Κατηγορίες
Κοινωνία Περιφερειακά Νέα

Αποχαιρετισμός στον πυλώνα της Ελλάδας: “Ο Μίκης της Γέφυρας – Η Γέφυρα του Μίκη” (VIDEO)

Ως παραχωρησιούχος ενός έργου με προορισμό να γίνει ένα ζωντανό εθνικό μνημείο, ταυτισμένο με την καθημερινή χρησιμότητα σε μεγάλο βάθος χρόνου,  η ΓΕΦΥΡΑ Α.Ε. συνδέθηκε με τον Μίκη Θεοδωράκη από τις απαρχές της εταιρικής της διαδρομής.

Συνειδητή επιλογή της ηγεσίας της υπήρξε η σύνδεση της Γέφυρας με το «εθνικό, πανανθρώπινο και αιώνιο» που ανέκαθεν ενσάρκωνε ο μεγάλος συνθέτης, ενεργός πολίτης και αγωνιστής, ο οποίος είχε θέσει στο κέντρο της φιλοσοφίας του την ένωση των Ελλήνων ως προϋπόθεση για «λευτεριά και προκοπή».

 

Μέσα από την προσέγγιση του με τους «πατέρες της Γέφυρας», Ζαν – Πολ Τεσαντιέ και Νίκο Χαρικιόπουλο, εγκαθιδρύθηκε ένας αμοιβαίος και ειλικρινής δεσμός φιλίας με τον μέγιστο εθνικό συνθέτη, ο οποίος αγάπησε αυτό το μεγάλο εθνικό όραμα, πριν καν ακόμη σχηματισθεί το εργοτάξιο της Ζεύξης στην περιοχή του Αντιρρίου.

Έτσι, από τα τέλη της δεκαετίας του 90’ η μουσική του Μίκη συνόδευσε και συνοδεύει όλες τις φάσεις της μέχρι τώρα ιστορίας της Γέφυρας Ρίου – Αντιρρίου «Χαρίλαος Τρικούπης».

Οι πρώτες -αφιερωμένες στο έργο του- μαζικές πολιτιστικές εκδηλώσεις στην περιοχή είχαν την ονομασία «Ζεύξεια».

Υπήρξαν το έναυσμα για τη δημιουργία μίας παράδοσης  συναυλιών με έργα του, που συνεχίστηκε με άλλες που ακολούθησαν, συνδέθηκαν με την περίοδο της κατασκευής και κορυφώθηκαν με τη γιορτή της ολοκλήρωσης του έργου που είχε τον τίτλο «Να θυμηθείς το όνειρό μου», παραπέμποντας στους στίχους του Νίκου Γκάτσου και στο τραγούδι του Μίκη με τον παρεμφερή τίτλο.

Η συγκεκριμένη αναφορά στο όνειρο ακουμπούσε σε δύο επιθυμίες: Η μία ήταν η προσμονή για την υλοποίηση αυτού της Ζεύξης που έγινε πραγματικότητα και σε ένα προσωπικό όνειρο που ο Μίκης είχε εκμυστηρευθεί στους δύο συνομιλητές του.

Η άλλη ήταν η προσωπική επιθυμία του να ακούσει τη μουσική του ανέμου που περνά μέσα από τα καλώδια της Γέφυρας, την οποία έβλεπε σαν υπερμεγέθη άρπα.

 

 

Ο μεγάλος συνθέτης διέσχισε τη Γέφυρα στις 13 Ιουλίου 2006, με κατεύθυνση την Πάτρα, για μία ακόμη συναυλία του, που έγινε το ίδιο βράδυ στο ρωμαϊκό ωδείο της πόλης.

Από τα τελευταία χρόνια του 20ου αιώνα, η παράδοση των συναυλιών με έργα του πλάι στη Γέφυρα ή κοντά σε αυτή, συνεχίζεται μέσα από εμφανίσεις της λαϊκής ορχήστρας που φέρει το  όνομά του, σε τακτά διαστήματα, με πιο πρόσφατη αυτή του 2019 πριν την επέλευση της πανδημίας COVID-19.

Με τη δε μουσική του έχουν επενδυθεί ακόμη και ενέργειες προβολής υπηρεσιών της Γέφυρας.

Συνεχίζοντας την προσπάθεια για να ανταποκριθούμε σε όσα επιβάλλουν το εθνικό, το πανανθρώπινο, το αιώνιο, το χρήσιμο και καθημερινό σε βάθος χρόνου, εμείς, οι γυναίκες και οι άνδρες της Γέφυρας Ρίου – Αντιρρίου αποχαιρετούμε τον δικό μας Μίκη.

Μαζί με τούτο το κατευόδιο, τον καλούμε να πάρει μαζί του και ένα κοινό μας μυστικό: Κάθε φορά που κοιτάμε τον ψηλότερο πυλώνα της Γέφυρας να ορθώνεται στα 230 μέτρα από τον πυθμένα του Κορινθιακού και να ακουμπά τον ουρανό, απευθυνόμαστε σε αυτόν με το όνομά του.

Τον φωνάζουμε Μίκη.

 

Οι άνθρωποι της Γέφυρας Χαρίλαος Τρικούπης

Κατηγορίες
Αφιερώματα Κοινωνία Περιφερειακά Νέα Πρόσωπα

Στην αιωνιότητα ο Μίκης Θεοδωράκης – Η Ελλάδα και ο κόσμος αποχαιρετά τον αξεπέραστο Έλληνα συνθέτη

«Δεν είμαι ήρωας. Οι ήρωες πεθαίνουν νέοι. Είμαι ένας πολίτης που κάνει το καθήκον του», έλεγε ο Μίκης Θεοδωράκης και αυτό έκανε μέχρι τέλους.

Από το κρεβάτι και την καρέκλα του στον τελευταίο όροφο του σπιτιού του, με την πελώρια τζαμαρία και θέα την Ακρόπολη, σχολίαζε με τον δικό του τρόπο κάθε τι που τον απασχολούσε, πολιτισμό, πολιτική, τα κοινά.

Ρούφηξε τη ζωή μέχρι τέλους: «Πώς πρέπει να ζήσουμε τα μετρημένα χρόνια μας; Πρέπει να τα γευτείς, να τα εξαντλήσεις. Πρέπει με τα μάτια να δεις ό,τι υπάρχει, με το στόμα σου να φας ό,τι υπάρχει, με τα χέρια να ψάξεις ό,τι υπάρχει» -και αυτό που έλεγε σε συνέντευξή του ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν η καθημερινότητά του.

Σήμερα έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 96 ετών. «Ο Μίκης Θεοδωράκης έφυγε σήμερα Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2021 και ώρα 08.35′ από καρδιοαναπνευστική ανακοπή», αναφέρεται στην προσωπική ιστοσελίδα του.

Επίσης, η είδηση του θανάτου του Μίκη Θεοδωράκη κάνει τον γύρο του κόσμου, με τα μεγαλύτερα μέσα ενημέρωσης του πλανήτη να δημοσιεύουν εκτενή αφιερώματα στη ζωή, τη σταδιοδρομία και την πολιτική δράση του μεγάλου Έλληνα μουσικοσυνθέτη, η φήμη του οποίου είχε περάσει εδώ και δεκαετίες τα ελληνικά σύνορα.

 

Ο Μίκης από τη Χίο που κατέκτησε τον κόσμο

 

Ο Μίκης Θεοδωράκης γεννήθηκε στη Χίο. Η καταγωγή του πατέρα του, Γιώργη Θεοδωράκη, Μπιζανομάχου, ήταν από τον Γαλατά Χανίων και της μητέρας του, Ασπασίας Πουλάκη, από τον Τσεσμέ της Μικράς Ασίας. Οι γονείς του συναντήθηκαν στη Μικρά Ασία, λίγο πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Τα παιδικά του χρόνια ο Μίκης Θεοδωράκης τα πέρασε σε διάφορες πόλεις της ελληνικής επαρχίας, όπως τη Μυτιλήνη, τα Γιάννενα, το Αργοστόλι, τον Πύργο Ηλείας, την Πάτρα, και κυρίως στην Τρίπολη Αρκαδίας, λόγω των συχνών μεταθέσεων του δημοσίου υπαλλήλου πατέρα του.

Στην Τρίπολη, μόλις 17 ετών, δίνει την πρώτη του συναυλία παρουσιάζοντας το έργο του «Κασσιανή» και παίρνει μέρος στην αντίσταση κατά των κατακτητών. Στη μεγάλη διαδήλωση της 25ης Μαρτίου 1943 συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από τους Ιταλούς και βασανίζεται. Διαφεύγει στην Αθήνα, όπου οργανώνεται στον ΕΛΑΣ και εκτελεί χρέη διαφωτιστή στον Πέμπτο Τομέα της ΕΠΟΝ, ενώ αγωνίζεται και σαν διμοιρίτης της Μεταξωτής διμοιρίας του 1ου τάγματος της Νέας Σμύρνης κατά τα Δεκεμβριανά. Συγχρόνως σπουδάζει στο Ωδείο Αθηνών με καθηγητή τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη.

Το 1950 αποφοιτά από το Ωδείο με δίπλωμα στην αρμονία. Το 1954 μεταναστεύει με κρατική υποτροφία στο Παρίσι, όπου εγγράφεται στο Conservatoire και σπουδάζει με τον Ολιβιέ Μεσιάν, για σύντομο χρονικό διάστημα, μουσική ανάλυση, καθώς επίσης και διεύθυνση ορχήστρας με τον Εζέν Μπιγκό. Συνθέτει μουσική για το μπαλέτο της Λουντμίλα Τσέρινα, το Κόβεντ Γκάρντεν, το Μπαλέτο της Στουτγκάρδης και επίσης για τον κινηματογράφο. Το 1957 του απονέμεται το πρώτο βραβείο του Φεστιβάλ της Μόσχας από τον Σοστακόβιτς για το έργο του Suite No 1 για πιάνο και ορχήστρα. Συγχρόνως συνθέτει πολλά έργα συμφωνικής μουσικής και μουσικής δωματίου.

 

«Αν δεν είχα βιώσει αυτά που βίωσα, δεν θα είχα γράψει αυτή τη μουσική»

Ως πολιτικός υπήρξε υπουργός και τέσσερις φορές εκλεγμένος βουλευτής του ελληνικού Κοινοβουλίου με το ΚΚΕ και τη ΝΔ, ενώ παράλληλα ήταν ακτιβιστής τιμημένος με το Βραβείο Ειρήνης Λένιν το 1983.

Είχε ασχοληθεί με όλα τα είδη της μουσικής, ενώ είχε συνθέσει τον ίσως πιο αναγνωρίσιμο ελληνικό ρυθμό διεθνώς, το συρτάκι «Ζορμπάς» (1964), βασισμένο σε παραδοσιακή κρητική μουσική. Επίσης έχει ασχοληθεί με την κλασική μουσική γράφοντας συμφωνίες, ορατόρια, μπαλέτα, όπερες και μουσική δωματίου. «Αν δεν είχα βιώσει αυτά που βίωσα, δεν θα είχα γράψει αυτή τη μουσική. Η μουσική για εμένα ποτέ δεν υπήρξε αυτοσκοπός, είναι κάτι το βιωματικό», έλεγε.

Συνθέσεις του έχουν ερμηνευτεί από καλλιτέχνες παγκοσμίου φήμης, όπως οι Beatles, η Σίρλεϊ Μπάσεϊ, η Τζόαν Μπαέζ και η Εντίθ Πιάφ.

Aκούστε την Εντίθ Πιάφ να τραγουδά Μίκη Θεοδωράκη:

 

 

 

Είχε γράψει μουσική για σημαντικές ταινίες όπως: Φαίδρα (1962), Αλέξης Ζορμπάς (1964), Ζ (1969) και Σέρπικο (1973). Το 1970, για τη μουσική στην ταινία Ζ, του απονεμήθηκε το βραβείο BAFTA για πρωτότυπη μουσική, ενώ ήταν υποψήφιος στην ίδια κατηγορία του 1974, για την ταινία State of Siege, και το 1975 για την ταινία Serpico. Επίσης ήταν υποψήφιος για Γκράμι το 1966 και το 1975 για το μουσικό θέμα των ταινιών Ζορμπάς και Serpico αντίστοιχα.

Το πιο σημαντικό του έργο θεωρείται η μελοποιημένη ποίηση, χρησιμοποιώντας ως στίχους ποιήματα βραβευμένων ποιητών ελληνικής και ξένης καταγωγής, όπως οι Γιάννης Ρίτσος (Βραβείο Ειρήνης Λένιν 1976), Γιώργος Σεφέρης (Νόμπελ 1963), Πάμπλο Νερούδα (Νόμπελ 1971), Οδυσσέας Ελύτης (Νόμπελ 1979). Το 2000 προτάθηκε για βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.

 

Πηγή: iefimerida.gr 

Exit mobile version