Κατηγορίες
Αφιερώματα Πρόσωπα

Συλληπτήριο ψήφισμα για τον θάνατο του Πάνου Τσίρκα από τη Βυρωνική Εταιρεία Μεσολογγίου

ΨΗΦΙΣΜΑ

Το Διοικητικό Συμβούλιο της Βυρωνικής Εταιρείας Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου, μετά το θλιβερό άγγελμα θανάτου του Παναγιώτη Τσίρκα που υπήρξε επί σειρά ετών Ταμίας  της Βυρωνικής Εταιρείας, συνήλθε εκτάκτως και ομόφωνα αποφάσισε τα εξής:

  1. Να παραστεί η Πρόεδρος και μέλη του Δ.Σ στη νεκρώσιμη ακολουθία του εκλιπόντος.
  2. Να εκφράσει τη βαθιά λύπη των μελών του και τα θερμά συλλυπητήρια του στην οικογένεια του εκλιπόντος.
  3. Να καταθέσει αντί στεφάνου ένα ποσό στη μνήμη του, στο Εργαστήρι για Νέους με Αναπηρίες «Παναγία Ελεούσα».
  4. Το παρόν να επιδοθεί στην θυγατέρα του Μαρία και να δημοσιευτεί στον τοπικό τύπο.

 

 Η Πρόεδρος                       Η Γενική  Γραμματέας

Ροδάνθη  Φλώρου               Ελένη Σπίνουλα- Ζαβιτσανάκη

Κατηγορίες
Εκδηλώσεις Πολιτισμός

ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ: Με επιτυχία η εκδήλωση της Βυρωνικής για τα 200 χρόνια από το θάνατο του φιλέλληνα Καρλ Νόρμαν

Την Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2022, η ΒΥΡΩΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου πραγματοποίησε εκδήλωση τιμώντας την Επέτειο των 200 Χρόνων από τον θάνατο του Φιλέλληνα Στρατηγού Κάρλ Νόρμαν που άφησε την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι στις 15 Νοεμβρίου 1822.
Την εκδήλωση χαιρέτησαν η Πρόεδρος της Βυρωνικής Εταιρείας, Ροδάνθη- Ρόζα Φλώρου, η οποία αναφέρθηκε στον Φιλελληνισμό και ο Αντιδήμαρχος Νίκος Καραπάνος.
Τον συντονισμό της εκδήλωσης είχε η Γεν. Γραμματέας της ΒΕΜ, Έλενα Σπίνουλα-Ζαβιτσανάκη.
Ο Καθηγητής Κώστας Παπαηλιού, συγγραφέας και συλλέκτης σπανίων βιβλίων, με μια εξαιρετικά εμπεριστατωμένη ομιλία με θέμα ” Στρατηγός Νόρμαν: Από το Έρενφελς στο Μεσολόγγι” μας γνώρισε την ζωή αλλά και την προσφορά του Στρατηγού Νόρμαν προς την Αγωνιζόμενη Ελλάδα.
Την θαυμάσια δραματοποίηση και την ανάγνωση τριών επιστολών του Στρατηγού Νόρμαν που γράφτηκαν στο Ναβαρίνο, την Κόρινθο και το Μεσολόγγι, ανέλαβαν ο Τάσος Ζούκας και η Φανή Πρεμέτη σε σκηνοθεσία της Ελευθερίας Τσακανίκα, όλοι τους μέλη της δραστήριας Θεατρικής Ομάδας του Πολιτιστικού Εργαστηρίου Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου.

Με την Σονάτα No1. op. 10 του Μπετόβεν, ο μαθητής πιανίστας, Μάνος Πανόπουλος, μάγεψε το κοινό με την καθοδήγηση του Μαέστρου Σπύρου Χολέβα, Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Δημοτικού Ωδείου Μεσολογγίου.

Μετά το πέρας της εκδήλωσης στο Βυρώνειο κτήριο, έγινε μετάβαση στον Κήπο των Ηρώων, όπου πραγματοποιήθηκε κατάθεση στο Μνημείο των Γερμανών Φιλελλήνων που πρώτο αναγράφεται το όνομα του Στρατηγού Νόρμαν, από τον Αντιδήμαρχο Νίκο Καραπάνο εκ μέρους του Δήμου της Ιερής Πόλης Μεσολογγίου, από την Πρόεδρο της ΒΕΜ, Ροδάνθη Φλώρου και από τον καθηγητή Κώστα Παπαηλιού, εκ μέρους του Κόμη Νόρμαν απόγονου του Φιλέλληνα, που ζει στην Γερμανία.
Ο μικρός Μάριος Χολέβας, ντυμένος και αρματωμένος με τον Ντουλαμά του, έδωσε τα στεφάνια και παρακολούθησε την όλη εκδήλωση με προσοχή και ενδιαφέρον.
Στην εκδήλωση παραβρέθηκαν ο Υποδιευθυντής της Αστυνομικής Διευθύνσεως Αιτωλίας κ. Τέλωνας , ο Αντιδήμαρχος Νίκος Καραπάνος, οι Δημοτικοί Σύμβουλοι, Σπύρος Βασιλείου, Βιβή Πετρονικολού, Γιώργος Σωτηρακόπουλος και Πάνος Παπαδόπουλος, ο Πρόεδρος και Ιδρυτής της ”Διεξόδου”, Νίκος Κορδόσης, ο Πρόεδρος του ΕΨΥΠΕΑ, Πάνος Ζαβιτσανάκης, τα μέλη του ΔΣ του Εργαστηρίου Παναγία Ελεούσα, Ασπασία Καρατζογιάννη και Δώρα Ρουπάκη, ο Πρόεδρος της Αρχαιολογικής Εταιρείας, Αθανάσιος Σπυρόπουλος, ο Αντιπρόεδρος του Συλλόγου “Φίλοι της Λιμνοθάλασσας” Κωνσταντίνος Χριστογιάννης, μέλη της Βυρωνικής Εταιρείας, Συμπολίτες μας, επισκέπτες από Αθήνα και άλλες πόλεις του Νομού.
Η λήψη του βίντεο και οι φωτογραφική κάλυψη της εκδήλωσης έγινε από τον Νίκο Παπαλέξη.
Κατηγορίες
Κοινωνία Περιφερειακά Νέα

ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ: Από τον θρίαμβο στην τραγωδία (1919-1922) μέσα από πηγές και περιγραφές αυτοπτών μαρτύρων


Γράφει, η  Έλενα Σπίνουλα-Ζαβιτσανάκη,

Φιλόλογος, Γενική Γραμματέας της Βυρωνικής Εταιρείας Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου.

Αναδημοσίευση από την  Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη της Βυρωνικής Εταιρείας.

 

 

Συμπληρώθηκαν εκατό χρόνια από την μικρασιατική καταστροφή, που καθόρισε με τρόπο τραγικό την Ιστορία του νεότερου ελληνισμού. Το μαρτύριο της πρωτεύουσας της Ιωνίας υπήρξε η αποκορύφωση της εκτεταμένης ανθρώπινης τραγωδίας και ταυτίστηκε με τις πιο οδυνηρές στιγμές του ελληνισμού στην σύγχρονη εποχή.

Η Σμύρνη μια κοσμόπολη του 19ου και του πρώιμου 20ου αιώνα με μια πολυπληθή και ακμάζουσα ελληνική κοινότητα, ήταν η Μητρόπολη του Μικρασιατικού ελληνισμού. Στις μέρες μας παρά τα ευρωπαϊκό της πρόσωπο, δεν ανακαλεί κάτι από το κοσμοπολίτικο παρελθόν της αλλά ζωντανεύει το μύθο της μέσα από τις αναμνήσεις, τις εικόνες και τις σελίδες των βιβλίων.

Η Ελλάδα διέθετε ιστορικούς τίτλους 3.000 χρόνων στα μικρασιατικά εδάφη, ενώ η μεγαλύτερη και ισχυρότερη μειονότητα της περιοχής ήταν η ελληνική αποτελούμενη από 2.500.000 Έλληνες.

Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί τις δραματικές εξελίξεις που θα ακολουθούσαν και τις αρνητικές συνέπειές τους για τον Ελληνισμό, όταν στις 29 Απριλίου 1919 ο Βενιζέλος τηλεγραφούσε στο υπουργείο εξωτερικών: «Αυτήν την στιγμήν το Ανώτατον Συμβούλιον της Συνδιασκέψεως απεφάσισεν όπως το εκστατευτικόν σώμα αποχωρήσει αμέσως δια Σμύρνην. Η απόφασις ελήφθη παμψηφεί. Ζήτω το έθνος!» και οι Σμυρναίοι άκουγαν από τα χείλη του πλοιάρχου Μαυρουδή το διάγγελμα του Βενιζέλου: «Το πλήρωμα του χρόνου ήλθεν. Η Ελλάς εκλήθη υπό του Συνεδρίου της Ειρήνης να καταλάβη Σμύρνην ίνα ασφαλίση την τάξιν. Οι ομογενείς εννοούσιν ότι η απόφασις αύτη ελήφθη διότι εν τη συνειδήσει των διευθυνόντων το Συνέδριον είναι αποφασισμένη η ένωσις της Σμύρνης μετά της Ελλάδος. Διατελέσας μέχρι των Βαλκανικών Πολέμων υπόδουλος από τον αυτόν σκληρότατον ζυγόν, εννοώ ποία αισθήματα χαράς θα πλημμυρίσουν σήμερον τας ψυχάς των Ελλήνων της Μικράς Ασίας.

… Η ελληνική ελευθερία θα φέρη προς όλους, ανεξαρτήτως φυλής και θρησκεύματος, την ισότητα και την δικαιοσύνην».

Το πρωϊνό της 2ας Μαΐου 1919 άρχισε η αποβίβαση του ελληνικού στρατού σε διάφορα μέρη της προκυμαίας της Σμύρνης. Ένα δάσος από γαλανόλευκες υποδέχτηκε τον στρατό και ανάμεσά τους, ένα τεράστιο δαφνοστόλιστο πορτραίτο του Βενιζέλου. Κάτω από τις επευφημίες του Ελληνικού πληθυσμού οι στρατιώτες παρήλασαν στην προκυμαία. Για την γιορτινή για τον ελληνισμό της Σμύρνης ατμόσφαιρα της ημέρας εκείνης, χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία του Αλέξη Αλεξίου όπως καταγράφηκε από το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών: «Δύο Μαΐου του 1919 έγινε η ελληνική κατοχή. Όλη η Σμύρνη γιόρταζε ήταν σαν Πάσχα, ακούγονταν κανονιές από τα καράβια, παντού κυμάτιζε η γαλανόλευκη. Όλοι φορούσαμε στο στήθος μας εθνικές κονκάρδες. Όλοι τρέχουν στην προκυμαία κοπάδια, κοπάδια. Ξεφώνιζαν και τραγουδούσαν. Όλοι βιάζονταν να δουν τα ευζωνάκια, τον ελληνικό στρατό, τα ελληνικά καράβια: τον «Αβέρωφ», τον «Ατρόμητο», τον «Λέοντα». Έζησα τις αξέχαστες στιγμές της λευτεριάς…».

Στις 6 Μαρτίου αποκαταστάθηκαν οι τουρκικές πολιτικές αρχές, όπως όριζε η συμμαχική εντολή για την κατάληψη της πόλης. Σε λίγες ημέρες εγκαταστάθηκε στην Ιωνική πρωτεύουσα και η ελληνική διοίκηση με επικεφαλής τον ύπατο αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη, πρόσωπο το οποίο διαδραμάτισε σημαντικό αλλά αμφιλεγόμενο ρόλο στην μικρασιατική επιχείρηση.

Στα τέλη Ιουνίου του 1919 σύσσωμος ο ελληνικός λαός της Σμύρνης υποδέχθηκε με έξαλλο ενθουσιασμό τον Σμυρναίο αρχιστράτηγο Λεωνίδα Παρασκευόπουλο.

Τον Αύγουστο του 1920 επιβλήθηκε από τις συμμαχικές δυνάμεις στην σουλτανική κυβέρνηση η Συνθήκη των Σερβών, η οποία διέλυε την αυτοκρατορία και δημιουργούσε μια μεγάλη Ελλάδα. Η υπογραφή της δικαίωσε το όραμα της Μεγάλης Ιδέας και έκανε πραγματικότητα την «Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών». Η Ελλάδα προσαρτούσε την ανατολική Θράκη, την Ίμβρο και την Τένεδο ενώ της αναγνωριζόταν κυριαρχικά δικαιώματα στην περιοχή της Σμύρνης.

Η ήττα του κόμματος των Φιλελευθέρων τον Νοέμβριο του 1920 και η επαναφορά στον θρόνο του γερμανόφιλου βασιλιά Κων/νου, έδωσε το πρόσχημα στους συμμάχους να εγκαταλείψουν την Ελλάδα.

Τον Μάϊο του 1922 φθάνει στην Σμύρνη ο μητροπολίτης Πάφου και μεταφέρει μήνυμα αλληλεγγύης από τον κυπριακό στον μικρασιατικό λαό. Η επιστολή του Αρχιεπισκόπου Κύπρου, η οποία όπως έγραψε στην απάντησή του ο Χρυσόστομος «βάλσαμον παρηγορίας ενεστάλλαξαν εις την καρδιάν των Μικρασιατών» ανέφερε μεταξύ άλλων: «Τμήμα αναπόσπαστον της όλης ελληνικής οικογένειας η νήσος ημών… ησθάνθη την ην και όλου του Ελληνικόν ανεκλάλητον χαράν, ότε την 2αν Μαΐου 1919 ο ελληνικός στρατός ελάμβανε την εντολήν να φέρει μέχρι των ακτών και των μεσογείων της ηλιολούστου Ιωνίας του χαρμόσυνον ασπασμόν της ελευθέρας Πατρίδος…».

Όταν στις 18 Ιουλίου 1922 κηρύχθηκε η μικρασιατική αυτονομία οι σύμμαχοι ανακοίνωσαν στην ελληνική κυβέρνηση την άρνησή τους να τη δεχθούν.

Η από καιρό αναμενόμενη τουρκική επίθεση εκδηλώθηκε στις 15 Αυγούστου και η έως τότε αήττητη ελληνική στρατιά κατέρρευσε.

Από τις 19 Αυγούστου ο Στεργιάδης είχε δώσει επείγουσα και εμπιστευτική εντολή σε όλους τους αντιπροσώπους της ελληνικής διοίκησης να συσκευάσουν τα αρχεία των υπηρεσιών τους και να ειδοποιήσουν τους υπαλλήλους να είναι έτοιμοι για αναχώρηση. Ο λαός της Σμύρνης παρακολουθούσε πανικόβλητος την πόλη να γεμίζει από κυνηγημένους πρόσφυγες και καταπτοημένους Έλληνες στρατιώτες, που αναζητούσαν απεγνωσμένα δρόμο διαφυγής.

Είναι φανερό ότι όλα έχουν πια χαθεί. Οι στρατιωτικές και πολιτικές αρχές φρόντισαν την επιβίβαση του στρατού στα πλοία, αφήνοντας τους ανυπεράσπιστους κατοίκους στην τραγική τους μοίρα. Στο στρατηγείο ο λοχίας Κώστας Στούρνας θα υποστείλει για τελευταία φορά την ελληνική σημαία: «Να που την ώρα αυτή θα κατεβάσω από το κοντάρι της τη γαλάζια σημαία. Βγαίνω αδιάφορος και κοιτάω έναν όμιλο Τούρκων, που παρακολουθεί με περιέργεια και χαρά κάθε κίνησή μου. Κατεβάζω τη γαλανόλευκη σιγά – σιγά όπως γινόνταν τακτικά κάθε δειλινό εδώ και τρία χρόνια τώρα, κι αφήνω πάνω στο ψηλό κοντάρι της, το συρματόσκοινο, για να νομίσουν, ότι και το άλλο πρωί θα υψωθεί στη θέση της».

Στις 26 Αυγούστου το απόγευμα αναχώρησε ο Αριστείδης Στεργιάδης. Θα επιβιβαστεί σε αγγλικό πολεμικό. Από εκεί θα μεταφερθεί στη Ρουμανία και μετά στην Γαλλία, όπου θα μείνει μέχρι το τέλος της ζωής του.

Η Ελλάδα είχε πια εγκαταλείψει την Σμύρνη. Πολλοί δυστυχισμένοι κάτοικοί της βρήκαν καταφύγιο κοντά στον μητροπολίτη τους στο προαύλιο της Αγίας Φωτεινής. Ο Χρυσόστομος αρνήθηκε να φύγει, παρά τις επίμονες παραινέσεις, και έμεινε κοντά στο ποίμνιό του.

Στις 27 Αυγούστου οι πρώτοι Τσέτες μπήκαν στην πόλη και άρχισαν οι βιαιοπραγίες κατά των Χριστιανών. Ο παλιός διοικητής της πόλης Νουρεντίν μπέης, ανέλαβε ξανά τα καθήκοντά του και αφού ζήτησε να παρουσιαστεί ο Χρυσόστομος μπροστά του, τον παρέδωσε στον εξαγριωμένο τουρκικό όχλο στα χέρια του οποίου βρήκε μαρτυρικό θάνατο.

Οι Αρμένιοι δέχθηκαν το πρώτο κύμα των σφαγών και της λεηλασίας. Γράφει ο Χρήστος Αγγελομάτης: «Από της νυκτός όμως της 31ης Αυγούστου που το έργον της καταστροφής δια πυρός και σιδήρου της Αρμενικής συνοικίας είχε τερματισθή οι Τούρκοι στράφηκαν εξ ολοκλήρου προς τας Ελληνικάς».

Την τελευταίαν ημέρα του Αυγούστου ξεκίνησε η πυρκαγιά. Οι Τούρκοι πυρπόλησαν στην αρχή την Αρμενική συνοικία και σύντομα επεκτάθηκε η φωτιά σε όλες τις ελληνικές γειτονιές. Σκηνές φρίκης και αποτροπιασμού διαδραματίσθηκαν κάτω από τα βλέμματα των πληρωμάτων των συμμαχικών πλοίων. Χιλιάδες κόσμος συνωστίζονταν στην προκυμαία, κυνηγημένοι από τους Τούρκους και τη φωτιά. Ο διοικητής Νουρεντίν δίνει προθεσμία δύο εβδομάδων για την αναχώρηση του χριστιανικού πληθυσμού. Οι άνδρες από 18 έως και 45 ετών θα παρέμεναν ως αιχμάλωτοι μέχρι το τέλος των εχθροπραξιών. Οι σφαγές και οι λεηλασίες εντάθηκαν. Ο Αμερικανός πρόξενος στην Σμύρνη Τζώρτζ Χόρτον γράφει: «Χιλιάδες υποφέρουν και πεθαίνουν στην Σμύρνη. Η κατάσταση των ανθρώπων αυτών ξεπερνά κάθε περιγραφή. Δεν θυμάμαι επεισόδιο στην ιστορία παρομοίων ανθρωπίνων συμφορών. Έχοντας πίσω τους τα φλεγόμενα σπίτια τους, οι άνθρωποι αυτοί μένουν επί ώρες και ημέρες στην προκυμαία της Σμύρνης – γυναίκες, άνδρες, παιδιά – κραυγάζοντες και εκλιπαρώντας για να φύγουν». Όσοι άνδρες πιάσθηκαν αιχμάλωτοι και δεν θανατώθηκαν αμέσως, οδηγήθηκαν σε πορείες θανάτου προς το εσωτερικό απ’ όπου λίγοι κατάφεραν να επιστρέψουν.

Τις τραγικές εκείνες μέρες η Σμύρνη ξεθεμελιώθηκε. Η φωτιά απλώθηκε στις χριστιανικές συνοικίες και αποτέφρωσε τέσσερα εκατομμύρια στρέμματα. Κάηκαν σχεδόν όλοι οι ορθόδοξοι ναοί της πόλης τα ιδρύματα τα σχολεία. Τρείς χιλιάδες χρόνια Ελληνικής Ιστορίας και πολιτισμού τερματίστηκαν βίαια μέσα σε 15 ημέρες.

Είναι σχεδόν ακατόρθωτο να βρει κανείς λόγια να περιγράψει τις φρικτές σκηνές εκείνων των ημερών. Μόνο ο άμεσος λόγος της περιγραφής των αυτοπτών μαρτύρων, μπορεί να δώσει το μέγεθος της ανθρώπινης τραγωδίας:

«…Τα πρώτα μηνύματα της Καταστροφής μας ήρθαν με την οπισθοχώρηση του στρατού μας. Είδα αξιωματικούς στο δρόμο, που ξήλωναν και πετούσαν τα γαλόνια τους και τα παράσημά τους.

Ένα μεσημέρι έγινε μεγάλη φασαρία και κακό, μαθεύτηκε, ότι οι Τούρκοι βάλαν φωτιά στη συνοικία της Αρμενίας. Είχα ένα προαίσθημα. Μια κατάθλιψη μου βάραινε τη ψυχή και δεν μπορούσα να το εξηγήσω. Δεν αργήσαμε να δούμε τους πρώτους καπνούς της φωτιάς. Ο κόσμος άρχισε να φεύγει από τη Σμύρνη, γιατί η φωτιά όλο μεγάλωνε…

Όλος αυτός ο κόσμος, χιλιάδες κόσμος, προχωρούσε προς το Κορδελιό, γιατί διαδίδονταν πως στο Κορδελιό αράζουν διάφορα βαποράκια και σώνουν τον κόσμο…

Όταν έφεξε η μέρα, είδαμε να έρχεται από το Κορδελιό προς τη Σμύρνη τουρκική καβαλαρία, οπλισμένη με σπαθιά. Πιο πίσω ακολουθούσαν Τσέτες.

Τότε μας βρήκαν τα χειρότερα, οι Τσέτες πέσαν απάνω στον κόσμο και κάναν όλων των ειδών τα εγκλήματα. Χτυπούσαν τους άντρες και τους ζητούσαν παράδες, και μαλαματικά από τις γυναίκες. Αρπούσαν όποια κοπέλα τους σφαντούσε και την ντρόπιαζαν, φόβος και τρόμος μας έπιασε όλους. Ήταν ο κόσμος θάλασσα, χιλιάδες κόσμος, που έκλαιε και βογκούσε. Προχωρούσαμε, όπου προχωρούσαν όλοι, προς το Κορδελιό. Από κει θα σωθούμε.

Σαν πλησιάζαμε στο χωριό Πετρωτά είδαμε να ’ρχεται προς το μέρος μας ένα άλλο μπουλούκι, δηλαδή με αντίθετη κατεύθυνση. Μουρμουρίστηκε σε λίγο, ότι οι Τούρκοι διώχνουν τους χριστιανούς από το Κορδελιό, για να τους εμποδίσουν να φύγουν από κει. Κλαυθμός και οδυρμός!

Ο κόσμος τα ’χασε πια, απελπίστηκε τελείως. Άλλοι κλαίγαν, άλλοι χτυπιούνταν και μοιρολογούσαν κι άλλοι σέρναν τα πόδια τους και σώπαιναν. Ο βόγκος, ο θρήνος έγιναν ένα δυνατό βουητό. Σε μια στιγμή δεν πιστεύαμε τα μάτια μας. Γυναίκες πολλές, με σειρά ατελείωτη από το μπουλούκι που ερχόταν από το Κορδελιό, σπρώχνοντας η μια την άλλη και σκύφτοντας, τραβούσαν κατά τους ψηλούς βράχους, εκεί στα Πετρωτά. Ώσπου να καλοκαταλάβεις, πηδούσαν και χάνονταν μέσα στη θάλασσα. Πολλές απ’ αυτές κρατούσαν αγκαλιά και τα μωράκια τους. Πλάι τους, πάνω από τα κεφάλια τους, ήταν οι Τσέτες, έτοιμοι να τις ντροπιάσουν, και ήθελαν να γλυτώσουν από τα χέρια τους, να πέσουν όσο πιο γρήγορα γινόταν στο γκρεμό, να χαθούνε…

Τη μέρα του Σταυρού, 14 Σεπτεμβρίου, μέρα σημαδιακιά, μας πήρε ο πατέρας, περπατήσαμε κάμποσο και μπήκαμε στο μπουλούκι για να μπαρκάρουμε. Στο σημείο αυτό ήταν και στρατιωτικοί ξένης υπηκοότητας, όχι Τούρκοι. Πιάσαν τον μπαμπά μου και τον παππούλη μου και τους χώρισαν από μας. Τελικά ο πατέρας μου κι ο παππούλης μου μείναν, κι εμείς τα παιδιά με τη μητέρα μας και τη νενέ μας μπήκαμε στο βαπόρι «Ισμίντι».

Μόλις ξεκίνησε το βαπόρι, η μητέρα μου από την απελπισία της ήθελε να πέσει στη θάλασσα και την συγκράτησαν οι άλλοι πρόσφυγες. Εμένα πρήστηκε ο λαιμός μου και πονούσα αβάσταχτα. Και μ’ όλα αυτά έβλεπα τη φλεγόμενη Σμύρνη μέσα στο καράβι που σιγά σιγά απμακρύνονταν…»

(Αλέξης Αλεξίου, Σμύρνη)

 

«…Κατεβήκαμε από το χωριό στη Σμύρνη. Λέγαμε πως θα γυρίσουμε πίσω. Πήγαμε και ακουμπήσαμε στην εκκλησία του Αη Γιάννη. Ήταν εκεί πολύς κόσμος. Ένας γνωστός του πατέρα μου μας πήρε στο σπίτι του. Εκεί καθίσαμε. Αυτός πήρε τους δικούς του κι έφυγε χωρίς να μας πει τίποτε, έφυγε κρυφά. Μπήκαν οι Τούρκοι, σφάξαν τον πατέρα μας, τη μάνα μας, το θείο μας, τη θεία μας και τα τρία αδέλφια μου. Εγώ με τα πιο μικρά αδερφάκια μου, το ένα ήταν δυόμισι χρονών και το άλλο τρεισήμισι ήμασταν χωμένα κάτω από ένα παταράκι και δε μας είδαν. Καθίσαμε εκεί δώδεκα μέρες, ούτε φαΐ, ούτε νερό…»

(Θεοδώρα Κοντού, Γκριζαλιά)

 

«…Ήμασταν στην Πούντα. Στέκαμε γραμμή για να μπαρκάρουμε. Ό,τι είχαμε, μπόγους, βαλίτσες, τα πατούσαν, για να περάσουν. Πέρασε η μητέρα μου, η αδερφή μου έπεσε κάτω, ο κόσμος την πατούσε, δεν μπορούσε να σηκωθεί. Ένας στρατιώτης καθώς βάσταγε το μωρό της, το τρύπησε με την ξιφολόγχη. Το πέρασε από τη μια άκρια της φασκιάς έως την άλλη. Τι να κάνει; Το ‘βαλε σε μιαν ακρούλα. «Ζήσε, κόρη μου, για τα άλλα σου παιδιά», της είπε η μάνα μας. Εγώ ακόμη δεν είχα περάσει τη ζώνη και με τραβά ένας Τουρκαλάς από το χέρι και μου λέει: «Ντουρ, μωρή». Βάζω κάτι φωνές, κάτι κλάματα, φωνές και η μάνα μου. Πέρασαν πεντέξι, εμένα πού να μ’ αφήσει να περάσω. «Αχ, παιδάκι μου», λέει η μάνα μου. Πέφτει κάτω και λιποθυμά. Στο μεταξύ ο Τούρκος μου δίνει ένα σκαμπίλι, που άστραψε το φως μου. «Τσικάρ παρά» λέει. Θυμήθηκα το πεντόλιρο, του το ’δωσα. Μ’ αυτό γλίτωσα. Μου δίνει μια σπρωξιά. Πέφτω κάτω. Κι έσπασα τα γόνατά μου. Έχασα και το ένα παπούτσι μου. Πέταξα και το άλλο στη θάλασσα. Εκεί πια οι Ιταλοί μας ανέβασαν αγκαλιά στο καράβι.

Οι Γάλλοι δείξαν βρωμερή στάση. Όσοι κατάφεραν να σκαρφαλώσουν στα καράβια τους, τους ρίχναν πίσω στη θάλασσα. Και παλικάρια, πιο πολύ τα παλικάρια ξανάριχναν στο νερό. Σαν τους βλέπαν να ζυγώνουν, τους πετούσαν ζεματιστό νερό, για να μην μπορέσουν ν’ ανέβουν. Οι Εγγλέζοι κάναν, ό,τι κάναν, μα σα πήγαινε κανείς στα πλοία τους να σωθεί, τον δέχονταν καλά. Δεν τον διώχναν…».

(Άννα Καραμπέτσου, Νυμφαίο)

 

«…Μείναμε οι γυναίκες και τα παιδιά. Σκόρπιοι, ακόμη και οι συγγενείς, κατεβήκαμε μ’ έναν μπόγο ρούχα στην Πούντα της Σμύρνης. Κάθε νύχτα οι Τούρκοι συρνόντουσαν κρυφά, ως εμάς, και έκαναν επίθεση στα κορίτσια. Κείνην την ώρα θα ήθελες να είσαι εκατό χρονών. Πόσες δεν μασκαρεύουνταν και δεν ντύνονταν γριές, για να μην τις πλησιάζουν. Κάναν επίθεση. Φωνές, βοή ο κόσμος! Τα καράβια έριχναν τους προβολείς. Σταματούσαν προσωρινά, και πάλι τα ίδια. Φεύγαμε και πηγαίναμε στο νεκροταφείο. Κρύβαμε τα κορίτσια μέσα στα μνήματα, κι εμείς καθόμασταν από πάνω. Εκεί, δεν κινδυνεύαμε και από φωτιά.

Βλέπαμε κανένα καράβι, μας φαίνονταν πως μπορούσαμε να φύγομε, τρέχαμε στην Πούντα. Και συνωστισμός, συνωστισμός! Γυναίκες, παιδιά κάτω των δεκατεσσάρω χρονώ και γέροι πάνω από εβδομήντα. Τους άλλους τους κράτησαν ομήρους. Πόσοι δεν κατρακύλησαν στη θάλασσα! Κοπέλες, κορμιά, μπόγοι στην επιφάνειά της…»

(Μαρία Χάππα, Τζιμόβασι)

 

«…Εμείς βρισκόμασταν στη Σμύρνη. Πλημμύρα οι μαχαλάδες στο αίμα. Βάλανε φωτιά οι Τούρκοι, μια ώρα μακριά. «Μη φοβούστε, είναι μακριά», μας είπε ο νοικοκύρης του σπιτιού που μέναμε. Σ’ ένα τέταρτο η φωτιά είχε έρθει σ’ εμάς. Ρίχνανε βενζίνη και προχωρούσε. Βγήκαμε στο δρόμο. Φωτιά από τη μια, θάλασσα από την άλλη. Βρισκόμασταν στη μέση. Και οι Τσέτες βρίσκονταν στη μέση, και σφάζαν και σκοτώναν.

Τη νύχτα οι Τσέτες έκαναν επίθεση ν’ αρπάξουν, να σφάξουν, ν’ ατιμάσουν. «Βοήθεια! Βοήθεια!», φώναζε ο κόσμος. Τα εγγλέζικα πλοία ήταν απέναντι. Έριχναν τους προβολείς. Σταματούσαν για λίγο. Πάλι έκαναν επίθεση, και πάλι τα ίδια.

Έβγαλαν, μετά, ιταλικά και ελληνικά πλοία και μας πήραν. Πόσους; Ούτε ένα 20% δεν επήραν…»

(Ελένη Καραντώνη, Μπουνάρμπασι)

 

«…Η φωτιά προχωρούσε. Ο κόσμος βγήκε στους δρόμους και τραβήξαν όλοι στην παραλία. Στο λεγόμενο Κορδόνι συγκεντρώθηκε όλος ο πληθυσμός. Και εκεί έφταξε η φωτιά.

Ο κόσμος προσπαθούσε να βγει έξω από την πόλη, πηγαίνοντας στην φρουρά κοντά. Οι φρουροί τους σκοτώναν και δεν τους αφήναν να σπάσουν την ζώνη, να βγούνε έξω και να φύγουν από κει.

Από την άλλη μεριά ήταν η φωτιά, δεν μπορούσαν να περάσουν, να φύγουν. Τότε όσοι ξέραν μπάνιο πέφταν στην θάλασσα. Αν τους βλέπαν οι Τούρκοι, τους σκότωναν μέσα εκεί. Εάν δεν τους βλέπαν, έφταναν στα συμμαχικά πολεμικά καράβια, που ήταν αραγμένα και υποστήριζαν τους Έλληνες. Τους άφηναν και σκαρφάλωναν απάνω στα καράβια και μόλις μπαίναν μέσα, τους ξανάριχναν στη θάλασσα! Άλλοι πνιγόντουσαν κι άλλοι έβγαιναν πάλι όξω…

Φτάνοντας στην Πούντα μας πιάσαν Τούρκοι πολίτες και μας κλείσαν μέσα σε κάτι φυλακές.

Το πρωί συγκεντρωθήκαμε πέντε χιλιάδες αιχμάλωτοι. Περνούσαμε από τους τουρκομαχαλάδες. Περάσαμε και από την Οβριακή. Οι Οβραίοι μας αποδοκίμαζαν χειρότερα από τους Τούρκους. Φτάξαμε στον Άγιο Κωνσταντίνο, στα Χιώτικα, όπου άρχισε η μεγάλη σφαγή…

Προχωρούσαμε για το Μπουνάρμπασι, όπου φθάσαμε το βράδυ και μας βάλανε σε συρματοπλέγματα. Άρχισαν και παίρναν πέντε – πέντε και πηγαίναν και τους σφάζαν…

Μετά κινήσαμε κινήσαμε για τη Μαγνησία. Εφτάξαμε το βράδυ και παραμείναμε εκεί. Έναν – έναν μας γδύσαν, όπως μας γέννησε η μάνα μας, και ψάχναν όλα τα μέρη των ρούχων, μήπως βρουν χρήματα. Το πρωί μπήκαμε μέσα στη Μαγνησιά. Εμαζεύτηκαν όλοι οι Τούρκοι με σίδερα στα χέρια, με σπαθιά και στάθηκαν από την μια κι από την άλλη άκρια του δρόμου, που θα περνούσαμε και ανεβοκατέβαζαν τα σίδερα και τα σπαθιά και όποιος πρόφτανε και έσκυβε είχε καλώς, όποιος δεν πρόφτανε τον σκότωναν.

Ύστερα μας βάλαν στις αποθήκες κάποιου εργοστασίου. Οι αποθήκες αυτές ήταν από ασβέστη. Όπως επατούσαμε μέσα, σηκωνόταν η σκόνη του ασβέστη και με την αναπνοή μας απορροφούσαμε τη σκόνη του. Είχαν κάνει εγαύματα τα χείλη μας και το στόμα μας…

Ο προορισμός των αιχμαλώτων ήταν μέχρι τη Μαγνησιά. Εκεί ήρθε κάποια διαταγή να σταματήσει ο σκοτωμός και να καταγραφούν οι αιχμάλωτοι. Από τις πέντε χιλιάδες είχαμε μείνει χίλιοι. Οι τέσσερις χιλιάδες σκοτώθηκαν στο δρόμο…»

(Παναγιώτης Μαρσέλος, Σμύρνη)

 

Αυτό το μικρό αφιέρωμα είναι ένας ελάχιστος φόρος τιμής στον μικρασιατικό κόσμο, που παρά το βαρύ φόρο αίματος που πλήρωσε, δεν χάθηκε αλλά προσφύγεψε μόνο. Οι 1,5 εκατομμύρια Έλληνες που ξεριζώθηκαν από την γενέθλια Γη εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους και να καταφύγουν πρόσφυγες στην ίδια τους την πατρίδα. Οπλισμένοι με υπομονή και κουράγιο δημιούργησαν μια εποποιία στην μητέρα πατρίδα τους την Ελλάδα.

Οι άνθρωποι αυτοί με την εργασία τους, τις επιστημονικές και τεχνοκρατικές γνώσεις τους, το πάθος τους για δημιουργία και διάκριση, συνέβαλαν στην οικονομική ανασυγκρότηση και ανάπτυξη τους έθνους. Μπορεί να έφτασαν στην Ελλάδα ρακένδυτοι, είχαν όμως μέσα τους την φλόγα της δημιουργίας και σύντομα αναδείχθηκαν σε πρωταγωνιστικό παράγοντα της νέας πατρίδας τους, με τις επιδόσεις τους στα Γράμματα, τις Τέχνες, τις Επιστήμες και την Οικονομία.

Σήμερα, οι απόγονοι της ηρωικής εκείνης γενιάς διατηρούν ακόμη στην καρδιά και το μυαλό τους άσβεστη τη μνήμη της κοσμοπολίτισσας, της «άπιστης» Σμύρνης, όπως την ονόμαζαν οι Τούρκοι, γιατί είχε κατά πλειοψηφία Έλληνες κατοίκους (220.000 Έλληνες στους 360.000 κατοίκους), της Σμύρνης της ελληνικής και είναι περήφανοι, όπως όλοι οι Έλληνες, ως κληρονόμοι αυτού του μεγάλου ελληνικού πολιτισμού, του Ιωνικού!

Κατηγορίες
Εκπαίδευση Κοινωνία Περιφερειακά Νέα

ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ: Με συμμετοχή 15 Πανεπιστημίων από Ε.Ε. και Η.Π.Α. το 15o  ΔΙΕΘΝΕΣ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ ΒΥΡΩΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ 

15o  ΔΙΕΘΝΕΣ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ ΒΥΡΩΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ

23-28  ΜΑΙΟΥ  2022

Θέμα : Μπάυρον,  Σέλλεϋ, Φιλελληνισμός και Επανάσταση

Αφιερωμένο στα 200 Χρόνια από την Έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης

Συμμετέχουν 15 Πανεπιστήμια:

  1. Aristotle University of Thessaloniki GR
  2. National and Kapodistrian University of Athens, GR
  3. Notre Dame University, Lebanon
  4. University of Agder, Norway
  5. York University, UK
  6. University of London, UK.
  7. Reading University, UK
  8. University of Edinburgh, UK
  9. King’s College London, UK
  10. University of Minnesota, USA
  11. De Paul University, Chicago, USA
  12. Bellarmine University, Louisville, Kentucky, USA
  13. University of Virginia, USA  
  14. Colorado College, USA
  15. Virginia Polytechnic Institute and State University, USA
Κατηγορίες
Εκδηλώσεις Κοινωνία Περιφερειακά Νέα Πολιτισμός

ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ: Την Κυριακή 15/5 η εκδήλωση της Βυρωνική Εταιρείας για την «Ημέρα Φιλελληνισμού και Διεθνούς Αλληλεγγύης»

Η Βυρωνική Εταιρεία Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου τιμώντας τον 14ο Εορτασμό της «Ημέρας Φιλελληνισμού και Διεθνούς Αλληλεγγύης» διοργανώνει εκδήλωση την Κυριακή 15 Μαΐου 2022 και ώρα 11:00 το πρωί στο Βυρώνειο κτήριο: «Μουσείο για τον Λόρδο Βύρωνα και τον Φιλελληνισμό».

Το πρόγραμμα της εκδήλωσης έχει ως εξής:

• Χαιρετισμός από την Πρόεδρο Ροδάνθη Φλώρου.
• Ομιλία από τον κ. Θεμιστοκλή Κοντογούρη, Γενικό Γραμματέα της IEEE
Εθνικό Ιστορικό Μουσείο με θέμα: «Η επίδραση της προσωπικότητας του Λόρδου Byron στην Ευρωπαϊκή Ζωγραφική του 19ου αιώνα».
• Ομιλία από την κα. Μαρία Παπαναστασίου, Φιλόλογο, Διευθύντρια του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου με θέμα: «ΕΠΑΝΑCΎΣΤΑΣΗ”21″: Ο φόρος τιμής του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου στη 200ετηρίδα της Ελληνικής Επανάστασης».
Καλλιτεχνικό Πρόγραμμα – παρουσίαση σε πρώτη εκτέλεση το μελοποιημένο
ποίημα: «Θρήνος για τον Ποιητή Λόρδο Byron».

Ποίηση: Πέτρος Μπερερής – Μουσική: Διονυσία Ολιβώτου Ερμηνεία: Ευσταθία Γρέντζελου Πιάνο: Αγγελική Δαλιάνη Λύρα: Γεώργιος Αθανασόπουλος.

• Απονομές- πέρας εκδήλωσης 12:30 μ.μ.

 


 

Η ανάρτηση στα social media του Υπουργείου Πολιτισμού για τη Βυρωνική Εταιρεία

Να σημειωθεί ότι φέτος το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού τιμώντας την Ημέρα Φιλελληνισμού και Διεθνούς Αλληλεγγύης έκανε στις 19 Απριλίου 2022 εκτενή αναφορά στο έργο που επιτελεί η Βυρωνική Εταιρεία Μεσολογγίου και ειδικότερα για το Μουσείο  για τον Λόρδο Βύρωνα και τον Φιλελληνισμό με μηνύματα στα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης.

Στην ανάρτηση του ΥΠ.ΠΟ. που συνοδευόταν από πλούσιο φωτογραφικό υλικό τονιζόταν:

Η Βυρωνική Εταιρεία Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου Ιδρύθηκε το 1991, και έχει αναπτύξει δραστηριότητες εντός και εκτός Ελλάδος. Είναι Σύλλογος μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και είναι μέλος της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Βυρωνικών Εταιρειών, μαζί με άλλα σαράντα μέλη,  Βυρωνικές Εταιρείες που εδρεύουν αντίστοιχα, σε κράτη όλου του κόσμου. Η Πρόεδρος Ροδάνθη Φλώρου, είναι και εκλεγμένη Γενική Γραμματέας της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Βυρωνικών Εταιρειών.

Η Βυρωνική Εταιρεία, έχει δημιουργήσει το μοναδικό στην Ελλάδα «Διεθνές Κέντρο Έρευνας και Μελέτης για τον Λόρδο Βύρωνα και τον Φιλελληνισμό», με μία εμπεριστατωμένη πρότυπη λογοτεχνική και ιστορική βιβλιοθήκη χιλιάδων βιβλίων για τον Λόρδο Βύρωνα, τον Ρομαντισμό και το Φιλελληνικό κίνημα του 19ου αιώνα, αλλά και άλλων σύγχρονων ποιητών και συγγραφέων.

Βιβλιοθήκη, Έκθεση Βυρωνική Εταιρεία

Το Βυρωνικό Κέντρο της Βυρωνικής Εταιρείας Μεσολογγίου, είναι το μοναδικό Φιλελληνικό Κέντρο στην Ελλάδα και αποκτά ιδιαίτερη σημασία διότι εδρεύει στην ενδοξότερη πόλη του ελληνικού αγώνα το Ιερό Μεσολόγγι, όπου άφησε την τελευταία πνοή του, ο Λόρδος Βύρων στις 19 Απριλίου 1824.

Ήδη λόγω της διεθνούς αναγνωρισιμότητας του, χιλιάδες Έλληνες, ξένοι σπουδαστές και φιλίστορες επισκέπτονται δωρεάν την βιβλιοθήκη του και συμμετέχουν στις δραστηριότητες του.

Σπάνια βιβλία του Λόρδου Βύρωνα

Συνεχίζει την προβολή της Ελλάδας και του Μεσολογγίου μέσα από τα Διεθνή Φοιτητικά Βυρωνικά Συνέδρια, Αγγλικής Φιλολογίας και Ιστορίας, που διοργανώνει κάθε χρόνο από το 2002, τον μήνα Μάιο, με την συμμετοχή- συνεργασία Πανεπιστημίων από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Κατά την διάρκεια των συνεδρίων αυτών εκτός του ακαδημαϊκού προγράμματος γίνονται επισκέψεις σε αρχαιολογικούς και ιστορικούς χώρους, με επαγγελματίες ξεναγούς και καθηγητές, που προβάλουν την Αρχαία και Νεοελληνική ιστορία της Ελλάδος.

Στα πλαίσια του έργου της η Βυρωνική Εταιρεία Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου, διοργανώνει διεθνή συνέδρια, σεμινάρια, συναυλίες, διαλέξεις για την ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά του Μεσολογγίου και της πατρίδος μας γενικότερα, εκθέσεις με ιστορικά θέματα, ανέβασμα θεατρικών παραστάσεων, πολιτιστικές εκδρομές, και έχει οργανώσει πολιτιστικές αποστολές- ανταλαγές, (μαθητών και πολιτών) στην Αγγλία.

Στις 27 Ιουνίου 2021 πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια του νεοσύστατου Μουσείου της Βυρωνικής Εταιρείας Μεσολογγίου για τον Λόρδο Βύρωνα και τον Φιλελληνισμό, το οποίο φιλοξενεί την επετειακή έκθεση ΕΠΑΝΑCYΣΤΑΣΗ’21:ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ, που αποτελεί μέρος του επετειακού προγράμματος του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου για την συμπλήρωση των 200 ετών από το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης. Σε αυτό παρουσιάζεται μια αναδρομή στην Ελληνική Επανάσταση του 1821 με έμφαση στα γεγονότα που έλαβαν χώρα στη Δυτική Στερεά Ελλάδα.

Η έκθεση που έγινε σε συνεργασία με το ΕΘΝΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ονομάζεται: «ΕΠΑΝΑCΥΣΤΑΣΗ ΄21». Ακολουθώντας τους βασικούς άξονες της διαχρονικής έκθεσης στην Αθήνα, δεκάδες αντικείμενα από τις συλλογές του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου και έγγραφα από το Αρχείο της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, μνημονεύουν πρόσωπα και γεγονότα της περιόδου που εκτείνεται από το ξέσπασμα της Επανάστασης στην απελευθέρωση και τα πρώτα χρόνια της σύγχρονης Ελλάδας. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην ηρωική Έξοδο των υπερασπιστών του Μεσολογγίου το 1826 και στον αντίκτυπο που προκάλεσε τόσο στους Έλληνες όσο και στους Φιλέλληνες του εξωτερικού. Το φιλελληνικό κίνημα και ο πιο διάσημος εκπρόσωπος του, ο Λόρδος Βύρων, παρουσιάζονται σε ξεχωριστή αίθουσα, με εκθέσεις σχετικές με τις φιλελληνικές επιτροπές και τον τύπο. Εδώ ένα τρίπτυχο δείχνει τον Λόρδο Βύρωνα ως ποιητή, ως επαναστάτη και ως μύθο.

Η Βυρωνική Εταιρεία προσφέρει επίσης δωρεάν εκπαιδευτικά Προγράμματα από μέλη της, Φιλολόγους και Μουσειοπαιδαγωγό, σε μαθητές των Σχολείων που την επισκέπτονται.

Τα εκπαιδευτικά προγράμματα:

Α) «Κήπος Ηρώων: Ανακαλύπτοντας το Μεσολόγγι μέσα από την Ιστορία του».

Β) «Ελληνική Επανάσταση και Ευρωπαϊκός Φιλελληνισμός».

Γ) «Ο Ποιητής και Φιλέλληνας Λόρδος Βύρων & το σύγχρονο, Βυρωνικό Φιλελληνικό κίνημα».

Δ) «Γνωριμία με τις ελληνικές παραδοσιακές φορεσιές: “Σέρσιγκας, Τσολιάς, Αμαλία».

Ε) «Στην Αιτωλία των Μύθων και της Ιστορίας με Συνοδοιπόρο τον Λόρδο Βύρωνα» σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας & Λευκάδας.

 

Κατηγορίες
2021 Κοινωνία Περιφερειακά Νέα

Η Έξοδος του Μεσολογγίου, η σημασία και ο αντίκτυπός της στην επαναστατημένη Ελλάδα και στον υπόλοιπο κόσμο

 

Γράφει η Έλενα Σπίνουλα – Ζαβιτσανάκη

Φιλόλογος 

10 Απρίλη του 1826! Ο προβολέας της Ιστορίας σταματά στο Βαλκανικό χώρο στην Ελληνική γη και φωτίζει άπλετα το ηρωικό Μεσολόγγι.

 

Οι Ευρωπαϊκοί λαοί απορούν, οι Βαλκανικοί θαμπώνονται, οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι θαυματουργούν! Έγινε κάτι, που η Ιστορία δυσκολεύεται να τ’ αγκαλιάσει.

Φτάνει σε μια άκρη, που η πραγματικότητα κόβεται, για να δώσει τη θέση της στο μύθο.

Ό,τι έγινε τότε, απλώνεται μεταξύ ιστορικού και μυθικού.

Πουθενά αλλού δεν άστραψε πιο δυνατά και ξάστερα το οικουμενικό νόημα του Αγώνα των Ελλήνων εναντίον των Τούρκων, και σε καμμιά άλλη στιγμή του 1821 η Λευτεριά δεν ήταν πιο συνειδητή όσο στο Μεσολόγγι.

Οι σχέσεις «Ελευθερία ή Θάνατος» και άρα Ελευθερία = Ζωή και Δουλεία = Θάνατος, πουθενά αλλού δεν λούστηκαν με τόσο Ελληνικό αίμα και δεν υποστηρίχθηκαν με τόση πεισματική συνέπεια.

Τα Ψαρά αντιμετώπισαν τη βία ηρωικά, η Χίος την υπέστη, οι Σουλιώτες την απέφυγαν, τα Δερβενάκια την συνέτριψαν! Το Μεσολόγγι όμως κατόρθωσε όλα αυτά και κάτι ακόμη, την εξευτέλισε!

Γι’ αυτό το Μεσολόγγι θα μιλήσουμε σήμερα. Το «στεφάνωμα και το καύχημα της Νεοελληνικής Ιστορίας», όπως το ονομάζει ο Ποιητής του, γι’ αυτό που ύστερα από την Αθήνα, μαζί με την Αθήνα και πάνω από την Αθήνα, του νέου Γένους η Κιβωτός, που η δόξα του τραγουδημένη από την ποιητική Aγία Τριάδα των αιώνων: τον Βύρωνα, τον Γκαίτε, τον Ουγκώ, δεν είναι ούτε του χτες ούτε του σήμερα. Είναι εκείνη των αιώνων.

Το λιμνοχώρι αυτό «με τη θάλασσα τη ρηχή και την ήμερη, την πλατιά την μεγάλη» δεν είχε κανένα λόγο να υποπτευθεί πως θα γινόταν η πόλη με την ασήκωτη δόξα. Απλωμένο όπως είναι στην θάλασσα δεν έχει τίποτε από τα στοιχεία εκείνα, που κάνουν τις πόλεις οχυρές.

Και όμως! Αυτός ο τόπος ήτανε το κλειδί της Δυτικής Στερεάς, η «πύλη της Χερσονήσου» όπως το είπαν.

Όποιος τότε είχε το Μεσολόγγι, κρατούσε στον έλεγχό του το δρόμο που άρχιζε από την Ήπειρο και έφτανε στις Αιτωλοακαρνανικές ακτές, στον Πατραϊκό. Έτσι θα είχε εύκολο το πέρασμα στο Μωριά, εκεί που η φωτιά του ξεσηκωμού ήταν μεγαλωμένη.

Να ποια ήταν η στρατηγική σημασία της θέσης και γιατί ο εχθρός βάλθηκε να καταλάβει το Μεσολόγγι, να το συντρίψει, που τους χαλούσε τα σχέδια.

Μετά τις δύο αποτυχημένες προσπάθειες των πολιορκητών το 1822 και το 1823, για να καθαριστούν οι λογαριασμοί με το πεισματάρικο Μεσολόγγι, οι Πολιορκημένοι νιώθουν την θύελλα να πλησιάζει.

Στις 15 Απρίλη 1825 φτάνει μπροστά στην πόλη το πρώτο εχθρικό σώμα.

Η δύναμη της φρουράς του Μεσολογγίου φτάνει τις 4.000 και ο άμαχος πληθυσμός τις 8.000, έναντι εχθρικής δύναμης 30.000.

Και τώρα το Μεσολόγγι είναι έτοιμο να παίξει το ρόλο που του έγραψε η μοίρα. Το δράμα αρχίζει! Ο εχθρός προτείνει παράδοση. Οι πολιορκημένοι παρατείνουν έντεχνα τις διαπραγματεύσεις και όταν τον Ιούνιο του 1825  φθάνουν Υδραίικα καράβια με τρόφιμα, απαντούν στις νέες προτάσεις: «Τα κλειδιά του Μεσολογγίου είναι κρεμασμένα στις μπούκες των κανονιών μας».

Φτάνει ο Δεκέμβρης και ο Κιουταχής δεν έχει πετύχει τίποτε.  Και έρχεται ο Ιμπραήμ, ο ερημωτής του Μωριά με 10.000. Και ο νέος πολιορκητής υπόσχεται να μπει στην πόλη μέσα σε δύο εβδομάδες. Είχε λησμoνήσει όμως, ότι εδώ το λένε Μεσολόγγι!

Oι επιθέσεις γίνονται όλο και πιο σκληρές. Ο εφοδιασμός των πολιορκημένων όλο και πιο δύσκολος. Και όμως κρατούν!

Έτσι ο υπερήφανος Ιμπραήμ, ταπεινωμένος τώρα που οι προθεσμίες έχουν περάσει, αναγκάζεται να δεχθεί την σύμπραξη του Κιουταχή. Και ο εχθρός όλο και νέα σχέδια και νέους τρόπους επιθέσεων εφευρίσκει. Αλλά και οι πολιορκημένοι τους αντιμετωπίζουν βρίσκοντας νέους τρόπους απόκρουσης.

Κάποτε όμως ο κλοιός σφίγγει πολύ και πέφτει το Βασιλάδι, ύστερα ο Ντολμάς και ο ανεφοδιασμός σταματά.

Τώρα νέος εχθρός σκληρός και αδυσώπητος προστίθεται η πείνα. Και αυτό ο εχθρός το ξέρει και κάνει νέες δελεαστικές προτάσεις για παράδοση.

Κι εκείνοι ούτε να ακούσουν!

Τί είδους άνθρωποι λοιπόν ήταν εκείνοι οι ήρωες;

Τί είδους ήρωες ήταν εκείνοι οι άνθρωποι;

Ήταν άνθρωποι του καθημερινού μόχθου, χωρίς υπέρμετρες φιλοδοξίες και με κανένα ιδιαίτερα εντυπωσιακό τρόπο ζωής. Και όταν ήρθε η στιγμή της υπέρτατης θυσίας με την ίδια απλότητα προσέφεραν τα πάντα χωρίς επίγνωση ότι δημιουργούσαν Ιστορία, χωρίς πρόθεση να γίνουν σύμβολα.

Είχαν συνειδητοποιήσει ότι ο άνθρωπος τότες αξίζει την ανθρωπιά του, όταν αποφασίζει να πεθάνει, αφού δεν τον αφήνουν να ζήσει ελεύθερος.

Γι’ αυτό, όταν πλέον είχε καταντήσει «οι άνθρωποι να μην βρίσκουν γης να πατήσουν και οι πεθαμένοι για να κοιμηθούν», σε πείσμα όλων των πειρασμών και των περιστάσεων, αποφασίστηκε η Έξοδος. Για τους Ελεύθερους Πολιορκημένους η ηθική ελευθερία είναι το πιο ισχυρό καταφύγιο της ανθρώπινης ψυχής που πολιορκείται από τη φυσική βία και ο άνθρωπος που συνειδητοποιεί την αυτονομία του απέναντι στις φυσικές δυνάμεις οδηγείται στη δράση – σύγκρουση από την οποία γεννιούνται οι υψηλές πράξεις.

Η ψυχή των Μεσολογγιτών, ψυχή αυτόνομη, αδούλωτη, ανεξάρτητη,  κατορθώνει από το φοβερό γεγονός της πολιορκίας να γεννήσει το υψηλό, το θαυμαστό γεγονός της αντίστασης του αγώνα και της θυσίας για την Ελευθερία.

Και ήταν τότε που είχε έρθει η Άνοιξη. Η φύση βρισκότανε «στην καλή και στην γλυκιά της ώρα». Ήταν τότε, που είχε έρθει ο Πειρασμός, που κάνει και τους απελπισμένους να θέλουν να ζήσουν, όταν τα πάντα γύρω σου σε καλούν και σένα να ζήσεις.

Και όμως!

Οι μάρτυρες θα αποφασίσουν και θα προτιμήσουν τους χίλιους θανάτους, αφού δεν βολεί να ζήσουν σαν άνθρωποι. Για να αντιμετωπίσουν τον εχθρό τους, εκατονταπλασίασαν την ψυχή τους. Ο ένας δεν ήταν ένας. Με μια θεϊκή έξαρση, ανέβηκαν πάνω από το φόβο, πάνω από τον εαυτό τους και τις ανάγκες του. Γνώριζαν το εαυτό τους και τις ανάγκες του. Γνώριζαν το τέλος τους. Παρόλα αυτά θα περπατήσουν με άνεση από τη ζωή στον θάνατο.

«Εκείθε με τους αδελφούς έδωθε με το χάρο!». Η φιλοσοφία τους ήταν η απλή σκέψη που έκανε ο Μακρυγιάννης: «Εμείς απ’ ούλα είμαστε αδύνατοι… κι αν αποθάνωμεν… αυτός ο θάνατος είναι γλυκός…». Ο θάνατος ήταν για τους υπερασπιστές του Μεσολογγίου, ο πιο κοντινός τους φίλος, το πιο ασφαλές τους καταφύγιο, η πιο ασφαλής τους λύτρωση. Θα έλεγε κανείς πως το σώμα τους λειτουργούσε σαν ψυχή.

«Ουράνιες δυνάμεις επί της γης» ήταν αυτοί οι άνθρωποι. Θα βαδίσουν προς την Έξοδο, εξαϋλωμένοι από την πείνα, σαν να είχαν αγγελοποιηθεί και να μην πατούσαν στο χώμα.

Αποφασισμένοι για την υπέρτατη θυσία, ελεύθεροι καίτοι πολιορκημένοι,  επέλεξαν τον αγώνα από την παράδοση, την ηθική ελευθερία από την δουλεία.

Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι ανακάλυψαν το φως μέσα τους. Αυτό το εσωτερικό φως που φώτισε το δρόμο της Εξόδου και όλον τον κόσμο. Ο αγώνας των Πολιορκημένων ήταν η σύγκρουση του φωτός με το σκοτάδι, του πολιτισμού με την βαρβαρότητα. Τους αδέλφωνε η αγάπη της Ελλάδας και τους εξευγένιζε η περιφρόνηση του θανάτου.

«Έπρεπε για να στεργιώσει η οικοδομή του Εθνικού μας Ναού, να στοιχειώσει σαν της Άρτας το γιοφύρι, κάποια ζωή στα θεμέλια. Έπρεπε στη ρίζα της κάποιος μεγάλος χαμός να συντελεσθεί. Και τότε για στοιχειό προσέφερε τη ζωή του το Μεσολόγγι».

Και το καταπληκτικότερο την απόφαση αυτή για την θυσία που είναι άρνηση ζωής, την επήρε όχι ένα άτομο ξεχωριστά, μεμονωμένα αλλά ολόψυχα ένας λαός! Και την επήραν όλοι μαζί, γιατί είχαν φτάσει στην αντίληψη της

Λευτεριάς, που όταν σε κυριεύει σβήνει κάθε άλλη σκέψη.

Η Έξοδος λοιπόν αποφασίσθηκε να γίνει στις 2 το βράδυ της 10ης Απριλίου 1826, ημέρα Σάββατο ξημερώνοντας Βαΐων.

Και αρχίζει η ετοιμασία. Ο Κασομούλης γράφει: «Με την μεγαλυτέραν χαρά και ευχαρίστηση οι γυναίκες άρχιζαν να μαζεύουν τα πράγματά τους και να καλούν τους διαβαίνοντας στρατιώτες να πάρουν και να αλλάξουν τα λερωμένα ρούχα των με καινούργια. Έβλεπες έναν αγώνα προετοιμασίας να γίνεται με τόσην αταραξία και με γέλια».

Σε λίγο ήρθε η ώρα! Η φοβερή ώρα!  Και οι Εξοδίτες βρέθηκαν μπροστά σ’ ένα εχθρό που περίμενε.  Και η σφαγή άρχισε! Η Έξοδος από το Μεσολόγγι ήταν το κορύφωμα των ηρωικών αγώνων των Ελεύθερων Πολιορκημένων!

Κραδαίνοντας με τις τελευταίες δυνάμεις τους τα ξίφη και βοώντας «Χριστός Ανέστη», διασχίζουν την βασανισμένη πόλιν φονεύοντας και φονευόμενοι μέχρι ενός. Ήταν ο πιο θριαμβικός γύρος του θανάτου. Μέσα στην πόλη η σφαγή των γυναικόπαιδων, ύστερα η φωτιά του Καψάλη και την άλλη μέρα η φωτιά του Ανεμόμυλου, από τον ηρωικό Δεσπότη Ιωσήφ Ρωγών,  ολοκλήρωσε το χαλασμό.

Έτσι μέσα στο Μεσολόγγι και ένα γύρο από αυτό, δεν υπάρχει στη ζωή τίποτε. Έτσι ένας σωρός ερειπίων, στάχτη, πέτρες και πτώματα έμειναν στην εξουσία του εχθρού, ο οποίος είδε με λύπη του να χάνεται το μισό του στρατεύματός του για να κυριεύσει τέτοια δυστυχή λείψανα.

Κατά τον Μικαρέλλι, χριστιανό ιερωμένο που διηύθυνε τότε το Αυστριακό Προξενείο Πατρών, 6.000 γυναίκες και παιδιά είναι τώρα αιχμάλωτοι.  Όλοι οι άρρενες από 12 ετών και πάνω εθανατώθησαν και 3.000 ζεύγη αυτιών συνελέγησαν και στάλθηκαν στην Κωνσταντινούπολη.

H Έξοδος των Μεσολογγιτών που οδήγησε στο Ολοκαύτωμα του Μεσολογγίου ήταν από τα πιο ηρωικά πεπραγμένα των αγωνιστών της Ελληνικής Επανάστασης και ταυτόχρονα από τα μεγαλύτερα τραγικά γεγονότα της Ανεξαρτησίας.

Το αίμα τους χύθηκε για να φυτρώσουν οι ρίζες της σημερινής μας Ελευθερίας. Το πέσιμο του Μεσολογγίου τάραξε τα πάντα. Το ένδοξο τέλος του, υπήρξε αναμφισβήτητα σταθμός με μεγάλο αντίκτυπο όχι μόνο στο εσωτερικό, στην επαναστατημένη Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό.

Στο εσωτερικό, όταν τρείς μέρες μετά την Έξοδο έφθασε η θλιβερή είδηση στην Πιάδα (Επίδαυρο), όπου συνεδρίαζε η Γ΄ Εθνοσυνέλευση, γράφει χαρακτηριστικά στα απομνημονεύματά του ο Κολοκοτρώνης: «Εβάλαμε τα μαύρα όλοι, μισή ώρα εστάθη σιωπή που δεν έκρινε κανένας αλλά εμέτραε καθένας με τον νούν του τον αφανισμόν μας. Βλέποντας εγώ την σιωπή, εσηκώθηκα εις το πόδι και τους εμίλησα λόγια για να εμψυχωθούν. Τους είπα ότι το Μεσολόγγι εχάθη, αλλά ενδόξως και θα μείνει αιώνας η ανδρεία του».

Το πλήγμα που ήρθε σε μια πολύ κρίσιμη περίοδο του αγώνα, ήταν πραγματικά βαρύ και οι συνέπειές του άμεσες και μεγάλες, γιατί σκόρπισε τον πανικό και προκάλεσε την υποταγή, το γνωστό “προσκύνημα”, προ πάντων στη Ρούμελη.

Οι Επαναστάτες συγκλονισμένοι από το Ολοκαύτωμα ανέβαλαν τις εργασίες για την Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, την οποία πραγματοποίησαν αργότερα στην Τροιζήνα. Η κυβέρνηση Γεωργίου Κουντουριώτη παραιτείται. Η επανάσταση μετά την πτώση του Μεσολογγίου είχε σχεδόν κατασταλεί. Η φλόγα όμως του Αγώνα παρέμεινε άσβεστη.

Αλλά και την εσωτερική μας κατάσταση έσωσε με την πτώση του το Μεσολόγγι. Οι φλόγες που άναψαν στην Ιερή Πόλη εκείνη την νύχτα, έγιναν το «καθαρτήριο πυρ», που εξάγνισε του Έλληνες από το πάθος της διχόνοιας και τα μίση των προηγούμενων εμφυλίων πολέμων, η δάδα που φώτισε τη συνείδηση του χριστιανικού κόσμου και ο φάρος που καθοδήγησε το Έθνος μας στην κατοπινή πορεία του.

Η καρδιά του Έθνους μας έμεινε να χτυπά στο Μεσολόγγι. Σ’ αυτά τα χώματα που αυτοί ελευθέρωσαν, “κτίστηκε” η Πατρίδα μας. Το μικρό αυτό αλωνάκι, δικαιούται να το χαιρετά στον αιώνα τον άπαντα η ευγνωμοσύνη του έθνους.

Το Μεσολόγγι αψηφώντας τον θάνατο, έκανε την Ελλάδα να αναγεννηθεί και να ζήσει.

Η Έξοδος, αντίθετα στο εξωτερικό ξεσήκωσε ένα κύμα ενθουσιασμού και συμπάθειας για τον ελληνικό λαό, που μεταμορφώθηκε σε έντονη φιλελληνική κίνηση, την οποία ο Άγγλος αγωνιστής του 1821 και ιστορικός της Επανάστασης Thomas Gordon παραλλήλισε με το πνεύμα που επικρατούσε κατά την εποχή των σταυροφοριών.

Τα μετέπειτα χρόνια το Μεσολόγγι γίνεται το απόλυτο σύμβολο τραγικού ηρωισμού και αυτοθυσίας. Το έπος της άμυνας και της   εξόδου της φρουράς της ηρωικής πολιτείας, ανάγκασαν την πολιτισμένη Ευρώπη να θυμηθεί έντονα ότι σε μια γωνιά της Βαλκανικής, ένας μικρός χριστιανικός λαός, απόγονος του μεγάλου φωτοδότη της αρχαιότητας, κινδύνευε να εξολοθρευθεί από την πείνα και το μαχαίρι του βάρβαρου δυνάστη του.

Η αναζωπύρωση του Φιλελληνισμού που παρατηρήθηκε παντού μετά την πτώση του Μεσολογγίου, δεν προερχόταν πια από τον ρομαντισμό και τη γνώση της κλασικής αρχαιότητας, αλλά από βαθιά αισθήματα ανθρωπισμού και συμπάθειας και η βοήθεια που προσέφερε στον ελληνικό αγώνα, υπήρξε μεγαλύτερη και θετικότερη. Το φιλελληνικό ρεύμα επεκτάθηκε τότε και έξω από την Ευρώπη, στην Αμερική και έφθασε ως τις μακρινές Ινδίες.

Η Έξοδος της ηρωικής φρουράς του Μεσολογγίου, έδωσε στους ξένους το μέτρο του μεγαλείου της Ελληνικής Φυλής. Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι πέφτοντας τότε το Μεσολόγγι, έσωσε από τον αφανισμό την Ελλάδα.

Το έπος του Μεσολογγίου δημιούργησε μια πραγματική «Φιλελληνική φιλολογία και τέχνη», που επηρέασε έντονα την κοινή γνώμη στο εξωτερικό και ανάγκασε τον Αυστριακό καγκελάριο, τον σκληρό Μέττερνιχ της Ιερής συμμαχίας, να απευθυνθεί προς τον Σουλτάνο λέγοντας: «Δεν θα μπορούμε στο μέλλον να σας βοηθάμε όπως πριν. Δυστυχώς εμεσολάβησε το Μεσολόγγι».

Θα λέγαμε ότι ο Φιλελληνισμός στάθηκε πάνω από την πολιτική των κυβερνήσεων. Από τους Φιλέλληνες τονίζεται η επικράτηση του σταυρού πάνω στην ημισέληνο.  

Τέλος, κάτω από την πίεση της κοινής γνώμης, στις Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, διαμορφώθηκε το κατάλληλο κλίμα, που οδήγησε στην παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων και την αναγνώριση της Ελληνικής Επανάστασης. Με την συνθήκη του Λονδίνου το 1827, που οδήγησε στην καταστροφή του τουρκοαιγυπτιακού στόλου στο Ναβαρίνο, επισφραγίστηκε η Ελευθερία των Ελλήνων.

Είναι δύσκολο να αναπαραστήσει κανείς το μεγαλείο αυτής της πολιορκίας και αυτής της Εξόδου, που συγκλόνισε τους λαούς. Δικαιολογημένα λοιπόν ο Αύγουστος Φαμπρ στο βιβλίο του «Η Ιστορία της Πολιορκίας του Μεσολογγίου» γράφει: «Η άμυνα του Μεσολογγίου αποτελεί από τα πιο ωραία πρότυπα, ίσως τα ωραιότερα από όλα που ο πατριωτισμός και το θάρρος προσφέρανε ποτέ στην ανθρωπότητα».

Ο Γερμανός ποιητής Μύλλερ μετά το Ολοκαύτωμα του Μεσολογγίου,  μετονομάσθηκε Έλληνας και δήλωσε: «Χωρίς εσέ Ελλάς, τί θα ήταν ο Κόσμος;».

Εμείς θα προσθέσουμε: «Χωρίς εσέ ηρωικό Μεσολόγγι, τί θα ήταν η σύγχρονη Ελλάδα;».

«Γιατί στο μικρό αυτό αλωνάκι αναπνέεις Ελλάδα, σκέπτεσαι Ελλάδα, διδάσκεσαι Ελλάδα. Τα ερειπωμένα αυτά τείχη δεν περιβάλλουν πια μόνο το Μεσολόγγι. Περιβάλλουν την Ελλάδα ολόκληρη. Το Μεσολόγγι έχει γίνει μια συμπυκνωμένη Ελλάδα σ’ ότι έχει ηθικότερο και υψηλότερο. Το Μεσολόγγι δεν βρίσκεται μονάχα εδώ, στον ορατό τούτο χώρο. Βρίσκεται παντού όπου η Ελληνική αρετή φανερώνεται!».

Και θα τελειώσουμε με τα λόγια του ποιητή μας και ακαδημαϊκού Νικηφόρου Βρεττάκου: «…Την ημέρα της Επετείου της Εξόδου θα έπρεπε να βρίσκεται συγκεντρωμένο όλο το Έθνος. Να έχει περικυκλώσει νοερά, τον ιερό αυτό τόπο με την αφοσίωσή του και με την πίστη του.

Θα έπρεπε να παιδιά των σχολείων όλης της χώρας να προσανατολίζονται προς το Μεσολόγγι για μια ολιγόλεπτη σιωπή και περισυλλογή, μια που το πιο κοντινό μας μνημείο μετά τον Παρθενώνα και την Αγία Σοφία, είναι το ιδεατό μνημείο του Μεσολογγίου!».

 

Βιβλιογραφία

  1. Ιωάννου – Ιάκωβου Μάγερ, Ημερολόγιο της Πολιορκίας του Μεσολογγίου 1825 – 1826, Επιμέλεια Γεωργίας Δροσίνη Καρδίτσα 2002
  2. Αύγουστος Φαμπρ. Η Ιστορία της Πολιορκίας του Μεσολογγίου, Εκδόσεις Πολύπλευρο 1999
  3. Αντώνης Διακάκης, Το Μεσολόγγι στο 1821, Εκδόσεις Ασίνη 2019
  4. Οι ημέρες των Ελεύθερων Πολιορκημένων (1821 – 1826), Εκδόσεις Ωκεανίδα Αθήνα 2001
  5. Νικόλαος Αθ. Κολόμβας, Το Μεσολόγγι (1821 – 1829) Οι Αθάνατοι πρόμαχοι, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΛΦΑ, ΣΕΙΡΑ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ – ΑΘΗΝΑ 1998
  6. Στέφανος Ι. Παπαδόπουλος, Το Μεσολόγγι και ο Φιλελληνισμός, Ιωάννινα 1971
  7. Γεώργιος Φίνλευ, Η Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και την Δημοκρατία.

 

Αναδημοσίευση από την Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη της Βυρωνικής Εταιρείας

Κατηγορίες
Αρχείο

Με αφιέρωμα στα “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ” η φετινή εκδήλωση της Βυρωνικής Εταιρείας Μεσολογγίου για τις Γιορτές Εξόδου

 

Την προσεχή Κυριακή 3 Απριλίου 2022, στις 11 το πρωί, στο Βυρώνειο θα πραγματοποιηθεί η ετήσια επετειακή εκδήλωση της Βυρωνικής Εταιρείας Μεσολογγίου στο πλαίσιο των Εορτών Εξόδου.

Φέτος η επετειακή εκδήλωση είναι αφιερωμένη στον πρωτοπόρο του σύγχρονου ελληνικού τύπου Ιωάννη – Ιάκωβο Μάγερ και στην έκδοση του στο πολιορκούμενο Μεσολόγγι “Ελληνικά Χρονικά”.

Στο πλαίσιο της εκδήλωσης η Ιστορικός και αναπληρώτρια διευθύντρια του Εθνικού – Ιστορικού Μουσείου, Δήμητρα Κουκίου θα μιλήσει με θέμα: “Συνεστήθη ήδη και η παρούσα εν Μεσολογγίω Εφημερίς, φέρουσα το όνομα Ελληνικά Χρονικά 23 Δεκεμβρίου 1823, Δρ. Ιωάννης – Ιάκωβος Μάγερ“.

Ακολούθως ο  σκηνοθέτης – συγγραφέας Τηλέμαχος Τσαρδάκας θα αναγνώσει αποσπάσματα από το “Ημερολόγιο της Πολιορκίας του Μεσολογγίου, 1825-26” του Ι.Ι. Μάγερ, συνοδεία στο πιάνο από τον συνθέτη, Διονύση Μπάστα.

Μετά το πέρας της εκδήλωσης το κοινό θα έχει την ευκαιρία να ξεναγηθεί στην έκθεση “ΕΠΑΝΑCΥΣΤΑΣΗ ΄21” που λειτουργεί στους χώρους του Μουσείου για το Λόρδο Βύρωνα και τον Φιλελληνισμό. 

 

 

 

Κατηγορίες
Κοινωνία Περιφερειακά Νέα

“Δόμνα Βισβίζη: Μια άγνωστη καπετάνισσα του 1821”

 

 

Γράφει η Πολυξένη Αλκ. Χαραλαμποπούλου, Φιλόλογος

Μέλος του Δ.Σ. της Βυρωνικής Εταιρείας Ι.Π. Μεσολογγίου

Συντονίστρια των εκπαιδευτικών προγραμμάτων 

 

Η  Βυρωνική  Εταιρεία    της  Ιεράς    Πόλεως  Μεσολογγίου  συμμετέχοντας  στις Εορτές Εξόδου 2005  διοργάνωσε  με  τη  συνεργασία  της  Ιστορικής  και  Εθνολογικής  Εταιρείας  Ελλάδος  ‐  Εθνικό  Ιστορικό  Μουσείο,  μόνιμη      έκθεση  από  τις  συλλογές  της  των  φιλελληνικών  χαρακτικών  του  19ου  αιώνα    με  θέμα, «  Ελληνική  Επανάσταση  και  Ευρωπαϊκός Φιλελληνισμός ».

Ανάμεσα  σε  αυτές  τις  λιθογραφίες  είναι  και  αυτή  που  στον  κατάλογο, που εκδόθηκε από την Βυρωνική Εταιρεία και βρίσκεται στην  σελίδα  24 ,  επιγράφεται, «Η  Δόμνα  Βισβίζη  αποχαιρετά  το  γιο  της Θεμιστοκλή» .

Ο Δημήτριος Βισβίζης‐ στο χαρακτικό αναφέρεται ως Θεμιστοκλής‐ ήταν  γιος  του  Χατζή‐Αντώνη  και  της  Δόμνας  Βισβίζη.  Σπούδασε  στη Γαλλία  από  το  1826  με  έξοδα    της  Επιτροπής  του  Παρισιού.  Από  τα πρώτα  της  βήματα  η  Επιτροπή  του Παρισιού  ασχολήθηκε  περισσότερο με  την  οργάνωση  στρατιωτικών  αποστολών  προς  την  επαναστατημένη Ελλάδα, ενώ  ταυτόχρονα φρόντισε  για  την  εκπαίδευση Ελληνοπαίδων .

Το  1824  ήρθε  στην  Ελλάδα,  ως  απεσταλμένος  της  Επιτροπής,  ο  στρατηγός  Ρος,  για  να  πάρει  μαζί  του  μερικά  ελληνόπουλα  κατά προτίμηση  από  τους  απογόνους  ονομαστών  αγωνιστών  της επανάστασης.  Με  έξοδά  της  κάλεσε  και  τοποθέτησε  σε  διάφορα εκπαιδευτικά ιδρύματα  του Παρισιού (λύκεια,  αγροτική  σχολή,  ναυτική σχολή)  τους  νεαρούς  Κανάρη,  Ψύχα,  Αποστόλη,  Τσαμαδό,  Νέγρη, Παλαιολόγο, Κρατήρη, Παρθενόπουλο, Δημήτριο Μαυρομιχάλη και  τον 12χρονο Θεμιστοκλή Βισβίζη. Η Δόμνα Βισβίζη μέσα στη φτώχια  και τις δυσκολίες  που  περνούσε    εκείνη  την  περίοδο,  δεν  σταμάτησε  να φροντίζει  για  το  μέλλον  των  παιδιών  της.  Ζήτησε  λοιπόν  συστατική  επιστολή από τη Διοίκηση για τον πρωτότοκο γιο της προκειμένου να την δώσει  στον  Γ.  Δρακάτο,  με  την  φροντίδα  του  οποίου  ο  Θεμιστοκλής συμπεριλήφθηκε  στους   νέους που θα ταξίδευαν στο Παρίσι.

Ο Θεμιστοκλής ήταν το αγαπημένο παιδί των φιλελληνικών κύκλων  του  Παρισιού.  Εντυπωσιασμένη  από  την  ιδιαίτερη  ομορφιά  του  και  τα χαρακτηριστικά  της  ελληνικής  μορφής  η  γαλλίδα  ζωγράφος  Αdele Tardieu,  φιλοτέχνησε  εκ  του  φυσικού  πολλά  πορτραίτα  του  όμορφου  νέου.

Η ωραία εικόνα  του αποδόθηκε σε σύνθεση κάτω από  την οποία είναι γραμμένα τα λόγια της μητέρας του, που του είπε ,αποχαιρετώντας τον ενώ έφευγε για το Παρίσι ,«Η Γαλλία με τη γενναιοδωρία της θα σε υιοθετήσει, θα σε αναθρέψει, θα σε εκπαιδεύσει. Όταν θα επιστρέψεις,  ίσως δεν υπάρχω. Εσύ θα είσαι μεγάλος. Θυμήσου  να εκδικηθείς για τον πατέρα σου».

Ένα  από  τα  πορτραίτα  αυτά  λιθογραφήθηκε  σε  χιλιάδες  αντίτυπα και  πωλούνταν  στη  Γαλλία  και  την  Ευρώπη  σε  μεγάλη  τιμή.  Από  τα χρήματα  που  συγκεντρώνονταν  αγοράζονταν  τρόφιμα,  φάρμακα  και πολεμοφόδια  και  στέλνονταν  από  τη  Γαλλία  στην  επαναστατημένη Ελλάδα.

Με  πρότυπο  αυτό  το  πορτραίτο  κατασκευάστηκε  η  προτομή  του που στήθηκε στην πλατεία του Φάρου στην Αλεξανδρούπολη.

Το  1832  ο  Θεμιστοκλής  επέστρεψε  στην  Ελλάδα  και  διορίζεται  ακόλουθος  του  Υπουργείου  Εξωτερικών,  ενώ  από  το  1845‐1876 διετέλεσε Διοικητής Νάξου.

Η μητέρα του , Δόμνα, γεννήθηκε στην Αίνο της Ανατολικής Θράκης  το  1783.  Κόρη  γαιοκτήμονα  της  Θράκης  ,  ξακουστή  αρχόντισσα  της  περιοχής,  παντρεύτηκε  το  συμπατριώτη  της  πλοιοκτήτη  Χατζή‐Αντώνη Βισβίζη,  που  ήταν  μυημένος  στη  Φιλική  Εταιρεία,το1809, με τον οποίο απέκτησαν  πέντε παιδιά. Ακολούθησε και η δική της μύηση  στο  μεγάλο  μυστικό  από  τον  ίδιο  το  σύζυγό  της.  Η  οικογένεια  Βισβίζη προσέφερε  πολύτιμες  υπηρεσίες  στις  ναυτικές  επιχειρήσεις  του  1821 μαζί  με  τους  άλλους  Αινίτες.  Η  Αίνος  ήταν  οικονομικό  και  πνευματικό κέντρο  της  περιοχής  με  μεγάλη  ναυτική  δύναμη.  Ήδη  από  το  1813 διέθετε 4 μεγάλα πλοία και 60 σακολέβες για να φθάσει τα 300 πλοία το 1821.

Με τα πλοία αυτά οι Αινίτες διέσχιζαν την Ανατολική Μεσόγειο και έφθαναν μέχρι τη Συρία και την Αίγυπτο.Oι  Αινίτες  στα  τέλη  Απριλίου‐αρχές  Μαϊου1821  κήρυξαν  την επανάσταση  ακολουθώντας  τους  υπόλοιπους  Έλληνες,  κατέλαβαν  το κάστρο  και  αιχμαλώτισαν  τις  τουρκικές  δυνάμεις.  Επειδή  όμως απουσίαζαν  τα  Αινίτικα  καράβια,  κυριάρχησαν  πάλι  οι  Τούρκοι.  Λίγο αργότερα,  ψαριανή  μοίρα  που  δρούσε  στο  Β.  Αιγαίο  με  αρχηγό  τον Ανδρέα  Γιαννίτση  ανακατέλαβε  το  φρούριο.  Στην  επιχείρηση  αυτή συμμετείχε  και  ο  πλοίαρχος  Χατζή‐Αντώνης  Βισβίζης  με  το  πλοίο «Δόμνα» και  με το μπρίκι  «Καλομοίρα» που το διοικούσε με τη γυναίκα του  Δόμνα.

Το  πλοίο  αυτό  χτίστηκε  το  1817  στη  Ρωσία  από  Ρώσους μαστόρους και ξυλεία (πεύκα) από την Αίνο. Έφερε 14 κανόνια‐ κλασικό μπρίκι‐ και για την κατηγορία του ήταν από τα μεγαλύτερα  της εποχής του,  μήκους  31,10μ.  πλάτους  7,80μ.  και  χωρητικότητας  259  τόνων.  Το μεγαλοπρεπές  και  επιβλητικό    πλοίο  διέθετε  ευρύχωρο  σαλόνι, πολυτέλεια για τους καιρούς εκείνους. Αυτό εξυπηρετούσε τον καπεταν‐Αντώνη  αφού  ήθελε  να  έχει  τη  μεγάλη  του  οικογένεια  μαζί  του  στα ταξίδια.  Αργότερα,  το  ευρύχωρο  σαλόνι  του  πλοίου  χρησίμευσε  για  τις συνεδριάσεις του Αρείου Πάγου της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδας καθώς και  για  τις  συναντήσεις  των  αρχηγών  των  ελληνικών  επαναστατικών σωμάτων  της  Ανατολικής  Στερεάς  όταν  ήθελαν  να  συζητήσουν  και  να επιλύσουν προβλήματα του αγώνα.

Η Αίνος έμεινε για αρκετές ημέρες  στα χέρια των Ελλήνων, όμως πέρασε και πάλι στα χέρια των Τούρκων.

Οι  κάτοικοί  της  κατέφυγαν  στην  επαναστατημένη  Ελλάδα  και προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.Ύστερα  από  αυτήν  την  εξέλιξη  ο  καπετάν‐Αντώνης  Βισβίζης επιβίβασε  τη  γυναίκα  του  και  τα  παιδιά  του  στην  «Καλομοίρα»  και ενώθηκε  με  τον  ελληνικό  στόλο.  Η  δράση  του  ήταν  γνωστή.  Στις  23 Μαρτίου  ήδη  είχε  φορτώσει  το  πλοίο  του  από  την  Κωνσταντινούπολη όπλα  και  εφόδια  που  είχε  συγκεντρώσει  ο  αγωνιστής  και  πρωτεργάτης της εξέγερσης της Χαλκιδικής  Εμμανουήλ Παπάς με προορισμό το Άγιο Όρος και τη Χαλκιδική.  Και στις ναυτικές επιχειρήσεις στην περιοχή της  Κασσάνδρας η συμβολή του ήταν σημαντική. Όμως μετά τις δραματικές  εξελίξεις στη Χαλκιδική, όπου η επανάσταση πνίγηκε στο αίμα, παρέλαβε τον  Εμμανουήλ  Παπά  για  να  τον  μεταφέρει  στην  Ύδρα.

Ο  Εμμανουήλ  Παπάς  πέθανε  κατά  τη  διάρκεια  του  ταξιδιού  και  αφού  παρέδωσε  τον νεκρό στους Υδραίους, έπλευσε για τον Ευβοϊκό κόλπο για να βοηθήσει στις επιχειρήσεις της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας, υποστηρίζοντας με τακανόνια  του  τον  Οδυσσέα  Ανδρούτσο,  τον  Δημήτριο  Υψηλάντη  και  τον  Νικηταρά, στην Αγία Μαρίνα Λαμίας,  προκειμένου να σταματήσουν την κάθοδο του Δράμαλη. Έτσι κατάφερε να σωθούν τα κυκλωμένα ελληνικά τμήματα  από  τους  Τούρκους  του  Δράμαλη.  Σύμφωνα  με  έγγραφο  του Οδυσσέα  Ανδρούτσου  τον  Απρίλιο  του  1822,  γράμμα  ευγνωμοσύνης προς  τον  Βισβίζη, «  ο  καπετάν‐  Αντώνης  διέθεσε  για  τον  αγώνα  στη Στερεά τρία κανόνια του κάμπου, σημαντική ποσότητα μπαρούτι, μπάλες κανονιών και τρόφιμα». Και ενώ περιέπλεε συνεχώς το βόρειο στενό της Εύβοιας από τις αρχές Απριλίου μέχρι τέλους Ιουλίου 1822 πολεμώντας τον  εχθρό,  στις  21  Ιουλίου  1822    έχασε  τη  ζωή  του  από  εχθρικό    βόλι πάνω στο κατάστρωμα του πλοίου του.

Την 1η Ιανουαρίου 1829 , η  κόρη του Μαριορίτσα Βισβίζη, ζήτησε από τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, ως μνημόσυνο του πατέρα της, να  δημοσιευθεί  από  το  Εθνικό  Τυπογραφείο  ο  επιτάφιος  λόγος  που  συνέταξε.  Ο  Καποδίστριας  αναγνωρίζοντας  την  προσφορά  του  διέταξε την δημοσίευση του λόγου (17 Ιανουαρίου1829.

Μετά  τον  θάνατο  του  συζύγου  της,  την  διοίκηση  του  πλοίου «Καλομοίρα» ανέλαβε ως καπετάνισσα η Δόμνα Βισβίζη. Είχε αποκτήσει ανάλογη  εμπειρία,  αφού  είχε  πάρει  μέρος  σε  όλες  τις  μέχρι  τότε  ναυτικές επιχειρήσεις  του αγώνα με  τον σύζυγό  της. Μόνη με  τα πέντε παιδιά της διέσχιζε τις ελληνικές θάλασσες και έδινε μάχες εναντίον του  εχθρού.

Με  τη  βοήθεια  του  υπαρχηγού  του  πλοίου  καπετάν‐Σταυρή συνέχισε την πολιορκία του Ευρίπου(Εύβοιας). Η προσφορά της Δόμνας Βισβίζη  στην  πολιορκία  της  Εύβοιας  βεβαιώνεται  και  από  τους προκρίτους  του  νησιού  «…και  αυτή  μετά  τον  θάνατον  εκείνου,  εις  την νήσον  Εύβοιαν  κατά  το  βόρειον  μέρος  με  ειλικρίνειαν  και  πατριωτικόν ζήλον  εδούλευσεν  με  το  πλοίον  του».

Ο ιστορικός  του  Αγώνα Ιωάννης Φιλήμων  την  συγκρίνει  με  την Μπουμπουλίνα  και  μαζί  με  τον Νικόλαο Σπηλιάδη της δίνουν το όνομα «καταδρομέας του Αιγαίου».

Στα τέλη του 1823, σε αναφορά της προς το Υπουργείο Ναυτικών η Δόμνα Βισβίζη γράφει «Κατά το έτος 1822, εσυμφώνησεν ο μακαρίτης ο άνδρας μου μετά των Αρεοπαγιτών και των εφόρων της Εύβοιας, δια να σταθή με το πλοίον του εις την πολιορκίαν της Εύβοιας, να πληρώνεται παρά  των  Αρεοπαγιτών…  πολλάκις  εζήτησα  να  πληρωθώ,  ως  η συμφωνία μας, και μηδ οβολού μη δοθέντος μοι και φοβουμένη μήπως ήθελον  οι  ναύτες  αναχωρήσει,  ενώ  ήτο  αδύνατον  να  κρατηθεί  η πολιορκία,  επλήρωσα  εξ  ιδίων  τα  μηνιαία  των,  εξοδεύσασα  δε  προς τούτοις τόσον εις τας των ναυτών τροφάς, όσον και εις πολεμοφόδια…»

Η  καπετάνισσα  Δόμνα  επί  τρία  χρόνια  αγωνιζόταν,  αψηφώντας τους  κινδύνους  και  ξοδεύοντας  όλη  της  την  περιουσία,  αφού  η  μόνιμη απάντηση  της Σεβαστής Διοίκησης  ήταν «ελλείπουσιν  πόροι». Ενίσχυσε τους Έλληνες που πολεμούσαν στην Εύβοια και τη Στερεά  μεταφέροντας τρόφιμα  και  πολεμοφόδια,  ενεπλάκη  σε  ναυμαχίες  και  βομβάρδιζε εχθρικές  θέσεις,  ματαίωσε  την  μεταφορά  των  στρατευμάτων  του Ομέρ Πασά  από  την  Εύβοια  στη  Στερεά,  εφοδίασε  με  πολεμικό  υλικό  και τρόφιμα    την  επαναστατημένη  Σκιάθο  και  τα  γειτονικά  νησιά,  βομβάρδισε  το  τουρκικό  στρατόπεδο  στα  Βρυσάκια  της  Εύβοιας,εξασφαλίζοντας  την  επιτυχή  απόβαση  των  Ελλήνων.

Μάλιστα  στην επιχείρηση  αυτή  λίγο  έλειψε  να  χάσει  το  γιο  της  Θεμιστοκλή  που τραυματίστηκε  σοβαρά.  Και    η  «Καλομοίρα»  όμως  είχε  δεχθεί  πολλές  λαβωματιές.

Το  Σεπτέμβριο  του  1824  η  «Καλομοίρα»  περνά  στα  χέρια  του  κράτους.  Συγκεκριμένα,  στα  τέλη  του  1823  οι  Υδραίοι  της  ζητούν  το πλοίο για τις ανάγκες του Υδραίικου ναυτικού και τους το παραχωρεί για να  το  χρησιμοποιήσουν  σαν  πυρπολικό  «με  όλα  τα  αναγκαία εξοπλισμένο»,  μιας και  η  καπετάνισσα  βρισκόταν  σε  οικονομική ένδεια  και  δεν  μπορούσε  να  συντηρήσει  το  πλήρωμα  των  140  ανδρών. Με  το  πλοίο  αυτό  το  1824  πυρπολήθηκε  από  τον  Πιπίνο  στον  Τσεσμέ  η τουρκική φρεγάτα «Χαζνέ Γκεμισί», δηλ. το καράβι‐ταμείο του τουρκικού στόλου , ή αλλιώς  το θησαυροφυλάκιό του.

Έτσι με αυτόν τον ένδοξο τρόπο γράφτηκε ο επίλογος της ναυτικής ιστορίας  της  οικογένειας  Βισβίζη.  Η  αγωνίστρια  αποσύρθηκε  από  την ενεργό δράση, έμεινε χωρίς πλοίο και πάμπτωχη με τα πέντε ορφανά της «υστερημένα  και  αυτού  του  επιουσίου».  Έζησε  για  λίγο  στην  Ύδρα,  τη Σύρο  και  το  Ναύπλιο  αφού  ούτε  πατρίδα  ελεύθερη,  ούτε  σπίτι  είχε.

Απευθύνεται  προς  την  Σεβαστή  Διοίκηση  και  ζητάει  βοήθεια  για  τα απροστάτευτα  ορφανά  των  οποίων  ο  πατέρας  τους  αφού  ξόδεψε  όλη την περιουσία του, έδωσε και τη ζωή του, «… δια να παρακινώνται και οι  λοιποί  ομογενείς  εις  τον  Ιερόν  τούτον  αγώνα  αλύπως,  βλέποντες  την  Διοίκησιν    προστάτην  των  ορφανών  και  των  χηρών».

Δυστυχώς  δεν έλαβε καμία βοήθεια. Η κατάστασή της χειροτερεύει και τον χειμώνα του 1826 βρίσκεται σε απελπιστική θέση. Έχει ήδη χάσει και  ένα  της παιδί  από το λιμό που προηγήθηκε. Αυτόν τον χρόνο ο γιός της  Θεμιστοκλής φεύγει για το Παρίσι «υιοθετημένος» από την Επιτροπή του Παρισιού.

Βοήθεια  ζητάει  με  επιστολή  της  και  από  τον    κυβερνήτη  της  Ελλάδας Ιωάννη Καποδίστρια ενώ βρίσκεται στο Άργος το 1829 «…όπως  μοι  γίνη  καν  μικρά  εξοικονόμησης  ,  ίνα  περιθάλψω  και  δυνηθώ  να ανακουφίσω τα τέκνα μου και προλάβω αυτά πριν ή εκ της λιμοκτονίας  εξοντοθώσι».

Κάποιοι φρόντισαν να βγει για την καπετάνισσα μια μικρή σύνταξη, μόλις 30 δραχμών το μήνα. Τόσο κοστολόγησαν την προσφορά  και τη θυσία του συζύγου της και της ίδιας στον μεγάλο αγώνα για  την ελευθερία  της  πατρίδας  στον  οποίον  αφιερώθηκε  ολοκληρωτικά.

Όχι όμως της δικής της πατρίδας , της Αίνου, γιατί στη δική της πατρίδα δεν φύσηξε  ποτέ  ο  αέρας  της  λευτεριάς.  Το  1845  εγκαταστάθηκε  στον Πειραιά,  όπου  πέθανε  πάμπτωχη,  εγκαταλειμμένη  και  λησμονημένη  το 1850.

Η  δημοτική  μούσα  της  αφιέρωσε  ένα  δημοτικό  τραγούδι.  Λέει  μεταξύ των άλλων:

Πουλάκι πόθεν έρχεσαι, πουλάκι αποκρίσου

Μην είδες και μην άκουσες για την κυρά Δομνίτσα,

Την όμορφη τη δυνατή την αρχικαπετάνα,

Πούχει καράβι ατίμητο και πρώτο μες τα πρώτα,

Καράβι γοργοτάξιδο, καράβι τιμημένο,

Καράβι που πολέμησε στης Ίμπρος το μπουγάζι……. (έρευνα του Κομοτιναίου Αντώνη Ρωσσίδη)

Η Δόμνα Βισβίζη αποτόλμησε  εξαιρετικές πράξεις και ασυνήθιστες, ξεπέρασε τα όρια του φύλου της και ακολούθησε τις δικές της διαδρομές ως  καπετάνισσα  και  πολεμίστρια  ,  αλλά  και  ως  σύζυγος  και  μάνα.  Δεν  ήταν  μόνο  γενναία  γυναίκα,  αλλά  ενέπνεε  τον  σεβασμό  και  την  εμπιστοσύνη  όχι  μόνο  στο  πλήρωμα  του  πλοίου  της,  αλλά  και  στους συμπολεμιστές  της.

Τα  πρόσφερε    όλα  με  γενναιοψυχία  για  την  απελευθέρωση  του  έθνους,  αλλά  η  επίσημη  ιστορία  την  αφήνει αμνημόνευτη και ξεχασμένη. Μόλις το 2005 η Ελληνική Πολιτεία έστησε  την  προτομή  της  στη  λεωφόρο  των  Ηρώων  στο  Πεδίο  του  Άρεως  στην Αθήνα και μνημείο της με τον σύζυγό της κοσμεί την πλατεία του Φάρου  στην Αλεξανδρούπολη.

Χρέος  μας  είναι,  έστω  και  καθυστερημένα,  να  αποκαταστήσουμε  στην  συλλογική  ιστορική  μνήμη  όλους  αυτούς  που  αγωνίστηκαν  και  τίμησαν τον όρκο τους στην Πατρίδα μας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΠΑΠΥΡΟΣ LAROUSSE BRITANIKA, τομ.14ος

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, τομ. ΙΒ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ ΑΕ

ΒΥΡΩΝΙΚΗ  ΕΤΑΙΡΕΙΑ  ΙΕΡΑΣ  ΠΟΛΕΩΣ  ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ, «ΕΛΛΗΝΙΚΗ  ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ  ΚΑΙ  ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ  ΦΙΛΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ», ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ 2005,( κατάλογος έκθεσης ).

Κούκου  Μ,  Ο  Ελληνισμός  της  Θράκης  στον  αγώνα  του  1821,Θεσσαλονίκη,εκδόσεις Ερωδιός, 1998

Ιωάννου  Φιλήμονος  ,  Δοκίμιον  Ιστορικόν  περί  της  ελληνικής  επαναστάσεως, τομ Γ΄


Αναδημοσίευση από την Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη της Βυρωνικής Εταιρείας

Κατηγορίες
Κοινωνία Περιφερειακά Νέα

25 Φεβρουαρίου 1826: “Η Άλωση του Βασιλαδιού από τους Τούρκους”

25 Φεβρουαρίου 1826: “Η Άλωση του Βασιλαδιού από τους Τούρκους”

 

Γράφει, η Πολυξένη Κανούτα- Χαραλαμποπούλου

Φιλόλογος, μέλος  του Δ.Σ. της Βυρωνικής Εταιρείας Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου

Συντονίστρια Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων

 

Από την Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη της Βυρωνικής Εταιρείας Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου

www.messolonghibyronsociety.gr

 

 

Κατηγορίες
Τέχνες

“Πατρίδα είναι…” – Η ταινία μικρού μήκους από την Ομάδας Φιλαναγνωσίας του 2ου Λυκείου Μεσολογγίου και τη Βυρωνική Εταιρεία

 

«Πατρίδα είναι…» η ταινία μικρού μήκους με «πρωταγωνιστές» τα μέλη της ομάδας φιλαναγνωσίας του 2ου Λυκείου Μεσολογγίου, αλλά και την πρόεδρο της Βυρωνικής Εταιρείας Μεσολογγίου, Ροδάνθη Φλώρου.

Η ταινία γυρίστηκε στο Μουσείο για το Λόρδο Βύρωνα και τον Φιλελληνισμό που αυτό το διάστημα φιλοξενεί την επετειακή έκθεση «ΕΠΑΝΑCΥΣΤΑΣΗ ’21».

Αποτελεί το αποτέλεσμα μιας συλλογικής προσπάθειας των μαθητών του 2ου Λυκείου που είτε στα διαλείμματα του σχολείου, είτε σε ελεύθερο τους χρόνο, προετοιμάστηκαν για το αποτέλεσμα που μπορείτε να παρακολουθείστε.

Μια πρόταση και προσπάθεια που αγκάλιασε η Βυρωνική Εταιρεία Μεσολογγίου και με την συνδρομή της θεατρολόγου Άννας Μανθάτη έγινε αυτή η υπέροχη παραγωγή.

Μια παραγωγή που μόνο αισιόδοξα μηνύματα για το αύριο στέλνει!

Exit mobile version