Ξερή η γη σου
μ’ αλάτι ποτισμένη
τα σώματα απ’ τον κάματο σκυφτά
μα τα κεφάλια των ανθρώπων σου
ψηλά κοιτούν
τον ήλιο να ανταμώνουν μες στην κάπνα
Τα χέρια τους δεμένα στο μολύβι
αλέτρι το ‘καμαν
ψυχές οργώνουν
για να ριζώσει η λευτεριά στη στέρφα γη
Κι αθάνατη πνοή φυσάει
σκορπάει την ήρα της σκλαβιάς
μες στο αλώνι απ’ τις πεσμένες ντάπιες…
Τον ξόδεψες τον πλούτο σου
κι αυτός μια χούφτα πεινασμένοι
ήταν μονάχα
και δύο μάτια μάνας βουρκωμένα
Στο τέλος άκρατος ο χείμαρρος απ’ τα κορμιά
για πάντα διέλυσε
τις σάπιες αλυσίδες…
Στις δάφνες που αφήσαν στο κουφάρι σου
γράψαν μονάχα:
θα το ξανάκανες
Γρηγόρης Λουκάς
Το ποίημα έλαβε το 2ο Βραβείο στην Κατηγορία Ποίηση Ελεύθερου Στίχου στον 17ο Παγκόσμιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό Ποίησης και Λογοτεχνίας της Ένωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδος το 2021 για τα 200 χρόνια από Ελληνική Επανάσταση