αποτελεί κατοικητήριο του Θεού” – Το κυριακάτικο κήρυγμα του Μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ

Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού

 

Βρισκόμαστε στην δεύτερη Κυριακή της Αποκριάς. Ο κόσμος μας παρέχει  την ευκαιρία για ξεφάντωμα, η Εκκλησία, όμως, μας δίνει την ευκαιρία να ανακαλύψουμε τον αληθινό μας εαυτό, να μάθουμε τί είναι αυτό που θα δώσει νόημα στην ζωή μας και να ανακαλύψουμε τον δρόμο που θα μας οδηγήσει στην πηγή της αληθινής χαράς, που δεν είναι άλλη από τον Αναστημένο Κύριό μας.

Για μία ακόμη φορά, ακούμε σήμερα για τον άσωτο υιό. Εκείνον που εγκατέλειψε το σπίτι της πατρικής αγάπης και πήρε τους δρόμους για χώρες μακρινές. Χώρες, όπου βασίλευε η εύκολη αλλά επιφανειακή και προσωρινή χαρά της αμαρτίας. Εκεί, όπου οι άνθρωποι μαγεύονται από τις ηδονές αυτού του κόσμου και, χωρίς να το καταλαβαίνουν, ημέρα με την ημέρα, η ζωή τους αδειάζει από αληθινή χαρά και βυθίζεται στην ματαιότητα.

Δεν είναι τυχαίο πως και η σημερινή αποστολική περικοπή, έρχεται να προειδοποιήσει για τους κινδύνους που διατρέχει ο άνθρωπος όταν έχει για μοναδική πυξίδα τις, χωρίς όρια, σωματικές επιθυμίες. Σήμερα, ο Απόστολος Παύλος, με απόλυτη σαφήνεια, μας προειδοποιεί πως η αμαρτία μπορεί να μας γοητεύει, σταδιακά όμως μας αποκόπτει από τον Θεό και μας εμποδίζει να ενωθούμε μαζί Του. Και σε ποιούς, άραγε, απευθύνει τα λόγια αυτά; Στους κατοίκους της αρχαίας Κορίνθου, της πόλεως του μεγάλου πλούτου, της πανσπερμίας των θρησκειών και των φιλοσοφικών ιδεών, αλλά και της αχαλίνωτης σαρκικής αμαρτίας.

Δεν διαφέρει και πολύ η έκφυλη ζωή της αρχαίας Κορίνθου από τον τρόπο ζωής που επικρατεί στον σημερινό κόσμο μας. Όπως τότε, έτσι και σήμερα, οι άνθρωποι επιλέγουν να ικανοποιήσουν πρώτα απ’ όλα τις ανάγκες του σώματος. Η ανάπτυξη και η ευημερία αποτελούν όμορφες λέξεις που κρύβουν ένα και μόνο πράγμα: τον απεριόριστο καταναλωτισμό που, καθημερινά, κολακεύει τα πάθη και τις εγωιστικές μας επιθυμίες. Όλες οι δυνάμεις και όλη η επιθυμία της ψυχής έχουν επιστρατευτεί με μοναδικό σκοπό να υπηρετούν διαρκώς ένα σώμα που μόνο ζητά και που ποτέ δεν χορταίνει. Και όσο εκείνο δεν χορταίνει, τόσο η χαρά απομακρύνεται, τόσο η μανία για όλο και περισσότερα υλικά αγαθά φουντώνει, τόσο η ψυχή ξεχνά τις αληθινές της ανάγκες και τον προορισμό της. Υπάρχει όμως και ένας μεγαλύτερος κίνδυνος: Μέσα στην κατάσταση αυτή, μία επικίνδυνη άποψη, μία ολέθρια θεωρία τείνει να επικρατήσει. Μία θεωρία πως, δήθεν, δεν έχουν σημασία οι πράξεις και πως μόνο η ψυχή αξίζει την φροντίδα και την προσοχή μας. «Αρκεί να μην μισούμε», υποστηρίζουν πολλοί. «Το τί κάνει το σώμα μας δεν έχει σημασία».

Καταστροφική είναι η άποψη αυτή, αδελφοί μου, διότι κρύβει μέσα της μόνο την μισή αλήθεια. Πράγματι, η ψυχή είναι ανώτερη από το σώμα. Εκείνη είναι αθάνατη, ενώ το σώμα θνητό. Εκείνη πλάστηκε να κατευθύνει το σώμα και εκείνο να την υπακούει. Η διδασκαλία όμως της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, υπενθυμίζει διαρκώς πως ο άνθρωπος αποτελεί μία αδιάσπαστη ενότητα σώματος και ψυχής.  Το σώμα αποτελεί συνεργό της ψυχής, και στην αγιότητα και στην αμαρτία. Η αλληλεξάρτησή τους είναι απόλυτη. Ο κάθε άνθρωπος θα σωθεί ή θα καταδικαστεί ως ενιαία ψυχοσωματική ύπαρξη. Η ψυχή, αποκομμένη από τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, αποφασίζει να αμαρτήσει, αυτό όμως που πραγματοποιεί την αμαρτία είναι το σώμα.  Συμβαίνει όμως και το αντίθετο: Ένα σώμα χωρίς σωφροσύνη και περιορισμό, μεταβάλλεται, όπως αναφέρουν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας σε σάρκα και επηρεάζει και αυτό με την σειρά του την ψυχή, οδηγώντας την στην παραλυσία και, τελικά, στον ψυχικό θάνατο.

Το σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα, όπως και όλα τα υπέροχα ευαγγελικά και αποστολικά αναγνώσματα της περιόδου αυτής, επιδιώκουν να μας βοηθήσουν να αντιληφθούμε την σημασία της ασκήσεως που φέρνει η Μεγάλη Τεσσαρακοστή που πλησιάζει και να μας πείσουν για την χρησιμότητα να περιορίζουμε τις ανάγκες του σώματος. Μόνο τότε η ψυχή μένει αμέριμνη, ώστε να ακολουθήσει τον δρόμο της αρετής και της αγιότητος.

Σήμερα, ο Απόστολος Παύλος όχι μόνο δεν κατηγορεί το σώμα αλλά το εξυμνεί. Όχι μόνο δεν το υποτιμά, αλλά μας θυμίζει την αληθινή του φύση και μας καλεί να το προστατέψουμε. Για τον λόγο αυτό γράφει και το υπέροχο:  «Δεν ξέρετε ότι το σώμα σας αποτελεί ναό του Αγίου Πνεύματος, το οποίον κατοικεί μέσα σας;».

Και για να σεβαστούμε ακόμη περισσότερο το σώμα μας και να το απομακρύνουμε από όλα εκείνα που το μολύνουν και το φθείρουν, συμπληρώνει: « … (δεν γνωρίζετε ότι)… τα μέλη του σώματός σας είναι μέλη του σώματος του ίδιου του Χριστού;».

Εφ’ όσον το σώμα μας ανήκει στον Θεό και αποτελεί δικό του κατοικητήριο, κάθε αμαρτία που διαπράττουμε με αυτό, αποτελεί άρνηση του ίδιου του Δημιουργού μας. Γι’ αυτό και η σημερινή περικοπή ολοκληρώνεται με μία λυτρωτική προτροπή: «Δοξάστε τον Θεό με το σώμα σας και με το πνεύμα σας. Σε Αυτόν ανήκουν και τα δύο».

Πώς αγιάζεται, λοιπόν, το σώμα; Αγιάζεται με την ζωή που ζει ο Χριστιανός ως μέλος του σώματος του Χριστού, δηλαδή της Εκκλησίας. Αγιάζεται με την συμμετοχή του στα μυστήρια, όπου ο άνθρωπος δέχεται με το σώμα του εκείνα τα υλικά στοιχεία, τα οποία μεταμορφώνει η Θεία Χάρις, ώστε να εξαγιάσουν και την ψυχή του. Ας θυμηθούμε: Στο άγιο Βάπτισμα, το σώμα εμβαπτίζεται στο νερό αλλά η ψυχή εξαγιάζεται. Στο Άγιο Χρίσμα, το σώμα αλείφεται με λάδι αλλά η ψυχή λαμβάνει τον υπερκόσμιο στολισμό. Στην Θεία Ευχαριστία, το σώμα δέχεται το ψωμί και το κρασί, η ψυχή όμως απολαμβάνει Σώμα και Αίμα Χριστού και ενδύονται από κοινού την αθανασία.

Αντίθετα, ικανοποιώντας μόνο τις φθαρτές ανάγκες και τις αμαρτωλές επιθυμίες του σώματος, το «αδειάζουμε» από την Χάρη του Θεού και το μεταβάλλουμε σε ένα άδειο κουφάρι, καταδικασμένο να υποστεί την φθορά, χωρίς ελπίδα Αναστάσεως. Προστατεύοντάς το όμως από τις αμαρτίες, όπως εκείνη της λαιμαργίας, της φιλαργυρίας, της φιληδονίας και όλων των άλλων, το μεταβάλλουμε σε όργανο σωτηρίας, υποταγμένο στον νόμο το Θεού και ικανό να συνοδεύσει αναστημένο την αθάνατη ψυχή μας στον δρόμο προς την αιωνιότητα.

Κατηγορίες
Κοινωνία Περιφερειακά Νέα

“Μέσα στην Εκκλησία του Αναστημένου Χριστού η ζωή κάθε στιγμή θριαμβεύει” – Το κυριακάτικο κήρυγμα του Μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ

 

Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού

 

Εισερχόμεθα σήμερα στο Τριώδιο. Ενώπιόν μας ανοίγεται μία πύλη, η οποία μας καλεί να ακολουθήσουμε διαδρομή γεμάτη κατάνυξη, πνευματικές εμπειρίες, διαρκείς ευκαιρίες συναντήσεως με τον αληθινό μας εαυτό, πρόσκληση για αληθινή μετάνοια, με τελικό προορισμό την συνάντηση με τον Αναστημένο Χριστό.

Ποιός είναι άραγε ο τρόπος για να Τον πλησιάσει κανείς; Σε τί είδους σχέση μας καλεί ο Χριστός; Τί πρέπει να γίνουμε, πώς πρέπει να διαμορφώσουμε τον εαυτό μας, ώστε να αξιωθούμε την λυτρωτική παρουσία Του στην ζωή μας;

Στα καίρια αυτά ερωτήματα, έρχεται να απαντήσει το σημερινό Ευαγγέλιο. Η παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου προειδοποιεί για τον κίνδυνο να πλανηθούμε, προβάλλοντας με υπερηφάνεια στον Θεό τις καλές μας πράξεις και την επιφανειακή μας ευσέβεια. Παράλληλα, η παραβολή αυτή μας αποκαλύπτει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο πως, ενώπιον του Θεού, δικαιώνεται ο ταπεινός άνθρωπος, ο οποίος διαρκώς παλεύει με τα πάθη του, αλλά δεν χάνει ποτέ την ελπίδα του στο θείο έλεος.

Υπάρχει όμως και ένα ακόμη γεγονός στην παραβολή, το οποίο την συνδέει με το σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα: Ο φαρισαίος, όχι μόνον επιδεικνύεται αλαζονικά, αλλά χλευάζει περιφρονητικά τον ταπεινό και συντετριμμένο τελώνη. Αυτός, ο δήθεν ευσεβής, αντιπροσωπεύει τον κόσμο της υποκρισίας, τον κόσμο που γνωρίζει να εκτιμά μόνον ό,τι φαίνεται, τον κόσμο της εξωτερικής εμφανίσεως και των τύπων, ο οποίος, επειδή ακριβώς δεν γνωρίζει την συντριβή της καρδιάς και την ταπεινή πίστη προς τον Θεό, περιφρονεί και περιθωριοποιεί κάθε γνήσιο πνευματικό άνθρωπο που βαδίζει προς την αγιότητα.

Σήμερα, ο Απόστολος Παύλος, γράφει προς τον αγαπημένο του μαθητή και πρώτο Επίσκοπο Εφέσου Τιμόθεο. Πρόκειται για έναν από εκείνους, οι οποίοι μοιράστηκαν μαζί του κινδύνους, ταλαιπωρίες και υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες του πόνου και του κόπου της ιεραποστολής του μεγάλου δασκάλου τους. Ο λόγος που του απευθύνει είναι λιτός και σαφής: Τον προειδοποιεί πως ο ίδιος αλλά και οι Χριστιανοί των επομένων γενεών θα υποστούν σκληρούς διωγμούς. Από ποιούς, άραγε; Οι στίχοι που προηγούνται της σημερινής περικοπής, απαντούν:

Από τους εγωιστές και τους αλαζόνες, τους σκληρόκαρδους και τους ασύδοτους, τους αχάριστους και τους ασεβείς. Ανάμεσά τους, μάλιστα, περιλαμβάνει και ορισμένους που βρίσκονται μέσα στην Εκκλησία, νέους φαρισαίους, οι οποίοι, όπως αναφέρει στον πέμπτο στίχο του τρίτου κεφαλαίου της Επιστολής, θα έχουν εξωτερική εμφάνιση ευσεβείας, θα έχουν, όμως, αρνηθεί την αληθινή δύναμη της γνήσιας πνευματικής ζωής. Και μάλιστα, συστήνει στον Τιμόθεο να τους αποφεύγει και να προστατεύει το ποίμνιό του από αυτούς, διότι, όπως γράφει, «τέτοιοι άνθρωποι εισέρχονται με δόλιο τρόπο στα σπίτια και παρασύρουν τους πνευματικά άπειρους και αμαθείς σε ζωή πλάνης και υποκρισίας».

Εναντίον ενός τέτοιου κόσμου θα βρεθεί αντιμέτωπος ο Τιμόθεος αλλά και όλοι, όσοι ζήσουν αληθινά με πνεύμα Χριστού και ακολουθήσουν με συνέπεια την διδασκαλία των Αποστόλων Του. Ο σημερινός απόστολος, λοιπόν, αποτελεί προειδοποίηση προς όλους μας για έναν αγώνα σκληρό και μάλιστα, αγώνα με τρία μέτωπα:

Πρώτα, εναντίον των παθών που φωλιάζουν στην κάθε ψυχή και αντιμετωπίζονται μόνο με έναν διαρκή και συνεπή πνευματικό αγώνα.

∆εύτερον, εναντίον του πνεύματος της αρνήσεως του Θεού και του δαιμονιώδους εγωισμού που, ημέρα με την ημέρα, διαποτίζουν όλο και περισσότερο τον σύγχρονο κόσμο.

Και τέλος, εναντίον της αλλοιώσεως του λόγου του Ευαγγελίου, δηλαδή εναντίον των αιρέσεων, κυρίως όμως εναντίον της αλλοιώσεως της γνήσιας πνευματικής ζωής, εναντίον του καινούργιου τρόπου ζωής που δίδαξε ο Χριστός και μετέφερε στα πέρατα της Οικουμένης ο Απόστολος Παύλος. Ζωής γεμάτης από καρδιακή ταπείνωση, επιείκεια προς τον αδελφό μας και αγάπη προς όλο τον κόσμο.

Σε αυτούς, όμως, τους σκληρούς στίχους περικλείεται και η παρηγοριά. Μήνυμα ελπίδος και ενδυναμώσεως προσφέρει σήμερα ο Απόστολος Παύλος στον αγαπημένο του μαθητή. Μήνυμα, το οποίο γλυκαίνει και τις δικές μας ψυχές. «Μην φοβηθείς, του γράφει, αλλά μείνε σταθερός στην αλήθεια που δεν την άκουσες απλώς, αλλά την είδες να επιβεβαιώνεται με τα ίδια σου τα μάτια».

Σε τί αναφέρεται, αλήθεια, ο μεγάλος δάσκαλος και Απόστολος; Μήπως στα υπέροχα λόγια και την χριστιανική διδασκαλία που είναι βέβαιο πως γέμισαν την ψυχή του Τιμόθεου; Ή, μήπως, στο συγκλονιστικό όραμα της Δαμασκού και τις υπερκόσμιες πνευματικές αναβάσεις, για τα οποία οπωσδήποτε ο Παύλος θα του είχε μιλήσει; Βεβαίως και αναφέρεται σε αυτά. Αλλά όχι μόνον! Η μεγάλη πηγή της ελπίδος, με την οποία προσπαθεί ο δάσκαλος να συνδέσει την ψυχή του μαθητή του είναι ο Αναστημένος Χριστός, ο οποίος επανειλημμένως τον έσωσε από τον θάνατο και διαρκώς τον ενδυνάμωνε εναντίον κάθε πειρασμού.

Ως εγγύηση αξιοπιστίας για τον άγιο Τιμόθεο δεν αποτελούν οι γλυκύτατοι λόγοι του Παύλου και η αναμφισβήτητη ρητορική του ικανότητα, αλλά οι κόποι και οι πληγές του. Αυτά του αφήνει ως πνευματική κληρονομιά και αυτά τον καλεί  να φέρνει στην μνήμη του, κάθε φορά που ο πολυμέτωπος αγώνας θα απειλεί την αντοχή και την πίστη του.

Το κήρυγμα του Ευαγγελίου δεν αποτελεί κήρυγμα λόγων, γοητευτικών και εντυπωσιακών συλλογισμών, αόριστων και ψεύτικων υποσχέσεων. Αντίθετα, αποτελεί κήρυγμα αναμφισβήτητων γεγονότων, πρώτα της ζωής του Κυρίου μας και κατόπιν εκείνων που ακολούθησαν τον δρόμο Του. Η πορεία της Εκκλησίας μέσα στον κόσμο, από τότε που ιδρύθηκε μέχρι την ώρα που θα έρθει ο Κύριος Ιησούς «ἐν τῇ δόξῃ αύτοῦ» είναι ένας συνεχής και αδιάκοπος αγώνας. Αγώνας, ο οποίος, με τα κριτήρια του κόσμου, είναι μάταιος και χαμένος, με τα κριτήρια, όμως, του Θεού, είναι νικηφόρος και ζωηφόρος. Το αίμα των Μαρτύρων στα ιπποδρόμια και στις φυλακές των ισχυρών της γης, αλλά και ο πόνος των μαρτύρων της συνειδήσεως, που με υπομονή και καρτερία αντιστέκονται στον απατηλό και θανατηφόρο πνεύμα του κόσμου τούτου, αποτελούν την ελπίδα και της δικής μας ζωής.

Είναι αλήθεια πως οι αλαζονικές επιθέσεις των εχθρών της πίστεως και της αληθείας μοιάζουν συχνά ακαταμάχητες. Όντως, δεν αντιμετωπίζονται με ανθρώπινες δυνάμεις. Μέσα στην Εκκλησία όμως, την Εκκλησία των Αγίων, των Μαρτύρων, των Ομολογητών, των πνευματικών αγωνιστών, ιδιαιτέρως όμως και υπεράνω όλων, μέσα στην Εκκλησία του Αναστημένου Χριστού, το δηλητήριο του θανάτου δεν έχει ισχύ και η ζωή, κάθε στιγμή, θριαμβεύει. Οι πληγές του Σταυρού Του είναι τα τρόπαια της δικής μας νίκης και η ζωντανή παρουσία Του αποτελεί την διαρκή ενίσχυση του αγώνα μας και το θεμέλιο της ακράδαντης ελπίδος μας προς την αιώνια ζωή.

Κατηγορίες
Κοινωνία Περιφερειακά Νέα

Να σαλπίσουμε το θεόσταλτο άγγελμα της σωτηρίας στον σύγχρονο κόσμο

Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού

 

Βρισκόμαστε στην τελευταία Κυριακή, πριν την Γέννηση του Κυρίου μας. Λίγες ημέρες μας χωρίζουν από το σημαντικότερο γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας. Τότε, δηλαδή, που ο Δημιουργός του σύμπαντος και ο Επουράνιος Πατέρας όλων των ανθρώπων γίνεται σαν κι εμάς και αναλαμβάνει να μας απαλλάξει από τις τραγικές συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος.

Ολοφώτεινη είναι η ημέρα των Χριστουγέννων που πλησιάζει. Αλλά και γεμάτη συγκίνηση, καθώς μέσα της κλείνει τις ομορφότερες παιδικές αναμνήσεις του καθενός μας. Τέτοιες ημέρες, τα παλαιότερα χρόνια, γυρνούσαν οι ναυτικοί και οι ξενιτεμένοι για να γιορτάσουν, μαζί με τους αγαπημένους τους. Για όλους μας όμως, τότε αλλά και σήμερα, τέτοιες ημέρες επιστρέφουν στην μνήμη μας αγαπημένα πρόσωπα που δεν βρίσκονται πια μαζί μας, αλλά που πιστεύουμε ότι θα τα ξανασυναντήσουμε στο γιορταστικό δείπνο της Βασιλείας του Θεού.

Η σχέση μας, ως Χριστιανών, με τους Εβραίους έχει ορισμένα αντιφατικά χαρακτηριστικά. Από την μία, γνωρίζουμε πως ο Χριστός δέχτηκε το μίσος των Φαρισαίων, μίσος θανάσιμο, που τελικά Τον έστειλε στον σταυρό. Το ίδιο μίσος δέχτηκε και η πρώτη Εκκλησία, ιδιαίτερα μάλιστα ο Απόστολος Παύλος.

Από την άλλη, με πλήρη βεβαιότητα, αποδεχόμαστε πως ο λαός του Ισραήλ ανέλαβε την αποστολή να κρατήσει ζωντανή την πίστη του Ενός Θεού. Η Παλαιά Διαθήκη αποτελεί, μαζί με την Καινή Διαθήκη, αναπόσπαστο μέρος της Βίβλου και από το στόμα του ίδιου του Χριστού ακούσαμε πως είναι επικατάρατος όποιος αθετήσει έστω και ένα ιώτα του Νόμου του Μωυσέως.

Σήμερα, ο Απόστολος Παύλος, Εβραίος στην καταγωγή, διώκτης στην αρχή  και διωκόμενος κατόπιν μέχρι τέλους, μας αποκαλύπτει την αγάπη του για τους συμπατριώτες του. Με την προς Εβραίους επιστολή του, συμφιλιώνει τον υπερούσιο λαό της Παλαιάς Διαθήκης με τον νέο λαό του Θεού, την Εκκλησία.

Η Γέννηση του Χριστού, διδάσκει, δεν υπήρξε ένα ξαφνικό γεγονός αλλά ένα γεγονός που προαναγγέλθηκε ήδη από την πρώτη στιγμή της απομακρύνσεως του ανθρώπου από τον Παράδεισο. Με ενοχή, πόνο και θάνατο χάνουν οι Πρωτόπλαστοι τον Παράδεισο. Αλλά και με μία ελπίδα: Πως θα έρθει η στιγμή, κατά την οποία ο διάβολος θα χάσει την ισχύ του και ο θάνατος θα εξαφανιστεί ενώπιον του Χριστού, της Πηγής της Ζωής. Ολόκληρη η Παλαιά Διαθήκη είναι ένας αγώνας να κρατηθεί αυτή η ελπίδα ζωντανή. Να μην χαθεί η πίστη στον Ένα και Μοναδικό Θεό. Να μην χαθεί το όραμα της αποκαταστάσεως της Βασιλείας του Θεού πάνω στην γη. Και ιδού! Στο πρόσωπο του Χριστού, η ελπίδα αυτή εκπληρώθηκε.

Ύμνο και εγκώμιο τιμής προς όλους εκείνους τους αγίους της Παλαιάς Διαθήκης, οι οποίοι με φρικτούς τρόπους μαρτύρησαν, δοκιμάστηκαν και θανατώθηκαν, για να κρατήσουν ζωντανή αυτή την πίστη και αυτή την ελπίδα αποτελεί η σημερινή αποστολική περικοπή. Μπορεί ο Παύλος, ως Χριστιανός, να βιώνει την χαρά της αποκαλύψεως του νεογέννητου Χριστού, τιμά όμως και εγκωμιάζει όλους εκείνους, οι οποίοι προετοίμασαν τον δρόμο προς το σπήλαιο της Βηθλεέμ. Εκεί, όπου ο άνθρωπος συμφιλιώθηκε με τον Πλάστη του και προσκύνησε την άπειρη αγάπη Του.

Όλη η Παλαιά Διαθήκη είναι γεμάτη αγιότητα. Πατριάρχες όπως ο Αβραάμ, Κριτές όπως ο Σαμψών, φλογεροί προφήτες όπως ο Σαμουήλ και τόσοι άλλοι, έβαλαν την πίστη πάνω απ’ όλα, περιφρόνησαν τους ισχυρούς, απαρνήθηκαν τις μάταιες χαρές αυτής της ζωής, στερήθηκαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα και, τέλος, βρήκαν θάνατο φρικτό, προκειμένου το όνομα του Θεού νε μείνει ζωντανό και η ελπίδα του ερχομού του Λυτρωτού να μην σβήσει.

Και ο Θεός, βλέποντας τον ζήλο και την πίστη τους, έμεινε κοντά στο ταλαιπωρημένο πλάσμα Του, ανανεώνοντας διαρκώς την υπόσχεσή Του. Μία υπόσχεση που κράταγε όρθιο τον Ισραήλ και τον έκανε να αψηφά τις διαρκείς δοκιμασίες, προσμένοντας το μεγάλο γεγονός. Και περισσότερο τους τιμά σήμερα ο Απόστολος Παύλος, διότι έφτασαν στον θάνατο χωρίς να δουν αυτό που τόσο πολύ πόθησαν. Μήπως, άραγε, στα μάτια τους, φάνηκε ο Θεός αναξιόπιστος; Όχι, βέβαια! Τότε, γιατί αυτό συνέβη;

«Για να μην τελειωθούν χωρίς εμάς», αναφέρει σήμερα ο Απόστολος Παύλος. Και όπως υπέροχα ερμηνεύει ο ιερός Χρυσόστομος: «Δεν αδίκησε εκείνους αλλά ετίμησε εμάς. Διότι κι εκείνοι, εμάς, τους αδελφούς τους περίμεναν. Αφού όλοι είμαστε ένα σώμα, μεγαλύτερη χαρά νιώθουμε, στεφανωμένοι μαζί και όχι χωριστά».

Κάθε χρόνο τέτοια ημέρα, την Κυριακή πριν την Γέννηση του Χριστού, οι άγιοι και οι μάρτυρες της Παλαιάς Διαθήκης έρχονται να μας θυμίσουν και να μας διδάξουν πως ο ζήλος και η πίστη τους αποτελούν για μας, τα μέλη της Εκκλησίας του ενανθρωπίσαντος και αναστημένου Θεού, διαρκή πρόσκληση και διαρκές υπόδειγμα. Μπορεί ο Θεός να φανερώθηκε στην γη, τα πάθη της ψυχής μας, όμως, μας στερούν την σχέση μας με τον Θεό. Συγχρόνως, οι αντίθεες δυνάμεις του κόσμου τούτου συνεχίζουν να αντιμάχονται την ελπίδα και το όραμα της επερχόμενης Βασιλείας.

Βεβαίως, οι επαγγελίες του Θεού, ούτε αναιρούνται, ούτε διαψεύδονται. Ο αγώνας όμως, προκειμένου αυτές να συνεχίσουν να αποτελούν για την ανθρωπότητα πηγή καρτερίας και ελπίδος, είναι συνεχής και δύσκολος. Γι’ αυτό και ο Απόστολος Παύλος, σε άλλη περίσταση, αναφέρει προς τους Κορινθίους: «Γνωρίζοντας, αδελφοί μου, αυτές τις υποσχέσεις, ας φανούμε αντάξιοι, καθαρίζοντας τους εαυτούς μας από κάθε μολυσμό στο σώμα και την ψυχή μας, βαδίζοντας τον δρόμο της αγιότητος με απόλυτη εμπιστοσύνη στον Θεό» (Β  Κορ. 7,1).

Γι’ αυτόν τον δρόμο της αγιότητος ακούσαμε σήμερα. Και ας αποτελέσει ο ύμνος του μεγάλου Αποστόλου προς τους μάρτυρες της Παλαιάς Διαθήκης αφορμή, ώστε να ενεργοποιηθεί το δικό μας φιλότιμο και να ενισχυθεί η πίστη μας στην πρόνοια, την αγάπη και την δύναμη του Θεού. Οι άγιοι και οι μάρτυρες, πριν και μετά την έλευση του Χριστού, ενωμένοι πλέον στην Βασιλεία των Ουρανών, μας ευλογούν και μας ενισχύουν. Γνωρίζουν πως ζούμε σε εποχές δύσκολες. Γνωρίζουν πως, συχνά, η ελπίδα φαίνεται να τρεμοσβήνει. Ατενίζουμε όμως τα πρόσωπά τους στις άγιες εικόνες τους, προσηλώνουμε το βλέμμα μας στις πληγές τους και η καρδιά μας γεμίζει με το επουράνιο φως του άστρου της Βηθλεέμ.

Ευγνωμονούμε τον Θεό που μας αξίωσε να γίνουμε μάρτυρες του ερχομού Του στην γη. Ποθεί η καρδιά μας να βρεθούμε πολίτες της επουράνιας Βασιλείας Του. Αναλαμβάνουμε την ευθύνη να σαλπίσουμε το θεόσταλτο άγγελμα της σωτηρίας στον σύγχρονο κόσμο. Ας βρεθούμε, λοιπόν, και φέτος ενωμένοι γύρω από την φάτνη του νεογέννητου Μεσσία και ας βαδίσουμε με θερμότερο ζήλο τον δρόμο της αγιότητος και της μαρτυρίας.

Κατηγορίες
Κοινωνία Τοπικά Νέα

«Ειρήνη» σημαίνει αποκατάσταση του κόσμου στην αρχική του τάξη, όπως την είχε ορίσει ο Δημιουργός

 

 

Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού

 

Η σημερινή αποστολική περικοπή αποτελεί προανάκρουσμα του ύμνου των αγγέλων, όπως ακούστηκε το βράδυ των Χριστουγέννων:

«Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη».

Σε λίγες ημέρες θα ακούσουμε ξανά τους αγγέλους να αγάλλονται και να δοξολογούν τον Δημιουργό των πάντων, βλέποντάς Τον να γίνεται όμοιος με το πλάσμα Του. Και μάλιστα, η δοξολογία που θα αναπέμπουν θα έχει διπλή αιτία: Πρώτον, θα δοξολογούν την απέραντη φιλανθρωπία του Ύψιστου Θεού. Και δεύτερον, θα πανηγυρίζουν για την εκπλήρωση του μεγάλου, του διαχρονικού και πανανθρώπινου πόθου για την επικράτηση της ειρήνης στην γη.

Η «επί γης ειρήνη» δεν είναι μία αφηρημένη έννοια, ούτε ένα ανεκπλήρωτο όνειρο. Από την στιγμή που Ο Χριστός ήρθε στην γη, ο δρόμος της ειρήνης είναι ήδη ανοικτός.

Αυτό αποκαλύπτεται από τον Απόστολο Παύλο, στον πρώτο κιόλας στίχο της σημερινής περικοπής: «Αυτός (δηλαδή ο Χριστός) εστίν η ειρήνη ημών»!

Είναι άραγε τόσο σημαντική για τους ανθρώπους η ειρήνη, ώστε ο Απόστολος Παύλος να την ταυτίζει με τον ίδιο τον Χριστό; Βεβαίως αδελφοί μου! Και αυτό είναι απόλυτα δικαιολογημένο, αν αναλογιστεί κανείς τί σημαίνει η λέξη «ειρήνη» για τον λαό του Ισραήλ, στον οποίον ανήκε ο μεγάλος Απόστολος.

Στην Παλαιά Διαθήκη, λοιπόν, η ειρήνη δεν αποτελεί απλώς μία παύση εχθροπραξιών στα πεδία των μαχών. Ούτε, όπως πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες, το μεσοδιάστημα ανάμεσα σε δύο πολέμους. Ευρύτερα, η ειρήνη σχετίζεται με ό,τι καλό υπάρχει για τον άνθρωπο, με κάθε ευτυχία, με κάθε ολοκλήρωση, με κάθε πληρότητα, τόσο πνευματική όσο και υλική. Και μάλιστα, η ειρήνη σχετίζεται με την δικαιοσύνη. Μία κοινωνία ειρήνης είναι μία δίκαιη κοινωνία, της οποίας τα μέλη δεν συγκρούονται, αλλά αλληλοσυμπληρώνονται, δεν ανταγωνίζονται αλλά αναρμονίζονται, όπως οι φθόγγοι μίας αρμονικής συγχορδίας. Με λίγα λόγια, «ειρήνη» σημαίνει αποκατάσταση του κόσμου στην αρχική του τάξη, όπως την είχε ορίσει ο Δημιουργός. Στην λέξη «ειρήνη» συμπυκνώνονται όλες οι ελπίδες και όλα τα οράματα μίας ευτυχισμένης ζωής.

Για τον λόγο αυτό, οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, δεν μιλούν μόνον για την ανάγκη επιστροφής του λαού του Ισραήλ στην πίστη στον ένα Θεό. Με επιμονή και οξύτητα τονίζουν την ανάγκη να εξαλειφθεί και η κοινωνική αδικία, η οποία, για εκείνους, αποτελεί ύβρη και βλασφημία ενώπιον του Θεού, αλλά και πηγή όλων των πολέμων. Οκτακόσια χρόνια πριν τον Χριστό, ο προφήτης Ησαΐας χαρακτηρίζει τον αναμενόμενο μεσσία ως τον «άρχοντα της ειρήνης», ο οποίος θα ξαναδώσει στους ανθρώπους, όχι μόνον την εσωτερική αλλά και την κοινωνική γαλήνη.

Αυτός είναι ο λόγος, που ο Απόστολος Παύλος θεωρεί τον Χριστό ως τον αναμενόμενο «άρχοντα της ειρήνης». Και πράγματι, έχει κάθε λόγο να ποθεί και εκείνος με όλη την δύναμη της ψυχής του την ειρήνη, καθώς, στην Έφεσο, στους Χριστιανούς της οποίας απευθύνεται η σημερινή επιστολή, το κλίμα ήταν κυριολεκτικά πολεμικό. Οι Ιουδαΐζοντες Χριστιανοί εναντιώνονταν κατά των Χριστιανών, των προερχόμενων από τους εθνικούς, και, βεβαίως, κατά του Παύλου, ο οποίος δεν θεωρούσε την περιτομή απαραίτητη.  Οι ειδωλολάτρες μισούσαν τους Χριστιανούς, καθώς οι κάτοικοι της Εφέσου απομακρύνονται μαζικά από τα είδωλα και έτσι μειώνονταν τα έσοδα από την ειδωλολατρική λατρεία. Τους Χριστιανούς μισούσαν και οι Ιουδαίοι, αφού τους θεωρούσαν εχθρούς και διαστρεβλωτές του Μωσαϊκού Νόμου.

Εν μέσω όλων αυτών, ο Απόστολος Παύλος γίνεται κήρυκας της ειρήνης και προβάλλει τον Χριστό όχι ως απλό ειρηνοποιό αλλά ως την ίδια την ειρήνη. Προβάλλει την θυσία Του, διακηρύσσοντας πως το αίμα στον σταυρό χύθηκε για όλους τους ανθρώπους, Εθνικούς και Εβραίους. Διδάσκει πως, με την ζωή, τον λόγο και το παράδειγμα της θυσίας του Κυρίου, γκρεμίστηκε ο φραγμός του Νόμου, που εμπόδιζε τους ανθρώπους να προσεγγίσουν τον Θεό, αν πρώτα δεν είχαν αποδεχτεί την ακριβή τήρηση τύπων και διατάξεων της Παλαιάς Διαθήκης. Στο πρόσωπό Του λοιπόν ο Χριστός, «κτίζει», δημιουργεί τον «καινόν άνθρωπον», την μία καινούργια ανθρωπότητα, που απαρτίζεται αδιακρίτως από Ιουδαίους και ειδωλολάτρες. Κάτι που σήμερα σημαίνει άνοιγμά προς όλη την ανθρωπότητα και μεταβάλλει την Εκκλησία σε μία καινούργια πολιτεία, μέσα στην οποίαν όλοι έχουν θέση, χωρίς καμιά διάκριση.

Ακούγοντας όλα αυτά, ίσως, ορισμένοι Χριστιανοί, προβληματίζονται και ρωτούν: «Πού είναι σήμερα ο Χριστός; Πώς μπορεί να επηρεάσει τον σύγχρονο κόσμο ένα πρόσωπο που  έζησε πριν δύο χιλιάδες χρόνια;»

Προς αυτούς απαντά σήμερα ο Απόστολος Παύλος, αναφέροντας, στον εικοστό στίχο της σημερινής περικοπής: «Όσοι πιστέψατε στον Χριστό, προστεθήκατε στο οικοδόμημα που έχει θεμέλιο τους αποστόλους και τους προφήτες της πρώτης Εκκλησίας και ακρογωνιαίο λίθο τον ίδιο τον Χριστό».

Όλοι γνωρίζουμε σε τι κόσμο ζούμε. Ο πόλεμος δεν έχει μόνον μία μορφή. Άλλοτε ξεσπά ανάμεσα σε κράτη, άλλοτε μεταμορφώνεται σε καθημερινή βία μέσα στις πόλεις μας, άλλοτε απειλεί τα παιδιά μας μέσα στο σχολείο κι άλλοτε δείχνει τα δόντια του μέσα στις οικογένειες. Όλη η ανθρωπότητα προσπαθεί να τον τιθασεύσει. Εκπονεί προγράμματα, παίρνει μέτρα και διενεργεί ειρηνευτικές συνομιλίες. Αυτός, όμως, πάντα ξεγλιστρά και διαρκώς βρίσκει τρόπους να μεταβάλλει την ζωή σε εφιάλτη.

Σήμερα, ο Απόστολος Παύλος μας προσφέρει την λύση, ακριβώς επειδή, με την σοφία του, είναι σε θέση να εντοπίσει την πηγή του πολέμου. Και αυτή βρίσκεται μέσα στον άνθρωπο. Όσο ο Χριστός απουσιάζει από τις ψυχές των ανθρώπων, ο χώρος μένει ανοικτός στις συμπεριφορές και τα πάθη του παλαιού ανθρώπου· στο μίσος, στον ανταγωνισμό, στην απληστία και κυρίως, στην ανικανότητα του άνθρωπου να αγαπήσει και να δει τον συνάνθρωπό του ως αδελφό.

Εμείς, ως μέλη της Εκκλησίας, έχουμε ένα προνόμιο και μία μεγάλη ευθύνη. Είμαστε μέλη του σώματος του Χριστού, ζούμε τον Χριστό, κοινωνούμε τον Χριστό. Η ειρήνη βρίσκεται μέσα μας και ανάμεσά μας. Με την συνεπή πνευματική ζωή, την πίστη και την μετάνοια, μπορούμε να απολαύσουμε το δώρο της ειρήνης ως ένα πραγματικό και αναμφισβήτητο γεγονός. Όσο αγωνιζόμαστε, ώστε να γίνουν οι καρδιές μας κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος, τόσο η Εκκλησία θα μεταβάλλεται σε μία νέα κοινωνία ειρήνης. Συγχρόνως, όμως, θα αποτελεί για όλη την ανθρωπότητα, φωτεινό φάρο ειρήνης και καταλλαγής.

Τα Χριστούγεννα που πλησιάζουν, ας αποτελέσουν αφορμή δοξολογίας για την έλευση του Άρχοντα της ειρήνης. Ας αποτελέσουν όμως και αφορμή ανανεώσεως της αποφάσεώς μας να ζήσουμε με Αυτόν σε κάθε στιγμή της ζωής μας, ενισχύοντας το φως της δικής Του ειρήνης προς την ανθρωπότητα, που συνεχίζει να ζει βυθισμένη στο σκοτάδι του μίσους και των πολέμων.

Κατηγορίες
Κοινωνία Περιφερειακά Νέα

“Η ένωση με τον Χριστό προσδίδει στην ύπαρξή μας αξία μοναδική” – Το κυριακάτικο κήρυγμα του Μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ

Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού

Η σημερινή αποστολική περικοπή μας ταξιδεύει και πάλι στην Γαλατία, στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας. Εκεί, όπου την περίοδο κατά την οποία γράφεται αυτή η επιστολή προς τους Γαλάτες, μαίνεται ένας πόλεμος. Πόλεμος για τον πνευματικό προσανατολισμό που θα ακολουθούσε η πρώτη Εκκλησία, όχι μόνον στην Γαλατία, αλλά και σε όλες τις περιοχές, από τις οποίες πέρασε ο Απόστολος Παύλος.

Από την μία, έχουμε τους Ιουδαΐζοντες Χριστιανούς, οι οποίοι, παρά την ένταξή τους στην Εκκλησία του Χριστού, δεν μπορούσαν να απαλλαγούν πλήρως από την νοοτροπία της θρησκείας της Παλαιάς Διαθήκης. Μέσα τους κυριαρχούσε η ανάγκη της υπακοής σε θρησκευτικούς τύπους και διατάξεις και η πεποίθηση πως κανείς δεν μπορεί να γίνει Χριστιανός, αν πρώτα δεν ασπαστεί τον Μωσαϊκό Νόμο.

Από την άλλη, έχουμε τον Απόστολο Παύλο, πιστότατο οπαδό του Μωσαϊκού Νόμου στο παρελθόν και τώρα, κήρυκα ενός καινούργιου κόσμου, στον οποίο η λύτρωση θα επέλθει, όχι μέσω της υπακοής σε νόμους και διατάξεις, αλλά μέσω της πίστεως προς το πρόσωπο του Ιησού Χριστού.

Η σημερινή, όμως, περικοπή είναι πολύ χρήσιμη, διότι μας αποκαλύπτει την καθημερινότητα αυτής της διαμάχης. Στον δεύτερο κιόλας στίχο έχουμε μία αποκάλυψη για την πρακτική που ακολουθούσαν οι Ιουδαΐζοντες Χριστιανοί. Αναφέρει ο Παύλος: «Όσοι θέλουν να αποκτήσουν καλή φήμη στους ανθρώπους, αυτοί σας υποχρεώνουν να περιτέμνεστε, με μόνο στόχο να μην καταδιώκονται από τους Ιουδαίους εξ αιτίας του σταυρού του Χριστού».

Τί αντιλαμβανόμεθα; Το πρώτο, πως, μέσα στους κόλπους της πρώτης Εκκλησίας υπήρχαν μεγάλες ψυχολογικές πιέσεις. Υποτιθέμενοι αδελφοί ασκούσαν πίεση προς αδελφούς, προκειμένου να ακυρωθεί το κύρος και η διδασκαλία του Παύλου. Ο μέγας Απόστολος όμως αισθάνεται την ανάγκη να αποκαλύψει τα κίνητρα αυτής της πιέσεως: «Προσέξτε», προειδοποιεί τους αποδέκτες της επιστολής του, «τα κίνητρα αυτών που σας πιέζουν δεν έχουν να κάνουν με την αλήθεια, αλλά με την ματαιοδοξία».

Τί αντελήφθη ο Παύλος; Πως οι προερχόμενοι από τους Ιουδαίους Χριστιανοί διατηρούσαν ακόμη την νοοτροπία της παλαιάς τους πίστεως, η οποία ήταν στηριγμένη στην επίδειξη και την καύχηση για την ευσέβεια και τα καλά έργα, με μοναδικό σκοπό να κερδίσουν τον θαυμασμό και την εκτίμηση των ανθρώπων.

Η συμπεριφορά αυτή διατηρείται, συχνά, και στις ημέρες μας. Η προσήλωση σε τύπους, έθιμα και παραδόσεις συχνά αποτελεί μανδύα ματαιοδοξίας. Και μάλιστα, όπως αναφέρει ο μέγας Απόστολος, οι τυπολάτρες άνθρωποι βλάπτουν την ψυχή τους και με την υποκρισία, καθώς, πολύ συχνά, παρουσιάζονται αυστηροί στην τήρηση διατάξεων και τελετών, ελαστικοί όμως, όταν καλούνται να εφαρμόσουν τις εντολές του Θεού.

Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα: Με την μεγάλη πνευματική του εμπειρία, ο Απόστολος Παύλος διαπιστώνει πως οι άνθρωποι των τύπων έχουν, κατά βάθος, χλιαρή πίστη. Στους Γαλάτες αποδέκτες της επιστολής του, αποκαλύπτει πως, εκείνοι που επιμένουν, ώστε οι μέλλοντες Χριστιανοί να ασπαστούν πρώτα την εβραϊκή θρησκεία, το κάνουν, διότι δεν έχουν την δύναμη να συγκρουστούν με τους παλαιούς ομοϊδεάτες τους Εβραίους και να αντιμετωπίσουν τον χλευασμό τους. Όντως, ήταν αδιανόητο για τους Ισραηλίτες να αποδεχτούν πως, ο ένδοξος Μεσσίας που ανέμεναν, βρέθηκε σταυρωμένος επάνω σε ξύλο σταυρού, προορισμένο για εγκληματίες. Αυτή η βλασφημία, σύμφωνα με την θρησκευτική τους παράδοση, είναι βέβαιο πως αποτέλεσε την βασική αιτία για το μένος τους εναντίον των Χριστιανών και ιδιαίτερα εναντίον των Ιουδαϊζόντων.

Μήπως όμως και σήμερα, το πνεύμα του κόσμου δεν αμφισβητεί και δεν χλευάζει με χίλιους δύο τρόπους την πίστη μας; Δεν βλέπουμε στην καθημερινότητά μας πως τα «πιστεύω» και η ζωή του Χριστιανού έρχονται, πολλές φορές, σε απόλυτη αντίθεση με τον τρόπο ζωής των ανθρώπων; Δεν είναι πολύ συχνά φανερή η απαξίωση που δέχεται εκείνος, ο οποίος, δημοσίως,  διακηρύσσει την πίστη του στον Χριστό και ζει σύμφωνά με το θέλημά Του;

Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, ο Απόστολος Παύλος, παίρνοντας αφορμή από τα γεγονότα της εποχής του, έρχεται, μέσω της σημερινής περικοπής, να μας προειδοποιήσει και να μας ενδυναμώσει. Γνωρίζει πως η εκτίμηση και η αποδοχή εκ μέρους των ανθρώπων αποτελεί για πολλούς από μας, την πρώτη προτεραιότητα. Συχνά, προσαρμοζόμαστε στα κριτήρια του κόσμου, για να μην συγκρουστούμε. Συχνά, αποκρύπτουμε πτυχές του εαυτού μας για να μην μας ειρωνευτούν. Συχνά, καταφεύγουμε στα μέτρα του κόσμου για να αισθανθούμε αξιόλογοι και αποδεκτοί.

Από δική του πείρα, ο Απόστολος Παύλος γνώριζε αυτή την εξάρτηση από την κοινωνική καταξίωση. Κάποτε, ήταν ο Σαούλ, ο εκλεκτός των συμπατριωτών του, ο ζηλωτής διώκτης, ο μελλοντικός μέγας Ραβίνος. Έφτασε όμως η στιγμή της αποκαλύψεως. Μέσα σε μια στιγμή, το βλέμμα του Εσταυρωμένου στον δρόμο προς την Δαμασκό έγινε, για εκείνον, η μοναδική και παντοτινή πηγή της δικής του αξίας. Ήταν η στιγμή, κατά την οποίαν μέσα του ανατράπηκαν όλα και τον έκαναν να ομολογήσει, αλλά και να μας διδάξει: «Όσο για μένα», γράφει, «δεν θέλω άλλη αφορμή για καύχηση εκτός από τον Σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, τον Σταυρό που πάνω του ο κόσμος πέθανε για μένα κι εγώ για τον κόσμο».

Τί ακριβώς είναι αυτό το καύχημα του Σταυρού; Την απάντηση μας την δίνει με τρόπο υπέροχο ο Ιερός Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας τον λόγο του Παύλου.

«Καυχώμαι», αναφέρει ο μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας μας, «διότι ο Χριστός πήρε μορφή δούλου και έπαθε αυτά που έπαθε για μένα, τον εχθρό και τον αχάριστο. Καυχώμαι γιατί με αγάπησε τόσο, ώστε παρέδωσε τον εαυτό του στον ατιμωτικό θάνατο του Σταυρού».

Σε εποχές όπου οι άνθρωποι ζητούν απεγνωσμένα τον θαυμασμό και την κοινωνική καταξίωση, ο Απόστολος Παύλος υψώνει σήμερα τον Σταυρό του Χριστού και μας καλεί να τον αναγνωρίσουμε ως την μοναδική πηγή της καταξιώσεως και της καυχήσεώς μας. Η φωνή του Παύλου μας καλεί να νιώσουμε σημαντικοί εξ αιτίας της αγάπης που μας έδειξε ο Δημιουργός μας, κρίνοντάς μας άξιους της υπέρλογης και ακατανόητης θυσίας Του.  Η υπομονή και η ανεξικακία του για τα όσα υπέστη από τους συμπατριώτες του, πρώην θαυμαστές του και κατόπιν θανάσιμους εχθρούς του, αποτελούν για μας πηγή ενδυναμώσεως για απελευθέρωση από τον έπαινο του κόσμου τούτου.

Για τον Θεό είμαστε όλοι πολύτιμοι και απόδειξη αποτελεί ο Σταυρός, ο οποίος υψώθηκε για την δική μας σωτηρία. Η ένωση με τον Χριστό προσδίδει στην ύπαρξή μας αξία μοναδική. Κοντά του, όλα τα σημαντικά του κόσμου μοιάζουν ασήμαντα και μοναδική σημασία έχει η σχέση μαζί Του σε αυτή την ζωή, αλλά και στην αιωνιότητα. Αυτή την σχέση ας ποθήσουμε όσο τίποτε άλλο!

Κατηγορίες
Κοινωνία Περιφερειακά Νέα

Αιτωλίας Δαμασκηνός: “Η κορωνίδα της πνευματικής ζωής είναι η προσευχή”

Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού

 

Η σημερινή έναρξη του νέου εκκλησιαστικού έτους ας αποτελέσει αφορμή ενάρξεως μιας βαθύτερης γνωριμίας με τα υπέροχα κείμενα των επιστολών του Αποστόλου Παύλου. Οι αποστολικές περικοπές των Κυριακών που θα ακολουθήσουν, θα αποτελέσουν την πηγή μιας νέας σειράς κηρυγμάτων,  με σκοπό την πνευματική ωφέλεια, μέσω του λόγου του μεγάλου Αποστόλου των Εθνών.

Ολόκληρη η Βίβλος, από το πρώτο κεφάλαιο της Γενέσεως στην Παλαιά Διαθήκη μέχρι το τελευταίο κεφάλαιο της Αποκαλύψεως του Ιωάννου στην Καινή, αποτελεί ένα ολοκληρωμένο και θεόπνευστο αρμονικό σύνολο. Μοναδικός του στόχος είναι η σωτηρία του ανθρώπου και η ένωσή του με τον Θεό και Δημιουργό του.

Κορύφωση του πανανθρώπινου θησαυρού της Βίβλου αποτελεί, βέβαια, το κείμενο των τεσσάρων Ευαγγελίων. Εκεί, ο τέλειος και άπειρος Θεός, κινούμενος από την αγάπη Του για τον άνθρωπο, αποκαλύπτεται να ενδύεται την ανθρώπινη φύση,  να υφίσταται τις συνέπειες της ανθρώπινης αποστασίας και να γίνεται ο Ίδιος, με την Ανάστασή Του, ο απόλυτος νικητής του θανάτου και ο προπομπός του ανθρωπίνου γένους προς την ουράνια Βασιλεία.

Ο ενσαρκωμένος Υιός και Λόγος του Θεού γεννήθηκε, δίδαξε, υπέστη φρικτά πάθη και ανέστη. Ο θάνατος δεν Τον κατέβαλε. Όμως, παρά τις αλλεπάλληλες εμφανίσεις Του μετά την Ανάσταση, την ψυχή των μαθητών διακατείχε μία αγωνία: Θα επαρκούσαν, άραγε, οι ασθενείς ανθρώπινες δυνάμεις τους για να διατηρήσουν ζωντανό το κήρυγμα της Βασιλείας και να διακηρύξουν προς την Οικουμένη των ισχυρών ηγεμόνων και των αλλοιωμένων από την κακία ανθρώπων πως ο δρόμος προς την σωτηρία είναι πλέον ανοιχτός;

Τα βιβλία της Καινής Διαθήκης τα οποία ακολουθούν τα τέσσερα Ευαγγέλια, δηλαδή οι «Πράξεις των Αποστόλων» και οι επιστολές, ιδιαίτερα του αποστόλου Παύλου, αποτελούν την ζωντανή απόδειξη, πως παρά τις τεράστιες δυσκολίες, με την Χάρη του Παναγίου Πνεύματος, το μήνυμα του Χριστού απλώθηκε και ρίζωσε στην Οικουμένη.  Συγχρόνως, τα κείμενα αυτά, αποτελούν πολύτιμους οδηγούς ζωής για τους Χριστιανούς όλων των εποχών, διότι ξεχειλίζουν από ολόθερμη πίστη στον Χριστό, ολοκληρωτική αγάπη μεταξύ των πρώτων Χριστιανών, αλλά και δύναμη Αγίου Πνεύματος.

Τρομερός διώκτης της πρώτης Εκκλησίας υπήρξε και ο Άγιος Παύλος. Δεν γνώρισε τον Χριστό ως άνθρωπο, δέχτηκε, όμως, την υπερφυσική επίσκεψή Του στον δρόμο της Δαμασκού και, από διώκτης, έγινε φλογερός κήρυκας του Ευαγγελίου. Αφοσιωμένος μέχρι θανάτου στον αποκεκαλυμμένο Εσταυρωμένο που του άλλαξε την ζωή, διέδωσε το Ευαγγέλιο μέχρι τα πέρατα του τότε γνωστού κόσμου, παραδίδοντας, παράλληλα, στην Οικουμένη τις υπέροχες επιστολές του.

Η σημερινή επιστολή του, της οποίας απόσπασμα ακούσαμε,  απευθύνεται, όχι προς μία τοπική Εκκλησία, όπως γίνεται συνήθως, αλλά προς ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, τον Τιμόθεο.

Ο άγιος Τιμόθεος υπήρξε ένας από τους πλέον αγαπημένους αλλά και πιστούς μαθητές του αποστόλου Παύλου. Έγινε χριστιανός κατά την πρώτη διέλευση του αποστόλου από την Λυκαονία της Μικράς Ασίας, απ’ όπου καταγόταν και από τότε μοιράστηκε μαζί του όλες τις δυσκολίες, ακόμη και την πρώτη αιχμαλωσία του Παύλου στην Ρώμη. Την πρώτη επιστολή απέστειλε προς αυτόν ο Παύλος από τη Μακεδονία, ενώ, ήδη, ο Τιμόθεος είχε τοποθετηθεί    επίσκοπος της Εκκλησίας της Εφέσου.

Σήμερα, με την περικοπή από την επιστολή αυτή, η Εκκλησία μας προβάλλει την κορωνίδα της πνευματικής ζωής, που δεν είναι άλλη από την προσευχή. Τι αναφέρει ο Παύλος; «Σας παρακαλώ, λοιπόν, πρώτα απ’ όλα, να κάνετε δεήσεις, προσευχές, παρακλήσεις, ευχαριστίες για όλους τους ανθρώπους».

Όλοι αυτοί οι όροι είναι συνώνυμοι της προσευχής. Πάνω από όλα, η προσευχή! Αυτή είναι, αδελφοί μου, η σημαντικότερη και πολυτιμότερη παρακαταθήκη της σημερινής αποστολικής περικοπής. Αυτό παρακαλεί ο μέγας απόστολος των εθνών, Παύλος: Πριν από κάθε εγχείρημα, πριν από κάθε προσπάθεια, να προηγείται η προσευχή. Θα θυμάστε ίσως τους παλαιότερους πως, όταν κατάρτιζαν τα προγράμματά τους, ολοκλήρωναν πάντα με την φράση «πρώτα ο Θεός». Αυτές οι τρεις λέξεις, δεν αποτελούν μόνον ευχή, αλλά και ομολογία, πως ο Θεός κρατά στα χέρια Του όλες τις εξελίξεις και πως, πάντα, πραγματοποιείται, όχι εκείνο που επιθυμούμε αλλά εκείνο που οδηγεί στην ωφέλεια και σωτηρία μας.

Ακριβώς για τον λόγο αυτό, στο συγκεκριμένο χωρίο της επιστολής, ο απόστολος διδάσκει πως η προσευχή πρέπει πάντα να συνοδεύεται από την ευχαριστία στον Θεό. Χωρίς αυτήν, η προσευχή μας, από παράκληση, γίνεται απαίτηση. Τότε, ο άνθρωπος, όσο δεν βλέπει να ικανοποιείται η απαίτησή του,  οδηγείται, πρώτα στο παράπονο και, συχνά, στον θυμό απέναντι στον Θεό, διότι, δήθεν, Αυτός παραμένει αδιάφορος. Χωρίς την ευγνωμοσύνη προς τον Δημιουργό μας, χωρίς την δοξολογία να συνοδεύει τις δεήσεις μας, είναι βέβαιον πως η προσευχή μας, σταδιακά, θα ατονήσει και η καρδιά μας θα ψυχρανθεί.

Προσευχή, όμως, δεν μπορεί να υπάρξει και χωρίς την αγάπη προς τον αδελφό μας. Στην προσευχή, το «εγώ» πρέπει να γίνει «εμείς». Προηγουμένως, είπαμε πως, θέλημά μας πρέπει να γίνει το θέλημα του Θεού. Και τι θέλει ο Θεός; Μας το λέει ο Παύλος, μετά από τρεις στίχους: «Ο Θεός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι».

Αυτή η επιθυμία πρέπει να κυριαρχεί και στην δική μας προσευχή. Μέσα στην Εκκλησία δεν υπάρχει ατομική σωτηρία. Μόνον εάν η προσευχή μας φέρνει όλους, σαν έναν άνθρωπο, ενώπιον του Θεού, είναι ευπρόσδεκτη. Μόνον μία τέτοιου είδους προσευχή εκπληρώνει την επιθυμία του Δημιουργού μας, δηλαδή όλοι να γίνουμε ένα, όπως διαβάζουμε στην αρχιερατική προσευχή του κατά Ιωάννη Ευαγγελίου. Μόνον η προσευχή της αγάπης διεγείρει τα σπλάχνα των οικτιρμών του επουράνιου Πατέρα και μας καθιστά κατά χάριν παιδιά Του.

Ο άγιος Παΐσιος προέτρεπε, κάθε προσευχή μας να γίνεται και εξ ονόματος εκείνων των αδελφών μας που δεν μπορούν να προσευχηθούν, εκείνων που δεν ξέρουν να προσευχηθούν, αλλά και εκείνων που δεν θέλουν να προσευχηθούν. Κι αυτό, διότι, όπως έλεγε, ποτέ δεν ξέρουμε πότε ο Θεός θα χτυπήσει την πόρτα της ψυχής και του πιο άθεου συνανθρώπου μας. Πόσο μεγάλη είναι η παρηγοριά μας, όταν βλέπουμε, οι άγιοί μας να προσεύχονται για μας με τόση αγάπη!

Σε καιρούς δύσκολους, τόσο για την Εκκλησία μας, όσο και για τον καθένα μας ξεχωριστά, η προσευχή, διαποτισμένη από την εμπιστοσύνη μας στον Θεό, πλημμυρισμένη από δοξολογία για τις φανερές και αφανείς ευεργεσίες Του και  ανάλαφρη σαν θυμίαμα από την αγάπη προς όλους τους ανθρώπους, θα αποτελέσει το κύριο μέσον της σωτηρίας μας. Ας παραδώσουμε τον εαυτό μας στην προσευχή, με την βεβαιότητα πως απευθυνόμαστε, πρόσωπο προς πρόσωπο,  στον ζωντανό Θεό και Κύριο των δυνάμεων.

 

Κατηγορίες
Κοινωνία Περιφερειακά Νέα

ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ: “Ας τροφοδοτούμε την πίστη μας με την διαρκή αναζήτηση του Θεού και την υπακοή στο θέλημά Του”

 

Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού

 

Για μία ακόμη φορά, μια ανθρώπινη ύπαρξη, ταλαιπωρημένη και ανήμπορη από την αρρώστια, κείτεται μπροστά στον Κύριό μας και περιμένει την σωτηρία.  Το θαύμα θα γίνει και ο παραλυτικός, όχι μόνον θα σταθεί στα πόδια του, αλλά θα αποκτήσει και την δύναμη να πάρει στους ώμους το κρεβάτι της αναπηρίας του, ως ακράδαντη μαρτυρία της πλήρους αποκαταστάσεώς του.

Πριν όμως επιχειρήσω να στρέψω την προσοχή σας σε κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτού του θαύματος, δεν μπορώ να μην αναφερθώ στις δυό πρώτες φράσεις της σημερινής περικοπής, οι οποίες προκαλούν μεγάλη συγκίνηση. Τον παραλυτικό φέρνουν ξαπλωμένο σε ένα κρεβάτι άνθρωποι δικοί του, άνθρωποι που τον αγαπούν και τον συμπονούν. Άνθρωποι που θέλουν να τον δουν ξανά υγιή κοντά τους. Άνθρωποι, που η αγάπη τους προς αυτόν, τους έχει οδηγήσει στην πίστη προς τον Χριστό, από τον Οποίο περιμένουν την ίαση του αγαπημένου τους. Ο παραλυτικός μένει σιωπηλός και ούτε που μαθαίνουμε τι ακριβώς αισθάνεται. Πιστεύει άραγε πως μπορεί να του συμβεί το θαύμα; Η μήπως έχει αφεθεί στα χέρια των δικών του ανθρώπων, έχοντας χάσει την ελπίδα του; Για την πίστη του δεν γνωρίζουμε. Αυτό όμως που γνωρίζουμε είναι πως ο Χριστός σκύβει με συμπόνια, εξαιτίας όπως λέει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, της πίστεως των φίλων του. Και αν εκείνοι έφεραν τον άνθρωπό τους μπροστά στον Θεό και το θαύμα έγινε, ας παρακινηθούμε και εμείς να φέρνουμε τους αγαπημένους μας, μέσω της προσευχής, ενώπιόν Του, με την βεβαιότητα πως η αγάπη μεταξύ μας παρακινεί ακόμη περισσότερο τον Θεό να ευεργετήσει και να θεραπεύσει.

Ας επανέλθουμε όμως στην σημερινή εξιστόρηση: Ενώ, λοιπόν, όλοι περιμένουν την ίαση, ένας λόγος του Κυρίου, παράξενος και απρόσμενος, κάνει ώστε άλλοι να απορούν και άλλοι να σκανδαλίζονται: «Παιδί μου, σου συγχωρούνται οι αμαρτίες».

Η φράση αυτή επιφέρει αντιδράσεις αναμενόμενες: Ενώ ο απλός λαός δεν αντιλαμβάνεται το βάρος του λεγομένου, οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, οι οποίοι παρακολουθούν σε κάθε του βήμα τον Ιησού, σκανδαλίζονται, βρίσκουν όμως συγχρόνως και την ευκαιρία να κατηγορήσουν δημόσια τον Χριστό για βλασφημία. Και πράγματι, από την δική τους οπτική γωνία έχουν δίκιο. Η άφεση των αμαρτιών αποτελεί όντως για τον Νόμο της Παλαιάς Διαθήκης, ενέργεια που ανήκει αποκλειστικά στον Θεό. Μόνον ο Θεός, ο οποίος δέχτηκε την αποστασία και την αχαριστία του ανθρώπου, δικαιούται να συγχωρέσει. Ποιός άνθρωπος άραγε θα τολμούσε ποτέ να Τον υποκαταστήσει και να χαρίσει άφεση αμαρτιών σαν να ήταν Εκείνος;

Ακριβώς για τον λόγο αυτό, η εξιστόρηση του σημερινού θαύματος αποτελεί συγχρόνως και αποκάλυψη της θεότητος του Ιησού. Βεβαίως, ενώπιόν Του, ένας παραλυτικός περιμένει σήμερα την υγεία του. Εκεί, όμως, βρίσκονται αδύναμοι και παραλυτικοί στην ψυχή, που καλούνται να αποδεχτούν ένα πολύ ανώτερο, ένα πολύ ευρύτερο θαύμα: Την ενανθρώπιση του ίδιου του Θεού και την αποκάλυψη της αδιανόητης για τον άνθρωπο αγάπης Του. Οι σκανδαλισμένοι Γραμματείς και Φαρισαίοι εκπροσωπούν έναν ολόκληρο λαό, πιθανόν να εκπροσωπούν και όλους εμάς, οι οποίοι αρνούμεθα να αναγνωρίσουμε και να αποδεχτούμε την δύναμη της φιλανθρωπίας του Θεού, ο Οποίος, πολλές φορές, αποφασίζει να ενεργήσει, αλλά και να κρίνει με τρόπους που παραβιάζουν την λογική μας και υπερβαίνουν τα δεδομένα μας. Όπως ο λαός της Παλαιάς Διαθήκης, έτσι και εμείς, πιστεύουμε στον Θεό, εμφανιζόμαστε όμως αδρανείς και σκληροί στην καρδιά, όταν καλούμαστε να υπερβούμε τα δεδομένα μας και να ανοίξουμε την ύπαρξή μας στον παντελώς απρόβλεπτο τρόπο ενέργειας του Πλάστη μας. Δοξάζουμε τον Θεό όταν οι σχεδιασμοί μας εκπληρώνονται, δυσκολευόμαστε όμως να αποδεχτούμε την κάθε είδους δυσκολία ως δική Του παιδαγωγία, προκειμένου να οδηγηθούμε προς Εκείνον. Εμπιστευόμαστε τον Θεό, έρχονται όμως στιγμές που η πίστη μας προς Εκείνον κλονίζεται, όταν αντιμετωπίζουμε το μέγεθος της κακίας των δυνάμεων του κόσμου τούτου. Αναγνωρίζουμε τον Θεό ως μοναδικό Πάτερα και κριτή των ανθρώπων, αναλαμβάνουμε όμως συχνά να κρίνουμε εξ ονόματος Του τον συνάνθρωπό μας, όντας βέβαιοι για τα κριτήριά Του.

Οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, οι θρησκευόμενοι της εποχής εκείνης, βρέθηκαν μπροστά σε μία μεγάλη ευκαιρία: Να αντιληφθούν πως Αυτός που βρίσκεται σήμερα ενώπιόν τους είναι ο ίδιος ο Θεός, ο Οποίος ενεργεί με μία άλλη, υπερκόσμια λογική. Και επειδή γνωρίζει πως δεν διαθέτουν την πίστη να αποδεχτούν το αδιανόητο αλλά και αόρατο, δηλαδή την άφεση των αμαρτιών, έρχεται να τους προσφέρει κάτι, μικρότερο βέβαια σε σημασία αλλά τουλάχιστον ορατό, δηλαδή το θαύμα της ιάσεως του παραλυτικού. Ήξερε ο Κύριος πως θα θεωρήσουν τα λόγια Του ως βλάσφημα και κούφια. Επιστρατεύει λοιπόν το θαύμα, όχι μόνον προς σωτηρία του δυστυχισμένου παραλυτικού, αλλά και προς σωτηρία εκείνων, των ολιγόπιστων. Είχαν λοιπόν την ευκαιρία, μέσω του θαύματος, να αποδεχτούν το μέγιστο μυστήριο: Τον ενσαρκωμένο Θεό, που ενώπιόν τους, προσέφερε την άφεση της αμαρτίας. Δυστυχώς, δεν το έκαναν και παρέμειναν στην πνευματική τους τύφλωση.

Το σημερινό θαύμα του παραλυτικού αποτελεί ιστορικό γεγονός που ανήκει στο παρελθόν. Η ευκαιρία όμως, την οποία, μέσω αυτού του θαύματος, έδωσε ο Χριστός στους ψυχικά και πνευματικά τυφλούς Γραμματείς και Φαρισαίους είναι διαρκής και απευθύνεται προς όλους μας. Επικαλούμαστε με ζήλο την θαυματουργική δύναμη του Θεού, ιδιαίτερα όταν η ασθένεια χτυπήσει την πόρτα της ζωής μας. Το θαύμα, που πιθανόν να συμβεί, τονώνει όντως την πίστη. Όταν όμως η τροπή των πραγμάτων ξεφεύγει από τους σχεδιασμούς μας και οι ικεσίες μας δεν ευοδωθούν, εύκολα παραδίδουμε την ψυχή μας στην αμφιβολία και στην αμφισβήτηση της δυνάμεώς Του. Κι όμως! Η ασθένεια και η ολιγοψυχία έρχονται να  μας θυμίσουν πως η ψυχή μας βιώνει μία διαρκή κατάσταση παραλυσίας, η οποία δεν μπορεί να γιατρευτεί, εάν δεν απευθυνόμαστε διαρκώς προς Εκείνον, την πηγή των φανερών και αφανών ευεργεσιών που απολαμβάνουμε καθημερινά. Χωρίς διαρκή και ολόθερμη σχέση με τον Κύριο, η ψυχή, στην κατάσταση του  σκοτισμού της, μπορεί να φτάσει, όπως θα φανεί και την επόμενη Κυριακή, να εκλαμβάνει την θεϊκή ενέργεια ως δαιμονική!

Για τον λόγο αυτό, ας τροφοδοτούμε διαρκώς την πίστη μας με την διαρκή αναζήτηση του Θεού και την υπακοή στο θέλημά Του. Ας υπερβούμε τις βεβαιότητές μας και ας υποδεχτούμε τις διαρκείς εκπλήξεις που επιφέρει η παρουσία Του στην  ζωή μας. Ας ταυτιστούμε με τον παραλυτικό της σημερινής περικοπής και ας αναγνωρίσουμε την αδυναμία του σώματος αλλά και της ψυχής μας. Μόνον έτσι θα αξιωθούμε, πρώτα την άφεση των αμαρτιών μας και μετά την αναγέννηση ολόκληρης της υπάρξεώς μας.

 

 

 

Κατηγορίες
Κοινωνία Περιφερειακά Νέα

Δαμασκηνός: “Πηγή αληθινής χαράς η ταύτιση της ζωής μας με την αγάπη του Χριστού

 

Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού

 

Σήμερα, μία Κυριακή πριν την μεγάλη εορτή της Πεντηκοστής, της γενέθλιας ημέρας της Εκκλησίας μας, ο χρόνος γυρνά πίσω. Μεταφερόμαστε στην Ιερουσαλήμ, λίγο πριν την σύλληψη του Χριστού.

Πλησιάζει η ώρα της μεγάλης οδύνης για τον Κύριό μας, πλησιάζει όμως και η ώρα του μεγάλου σκανδάλου για τους μαθητές Του. Ο μεγάλος Διδάσκαλος τους ανακοινώνει πως την καρδιά τους θα γεμίσουν η απογοήτευση και ο φόβος.

Γνωρίζει πως θα σκορπιστούν ως πρόβατα που δεν έχουν ποιμένα.

Γνωρίζει πως μια βαθιά λύπη θα τους οδηγήσει στην πλήρη απογοήτευση και πως θα νιώσουν έρημοι και απροστάτευτοι μέσα σε έναν κόσμο που επιδιώκει να τους καταδιώξει μέχρι θανάτου, όπως θα συμβεί και με τον Ίδιο, όπως άλλωστε θα συμβεί και με την Εκκλησία Του, κατά την πορεία της μέσα στους αιώνες.

Για τους λόγους αυτούς, παρουσία των μαθητών του, αλλά και παρουσία όλων μας μέσω του Ευαγγελίου, απευθύνεται προς τον Θεό Πατέρα. Προσεύχεται προς Εκείνον με τρόπο συγκλονιστικό, πλημμυρισμένο από αγάπη,  φροντίδα και παρηγοριά.

Περιγράφει με απλό, αλλά και βαθύ τρόπο την αποστολή Του στην γη και καλεί τον Θεό να μην αφήσει ποτέ απροστάτευτους τους Μαθητές Του, τώρα που θα στερηθούν την φυσική παρουσία Του.

Συγκλονιστική η πρώτη φράση της σημερινής περικοπής: «Πατέρα Άγιε, έφτασε η ώρα». Με τον τρόπο αυτόν μιλά στον επουράνιο Πατέρα.

Ποιά ώρα όμως έχει φτάσει;

Οι Μαθητές υποψιάζονται πως κάτι το απειλητικό πλησιάζει, Εκείνος, όμως, μέσω της προσευχής, τους τροφοδοτεί με δύο χαρμόσυνες, δύο θριαμβευτικές αναγγελίες: πρώτον, πως ό,τι έγινε, αλλά και ό,τι θα ακολουθήσει αποτελούν μέρος ενός θείου σχεδίου αποκαλύψεως της δόξας του Θεού.

Και δεύτερον, πως, αν και εντός ολίγου, οι ώρες θα γεμίσουν θάνατο, στην  πραγματικότητα, ένας δρόμος ζωής, ένας δρόμος προς την αθανασία θα ανοιχτεί ενώπιον εκείνων που αφιέρωσαν ολόψυχα τον εαυτό τους στον Χριστό.

Πόσο παράδοξο, πόσο αδιανόητο για την ανθρώπινη λογική είναι αυτό που θα συμβεί σε λίγες ώρες!

Ο Κύριος μιλά για μία «δόξα», ενώ σε λίγο, το θέαμα ενός αιμόφυρτου Εσταυρωμένου πάνω στον ατιμωτικό Σταυρό θα συγκλονίσει την Οικουμένη.

Ο Κύριος μιλά για έναν θρίαμβο, ενώ σε λίγο, θα δεχτεί την χλεύη και τον εξευτελισμό από Εβραίους και Ρωμαίους.

Ο Κύριος διαβεβαιώνει για την ύπαρξη της αιωνιότητος, ενώ σε λίγο θα κατεβαίνει άψυχος από τον Σταυρό και θα τοποθετείται στον τάφο. Και το συγκλονιστικότερο όλων:

Ο Κύριος μας αποκαλύπτει την απέραντη χαρά που Τον διακατέχει, ενώ γνωρίζει πως πλησιάζει η ώρα της προδοσίας, της ατιμώσεως και της φριχτής επιθανάτιας μοναξιάς Του.

Σε τί οφείλεται, άραγε, αυτή η ανεξήγητη, αυτή η παράλογη χαρά; Σε τί άλλο από την αποκάλυψη ενός ζωοφόρου μυστικού και μιας λυτρωτικής αλήθειας. Ποίας; Πως η αγάπη του Θεού είναι ολοκληρωτική, απεριόριστη και υπερπλήρης, αγάπη μέχρι θυσίας.

Πως στο όνομα της αγάπης προς τους αγαπημένους Του ανθρώπους, ο Θεός είναι έτοιμος να εξέλθει της θεότητός Του και να υπομείνει τα πάνδεινα, προκειμένου να τους ξαναδεί στην αγκαλιά Του, ελεύθερους και αθάνατους.

Τέτοιας αγάπης φορέας και πρωταγωνιστής είναι ο Χριστός και εξ αιτίας αυτής, πλημμυρίζει από χαρά, διότι αποκαλύπτει στους ανθρώπους πως είναι έτοιμος να μοιραστεί μαζί τους τα πάντα, ακόμη και τον Εαυτό Του.

Οι μαθητές βλέπουν και ακούν. Η απορία όμως παραμένει. Ο Κύριος το γνωρίζει. Γι’ αυτό και, λίγο πριν, τους έχει πληροφορήσει με το πιο ελπιδοφόρο  μήνυμα που άκουσε ποτέ η ανθρωπότητα: «Όταν έλθει ο Παράκλητος, το Πνεύμα της αληθείας που εκπορεύεται από τον Πατέρα, αυτός θα σας αποκαλύψει σε όλο του το μεγαλείο την αποστολή μου» (Ιω. 15, 26).

Η φράση αυτή αποτελεί την ύψιστη αναγγελία της Πεντηκοστής, κατά την οποία, η ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος κατέκλυσε την Οικουμένη.

Με το γεγονός αυτό, οι οφθαλμοί των Μαθητών διανοίχτηκαν, τα μυστήρια εξηγήθηκαν και η θλίψη της απουσίας μεταβλήθηκε σε ευφροσύνη παρουσίας του Κυρίου, μέσω της Εκκλησίας, ως Σώματός Του, προεκτεινόμενου εις τους αιώνες.

Η ημέρα της Πεντηκοστής που πλησιάζει, αποτελεί, όχι μόνον για την Εκκλησία, αλλά για τον καθέναν από εμάς ξεχωριστά, γενέθλια ημέρα.

Η ζωή της Εκκλησίας δεν είναι άλλο από διαρκή σχέση με τον Παράκλητο, το Πνεύμα της Αληθείας, μέσω των Μυστηρίων και ιδιαίτερα μέσω του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας.

Μέσα σε έναν κόσμο λύπης, φόβου και απογνώσεως, μέσα σε μία πραγματικότητα διαποτισμένη από τον φόβο του θανάτου, έχουμε την δυνατότητα να ζήσουμε ως τέκνα φωτός και χαράς.

Μίας χαράς, όμως, της ίδιας ποιότητος και του ίδιου βάθους, όπως εκείνης που διακατείχε τον Χριστό στην μεγαλειώδη, την Αρχιερατική, όπως ονομάζεται, προσευχή Του, της οποίας απόσπασμα ακούσαμε στο σημερινό Ευαγγέλιο.

Άραγε, όμως, είμαστε πρόθυμοι να εφαρμόσουμε το δικό Του παράδειγμα; Ποθούμε να βαδίσουμε πλάι Του τον δρόμο της θυσιαστικής Του αγάπης, θέτοντας σε προτεραιότητα, όχι τον εαυτό μας αλλά τον πόνο, τις έννοιες και την αγωνία του διπλανού μας;

Ίσως, αυτή η πρόταση ζωής να φαίνεται ουτοπική, αν αναλογιστεί κανείς τις ασθενείς ανθρώπινες δυνάμεις μας. Μέσα στην Εκκλησία όμως, δεν είμαστε μόνοι.

Η δύναμη του Αγίου Πνεύματος μάς ενώνει διαρκώς με τον Χριστό και μας κάνει ένα σώμα με Αυτόν.

Όσο ενωνόμαστε με τον Χριστό, τόσο η δική Του αγάπη ακτινοβολεί στις σχέσεις μας με τους ανθρώπους. Όσο εμβαθύνουμε στην ζωή της Εκκλησίας, τόσο μας ενώνει με τους αδελφούς μας η ίδια αποστολή και ο ίδιος προορισμός.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη πηγή χαράς από μία τέτοια αγάπη. Αυτή ερμηνεύει την τελευταία φράση της σημερινής περικοπής: «Τώρα όμως εγώ έρχομαι σ’ εσένα, και τα λέω αυτά όσο είμαι ακόμα στον κόσμο, ώστε να έχουν την δική μου την χαρά μέσα τους σ’ όλη την πληρότητά της» (Ιω. 17,13).

Εάν μία τέτοια χαρά ποθήσουμε και εμείς, την χαρά της προσφοράς και της θυσίας στο όνομα της αγάπης για τους αδελφούς μας, είναι βέβαιο πως, και φέτος, θα γιορτάσουμε την Πεντηκοστή ως ένα πολύτιμο δώρο ζωής.

Ας ταυτίσουμε λοιπόν την ζωή μας με την αγάπη του Χριστού και είναι βέβαιο πως θα αξιωθούμε των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος, της μόνης Πηγής της αληθινής χαράς που τόσο στερείται ο σύγχρονος άνθρωπος.

Κατηγορίες
Κοινωνία Περιφερειακά Νέα

Δαμασκηνός: Δεν κινδυνεύουμε από την καταδίκη του Θεού αλλά από τη σύγκριση της ύπαρξής μας με τη δική Του εικόνα

Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού

 

Η ευαγγελική περικοπή της Κυριακής της Απόκρεω αποτελεί σήμαντρο αφύπνισης και απευθύνεται προς όλους ανεξαιρέτως. Το μήνυμά της μάλιστα είναι διπλό: Σήμερα, καταρχάς, μαθαίνουμε πως θα έρθει η στιγμή, κατά την οποία θα σταθούμε πρόσωπο προς πρόσωπο απέναντι στον ζωντανό Θεό. Ίσως πολλοί να φέρνουν στο νου  τους ένα σκηνικό δικαστηρίου, όπου θα κριθούμε για τις αμαρτίες μας. Κάτι τέτοιο όμως δεν θα συμβεί. Όπως διαβεβαιώνουν οι Άγιοι της Εκκλησίας μας, δεν κινδυνεύουμε από την καταδίκη του Θεού, αλλά από τη σύγκριση της ύπαρξής μας με τη δική Του εικόνα. Όπως διαβάζουμε στα συναξάρια, όσο οι άγιοι πλησιάζουν τον Θεό, τόσο αποκαλύπτεται σε αυτούς η συναίσθηση της αμαρτίας τους και τόσο οδηγούνται στη συντριβή και τη μετάνοια. Έτσι και όλοι οι άνθρωποι, όταν σταθούν μπροστά στην απόλυτη ομορφιά του προσώπου του Θεού, θα ανακαλύψουν πόσο διέστρεψαν την εικόνα Του μέσα τους. Όταν αντικρίσουν Εκείνον που τους αγάπησε τόσο πολύ και συνειδητοποιήσουν πόσο λίγη αγάπη Του επέστρεψαν, θα αισθανθούν πολύ βαθύτερο πόνο και από την χειρότερη θεϊκή καταδίκη.

Υπάρχει όμως και ένα δεύτερο μήνυμα, το οποίο πρέπει να μας οδηγήσει σε μία διαρκή αυτοεξέταση και σε μία διαρκή αναζήτηση του τρόπου, τον οποίον μας υπέδειξε ο Κύριος, προκειμένου να ανταποκριθούμε στην άπειρη αγάπη Του και να σταθούμε στα δεξιά Του. Σήμερα, δύο ομάδες ανθρώπων στέκονται ενώπιον του θρόνου Του. Και οι δύο γνωρίζουν τον Θεό και δεν Τον έχουν απορρίψει. Από τον διάλογο μάλιστα φαίνεται πως, και οι δύο κατηγορίες των ανθρώπων αυτών είχαν τη διάθεση να Τον συναντήσουν και να Τον υπηρετήσουν. Η πρώτη κατηγορία απ’ αυτούς διοχέτευσε όλη την αγάπη που έλαβε από τον Θεό προς τον φτωχό, τον φυλακισμένο, τον περιφρονημένο και τον άρρωστο. Η πίστη και η ευγνωμοσύνη προς Εκείνον δεν περιορίστηκε σε λόγια προσευχής, πιθανόν πολύ θερμής, ούτε και σε αφηρημένες σκέψεις, πιθανόν υψηλής θεολογίας, ούτε ακόμη σε φλογερά κηρύγματα για το μεγαλείο και τη δύναμη του επουράνιου Πατέρα. Όλη αυτή η αγάπη προς τον Θεό μεταβλήθηκε σε ευσπλαχνία προς τον συνάνθρωπο. Αντί να αναζητήσουν στους μακρινούς ουρανούς τον αποδέκτη της ευγνωμοσύνης τους, έσκυψαν στον κόσμο τούτο. Αντί να αναζητήσουν τον Θεό στα απρόσιτα ύψη, αναζήτησαν τις ζωντανές εικόνες του. Αντί απλώς να συγκινούνται από τα Θεία Πάθη, απάλυναν τον πόνο και αλάφρωσαν τα βάσανα της καθημερινότητας των εμπερίστατων συνανθρώπων τους.

Ίσως να μην ήταν τόσο ώριμοι πνευματικά, ώστε, σε κάθε άνθρωπο να βλέπουν τον ίδιο τον Χριστό. Ίσως και να έφυγαν από τη ζωή αυτή με το παράπονο πως δεν γεύτηκαν ποτέ την παρουσία Του. Γι’ αυτό και στη σημερινή παραβολή, αναρωτιούνται: «Κύριε, πότε σε  είδαμε άρρωστο, πεινασμένο, διψασμένο, γυμνό ή φυλακισμένο και σε συντρέξαμε;»

Έφτασε, όμως, η στιγμή της μεγάλης αποκάλυψης. Έφτασε η στιγμή, ο Ίδιος να τους διαβεβαιώσει πως Τον συνάντησαν στα πρόσωπα εκείνων που δεν περιφρόνησαν. Ο φτωχός, ο γυμνός, ο πληγωμένος, ο εγκαταλελειμμένος, ο φυλακισμένος που χτύπησαν την πόρτα τους, ήταν, όντως, Εκείνος που πίστευαν και περίμεναν.

Η δεύτερη κατηγορία των ανθρώπων της σημερινής παραβολής έχει πολλές ομοιότητες με την πρώτη. Και εδώ, οι άνθρωποι έχουν αποδεχθεί την ύπαρξη του Θεού και, μάλιστα, η παραβολή μάς αφήνει να υποθέσουμε πως και εκείνοι αναζητούσαν να δουν το πρόσωπό Του. Το ίδιο πράγμα ρωτούν: «Κύριε, πότε σε  είδαμε άρρωστο, πεινασμένο, διψασμένο, γυμνό ή φυλακισμένο και δεν σε συντρέξαμε;»

Απέτυχαν όμως! Σε τι; Στη μίμηση Εκείνου που μόνο θεωρητικά πίστευαν και αγαπούσαν. Ενώ ο επουράνιος Θεός «εκένωσεν εαυτόν», δηλαδή αποξενώθηκε από τον θεϊκό του χαρακτήρα και καταδέχτηκε, από άπειρη αγάπη, να λάβει τη μορφή των πλασμάτων του, οι άνθρωποι της δεύτερης αυτής κατηγορίας περιφρόνησαν τη γη, αδιαφόρησαν για τις ζωντανές εικόνες του Θεού και Τον άφησαν ολομόναχο να περιφέρεται στους δρόμους του πόνου και της αδικίας αυτού του κόσμου. Την ώρα που τα πρόβατα της παραβολής Τον ακολούθησαν στη συμπόνια Του για τους ανθρώπους και μετέτρεψαν τη θεωρητική αγάπη σε πράξη, τα ερίφια  αρκέστηκαν σε μία αδρανή ευσέβεια, στερημένη όμως από την έμπρακτη ευσπλαχνία.

Ιδού, λοιπόν, για ποιό λόγο η σημερινή παραβολή μας προσφέρει μία μεγάλη ευκαιρία. Σήμερα έχουμε τη δυνατότητα να ταυτίσουμε, στο νου και την καρδιά μας, τον Θεό που πιστεύουμε και θέλουμε να αγαπούμε, με τον συνάνθρωπο που περιμένει βοήθεια και συμπαράσταση. Φαίνεται τόσο απλό και συγχρόνως τόσο μεγαλειώδες: Τη στιγμή που αισθανόμαστε πως ο Θεός που πιστεύουμε είναι μακριά μας και πως, ίσως, οι προσευχές μας να μη φτάνουν σ’ Εκείνον, ο ίδιος ο Χριστός, παίρνοντας το πρόσωπο τον αδελφών μας, κυκλοφορεί δίπλα μας.

Στην Τελική Κρίση δεν θα κριθούμε επειδή δεν κάναμε θαύματα ή δεν είδαμε οράματα. Θα κριθούμε διότι δεν αναγνωρίσαμε τον ίδιο τον Χριστό στα πρόσωπα των ανθρώπων. Αν κάποιος μας έλεγε πως αυτή την ώρα, έξω από τον Ναό, στέκεται ο ίδιος ο Χριστός και μάς περιμένει, δεν θα τρέχαμε, άραγε, αφήνοντας κάθε άλλη ασχολία, προκειμένου να Τον αγκαλιάσουμε και να Τον υπηρετήσουμε; Ιδού, λοιπόν, η μεγάλη μας ευκαιρία, ώστε, η πίστη και η αγάπη μας προς Αυτόν να μετατραπεί σε έργο και διακονία προς τις ζωντανές Του εικόνες. Ας αναζητήσουμε όλοι μαζί μία ζωή, στην οποία, μοναδική προτεραιότητα θα είναι να γίνουμε δικοί Του διάκονοι, έχοντας ανοιχτά τα μάτια και τα αυτιά της καρδιάς μας στις εκκλήσεις που καθημερινά μάς απευθύνουν οι αναγκεμένοι άνθρωποι του καιρού μας. Και ας μην ξεχνάμε πως, πείνα δεν είναι μόνον η ανάγκη για τροφή, αλλά και η ανάγκη για έναν καλό λόγο, για λίγο χρόνο, για λίγη συγχώρεση. Ασθένεια δεν είναι μόνον εκείνη του σώματος που οδηγεί έναν άνθρωπο στο νοσοκομείο, αλλά και εκείνη της ψυχής που μαραζώνει στη μοναξιά και περιμένει μία ανθρώπινη παρουσία για να αρχίσει και πάλι να αναπνέει. Φυλακισμένος δεν είναι μόνον εκείνος που βρίσκεται μέσα σε ένα κελί, αλλά και εκείνος που βιώνει την απομόνωση και τον αποκλεισμό.

Σε καιρούς με ανάγκες πρωτόγνωρες και επείγουσες, ο ίδιος ο Χριστός μάς απλώνει συνεχώς το χέρι. Κάθε ώρα και κάθε στιγμή, στη ζωή του καθενός, πραγματοποιείται η τελική κρίση. Είναι στο χέρι μας να μετατραπεί ο τρόπος της ζωής μας και η αγάπη προς τον συνάνθρωπο σε δρόμο που θα μάς οδηγήσει κατευθείαν στην αγκαλιά Εκείνου που περιμένει όλους

Κατηγορίες
Κοινωνία Περιφερειακά Νέα

ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ: “Να θέσουμε ως σκοπό της ζωής μας την διαρκή μεταμόρφωσή μας σε ανθρώπους ευγνωμοσύνης”

Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού

 

«Ουχί οι δέκα εκαθαρίσθησαν; οι δε εννέα που;

Αυτή είναι η φράση του Κυρίου μας, όταν δέχτηκε την ευγνωμοσύνη του ενός από τους δέκα λεπρούς, που μόλις είχε θεραπεύσει με τρόπο θαυματουργικό. Οι υπόλοιποι εννέα ανήκαν στον λαό του Ισραήλ. Ο ένας, ο ευγνώμων, ήταν αλλοεθνής Σαμαρείτης, περιφρονημένος από τους συμπατριώτες του Ιησού, αλλά σωστότερος ως προς την ηθική συμπεριφορά του από εκείνους.

Μοιάζει με παράπονο η φράση αυτή. Όμως, δεν είναι. Ο Θεός είναι η πηγή της πλήρους και απόλυτα ανιδιοτελούς αγάπης και δεν ρυθμίζει το μέγεθος των ευεργεσιών Του, ανάλογα με την ευγνωμοσύνη των ανθρώπων. Με την φράση αυτή, λοιπόν, ο Χριστός δεν επιθυμεί να διαμαρτυρηθεί, αλλά να διδάξει.

Άραγε, πόσες φορές προσφέρουμε σε ανθρώπους μία ασήμαντη ή έστω σοβαρή ευεργεσία, περιμένοντας, δικαίως, την ευγνωμοσύνη τους; Και πόσες φορές, όταν εκ μέρους τους βιώσουμε την αχαριστία, εκνευριζόμαστε και διαμαρτυρόμαστε επειδή στερηθήκαμε την ηθική, έστω, ανταμοιβή που θεωρούμε πως δικαιούμεθα; Φανταστείτε, αναφέρει ο άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, τί θα αισθανόμασταν αν είχαμε την δύναμη να απαλλάξουμε έναν άνθρωπο από μία ανίατη και θανατηφόρα ασθένεια και να μην γυρνούσε πίσω να πει ούτε ένα «ευχαριστώ». Κι όμως, μια τέτοια αχαριστία βιώνει σήμερα ο Κύριός μας εκ μέρους των ανθρώπων.

Όντως, αποτελεί πικρότατη εμπειρία για έναν άνθρωπο η αγνωμοσύνη. Αν, λοιπόν, εμείς θεωρούμε δίκαιο να εισπράξουμε ευγνωμοσύνη για τις μικρές ευεργεσίες που συχνά παρέχουμε στους ανθρώπους, πόσο δίκαιο είναι να αισθανόμαστε διαρκώς ευγνώμονες προς τον Θεό για όλες εκείνες τις φανερές, αλλά και αφανείς ευεργεσίες, τις οποίες δεχόμαστε καθημερινά; Πίσω λοιπόν από το φαινομενικό παράπονο του Κυρίου μας, κρύβεται η επιθυμία Του να μας

μεταμορφώσει σε ανθρώπους ευγνωμοσύνης, ανθρώπους, οι οποίοι, κάθε φορά που αισθάνονται μία, έστω δικαιολογημένη, πικρία για την αγνωμοσύνη που δέχονται, να θυμούνται το απείρως μεγαλύτερο μέγεθος της ευγνωμοσύνης που οφείλουμε απέναντι σε Εκείνον που μας έδωσε την ζωή, μας φροντίζει διαρκώς και μας προστατεύει από κάθε πειρασμό και κίνδυνο.

Βεβαίως, δεν λείπουν οι συνάνθρωποί μας που δοξολογούν τον Θεό για τις ευεργεσίες Του. Έρχεται όμως ο Μέγας Βασίλειος να μας μεταφέρει με τον λόγο του σε ένα υψηλότερο επίπεδο ευγνωμοσύνης. «Είναι αισχρό» λέει «όταν μεν τα πράγματα έρχονται ευνοϊκά να ευλογούμε τον Θεό, όταν όμως γίνονται στενάχωρα και οδυνηρά να σιωπούμε ή και να στρεφόμαστε εναντίον Του».

Αναφέρει αυτά ο μέγας Ιεράρχης, διότι γνωρίζει πως η ευγνωμοσύνη προς τον Θεό πρέπει να έχει θεμέλιο την ακράδαντη εμπιστοσύνη προς Εκείνον. Όποιος πιστεύει με όλη την δύναμη της ψυχής του πως, ούτε μία στιγμή της ζωής μας δεν στερείται την αγάπη και την πρόνοια του Θεού, είναι βέβαιο πως θα συνεχίσει να είναι ευγνώμων και για τις αντιξοότητες, τις οποίες θα θεωρεί τρόπους και μέσα παιδαγωγίας και μακροπρόθεσμης ευεργεσίας.

Γι’ αυτό και ο Ιερός Χρυσόστομος, παραγγέλλει στους Χριστιανούς να ευχαριστούν τον Θεό στις προσευχές τους, όχι μόνον για τις ευεργεσίες που είναι σύμφωνες με το θέλημά τους, αλλά και για όσες δεν είναι. Την διδασκαλία αυτή, ο μέγας αυτός Πατέρας της Εκκλησίας την έκανε πράξη και στη δική του ζωή, λέγοντας διαρκώς «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν». Αυτό έγραφε στις επιστολές του, αυτό ήταν και το τελευταίο που ακούστηκε από το στόμα του, λίγες στιγμές πριν ξεψυχήσει στην εξορία όπου τον έστειλε ο φθόνος και η συκοφαντία των ανθρώπων.

Όμως, η σημερινή ευαγγελική περικοπή δεν αποσκοπεί να μας μεταμορφώσει σε ανθρώπους ευχαριστίας μόνον για λόγους δικαιοσύνης. Το Ευαγγέλιο, εξιστορώντας το σημερινό θαύμα, μάς καλεί να υιοθετήσουμε και έναν χαρούμενο, έναν φωτεινό τρόπο ζωής. Πράγματι, κάθε φορά που μιλάμε για ευγνωμοσύνη, είναι σαν να μιλάμε για μία ευλογημένη ζωή. Δυστυχώς, ο σημερινός κόσμος, ξεχνώντας τον Θεό, έπαψε να εκτιμά και τα δώρα Του. Χωρίς την διαρκή ευγνωμοσύνη προς Εκείνον, έμαθε να θεωρεί το καθετί δεδομένο και αυτονόητο. Όχι, όμως, μόνον αυτό. Ο αγνώμων άνθρωπος επικεντρώνει διαρκώς την προσοχή του σε ό,τι του λείπει, με συνέπεια να αισθάνεται διαρκώς πως η ζωή μόνο του χρωστά και πως διαρκώς στερείται αυτά που αξίζει. Τότε, η καθημερινότητα διαποτίζεται από ένα διαρκές παράπονο, που συχνά εξελίσσεται σε θυμό, αλλά και φθόνο.

Αντίθετα, ο ευγνώμων άνθρωπος βιώνει την κάθε μέρα του ως θαύμα. Κάθε τι που του συμβαίνει, όχι μόνον ευχάριστο αλλά και δυσάρεστο, αποτελεί γι‘ αυτόν επιβεβαίωση της αγάπης του Θεού, ο Οποίος δεν τον ξεχνά ποτέ. Αλλά και κάτι περισσότερο: ο ευγνώμων άνθρωπος αισθάνεται την ανάγκη να μοιραστεί όσα δέχτηκε· όχι μόνο τα υλικά αγαθά, αλλά και την χαρά που νιώθει. Πρόκειται για εκείνους, οι οποίοι επιβεβαιώνουν την διδασκαλία του Αποστόλου

Παύλου, πως αποτελεί μεγαλύτερη χαρά το να δίνεις από το να λαμβάνεις. Πρόκειται για εκείνους, οι οποίοι, ζώντας με διαρκή ευγνωμοσύνη, όπου βρεθούν, σκορπίζουν γύρω τους αισιοδοξία και φωτεινά συναισθήματα. Πρόκειται για εκείνους, οι οποίοι, και μόνον με την παρουσία τους, αναπαύουν τις ζωές των ανθρώπων που βρίσκονται γύρω τους.

Επιτρέψτε μου, όμως, να αναφερθώ και στα παιδιά μας. Παραπονιόμαστε συχνά πως μόνο απαιτούν και δεν ξέρουν να ευχαριστούν εκείνους που τα ευεργετούν, ούτε καν τους ίδιους τους γονείς τους. Η ευθύνη όμως βαραίνει συχνά εμάς. Διαμορφώσαμε μία κοινωνία, όπου όλοι απαιτούν τα δικαιώματά τους, ελάχιστοι όμως είναι σε θέση να αναγνωρίσουν τις καθημερινές ευεργεσίες που δέχονται. Τα παιδιά μας αναπτύσσονται σε μία ατμόσφαιρα διαρκούς γκρίνιας και παραπόνου για όσα μας λείπουν. Θα είχαν όμως να ωφεληθούν σε πολλά, αν τους προσφέραμε μία ανατροφή ευχαριστίας για όσα απολαμβάνουμε. Και επειδή αγωνιούμε για την χριστιανική διαπαιδαγώγησή τους, ας μην ξεχνάμε πως η Εκκλησία μας ονομάζει το κατεξοχήν Μυστήριό της «Θεία Ευχαριστία» θεωρώντας πως αυτή είναι η πλέον μεγαλειώδης και αρμόζουσα στάση που μπορεί να υιοθετήσει ένας άνθρωπος απέναντι στον Θεό.

Αν θέλουμε λοιπόν να απολαύσουμε όντως τους καρπούς της μυστηριακής και λατρευτικής ζωής, ας θέσουμε ως σκοπό την διαρκή μεταμόρφωσή μας σε ανθρώπους ευγνωμοσύνης. Ας μιμηθούμε το παράδειγμα του ευγνώμονα Σαμαρείτη της σημερινής περικοπής και, όπως διδάσκει ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος, ας παρακινήσουμε, μέσω της ευγνωμοσύνης μας, τον μεγάλο ευεργέτη μας Χριστό να πολλαπλασιάσει τις δωρεές Του προς όλους μας.

Exit mobile version