«Τ’ άρματα είναι μαλαματένια, αλλά θέλουν χέρια σιδερένια»
«Πόχει κεφάλι γυάλινο τη πέτρα να μη κτυπάει»
«Ελέφαντα εκμυίας ποιείς»; (Από μύγα ελέφαντα φτιάχνεις;)
Γράφει ο Θεόδωρος Βλαχόπουλος
Θεολόγος
Όταν διαβάζω στις εφημερίδες, τα περιοδικά τον έντυπον και ηλεκτρονικόν τύπον τα δημοσιεύματα των διαφόρων αρθρογράφων που άλλα είναι γραμμένα αυθορμήτως, φιλοτίμως και αδαπάνως και άλλα όπως φαίνεται κατ’ επιταγή και ύστερα από κάποιο φιλοδώρημα, ομολογώ, ότι τότε πονώ, θλίβομαι και λυπάμαι. Με τον τρόπο αυτό ο λογικός άνθρωπος, ο κατ’ εικόνα Θεού πλασθείς μετατρέπεται εις άβουλον ον και μιμείται χάριν ειδικού σκοπού τον κατά την μυθολογίαν πανάρχαιον διπρόσωπον ΙΑΝΟ, ο οποίος παρουσιάζετο με δύο πρόσωπα – φάτσες. Τη μία που είχε στο μπροστινό μέρος του κεφαλιού του και την άλλη στο οπίσθιο. Έτσι άλλα έλεγε και ισχυρίζετο τη μία φορά και άλλα την άλλη, ανάλογα με το επιδιωκόμενο σκοπό και έτσι συνετέλεσε να καθιερωθεί η γνωστή ρήσις «έκαστος των ανθρώπων δύο πήρας φέρει. Μία έμπροσθεν και μια όπισθεν».
Με τη διπροσωπία όμως αυτή ο άνθρωπος αυτοεξευτελίζεται, χάνει την εμπιστοσύνη στο πρόσωπό του, σχολιάζεται χαρακτηρίζεται ως άστατος ανεμοδείκτης και καιροσκόπος και σε περίπτωση που κατέχει θέση ή αξίωμα συντελεί εις την απαξίωση, την υποβάθμιση και την κατάπτωση αυτού.
Κατόπιν αυτών έρχονται στο νουν μου τα λόγια. «Πόχει κεφάλι γυάλινο τη πέτρα να μη κτυπάει», δηλαδή όποιος έχει Αχίλλειο πτέρνα, ενοχοποείται, κατηγορείται για κάτι, αυτός δεν θα πρέπει να προβάλλεται, κολακεύεται για τυχόν υπαρκτά ή ανύπαρκτα προτερήματα ο ίδιος, ούτε και να κομπάζει, διότι με τον τρόπο αυτό προκαλεί και το κεφάλι του που είναι γυάλινο – εύθραυστο θα σπάση, θα τραυματισθή και θα φανερωθούν τα κατορθώματά του με αποτέλεσμα να καταστραφή. Παρ’ όλα αυτά συνηθίζεται ότι κάτω από τα παχειά λόγια να κρύβεται ένας μικρός και ανίκανος άνθρωπος.
Δεν γνωρίζουν όμως οι καλοί μας αρθρογράφοι, ότι η κολακεία είναι κίβδηλο νόμισμα που για λίγο κυκλοφορεί, γρήγορα αποσύρεται, ότι ο κόλακας είναι ένας ανειλικρινής και ψεύτικος φίλος που προσωρινώς υποθάλπει τον εγωισμό και τη ματαιοδοξία αλλά γρήγορα εγκαταλείπει και εγκαταλείπεται; Ξεχνούν, ότι ο χρόνος τρέχει, η ζωή περνάει, ο καιρός έχει γυρίσματα, είναι ρόδα που γυρίζει, ξεσκεπάζει και φανερώνει τα πάντα; Δεν διάβασαν ποτέ, ότι «ο χρόνος άγει προς την αλήθεια» και ότι με την κούπα που σήμερα αυτοί κερνούν, αύριο θα ποτισθούν; Αγνοούν ότι το μήνυμα που στέλνουν το πρωί στο σπίτι του γείτονα, το βράδυ θα γυρίση στην δική τους στέγη και ότι ο ανήφορος έχει και κατήφορο; Λησμονούν ότι η μαιμού όσο ψηλότερα ανεβαίνει τόσο φαίνεται η γύμνια της; Γιατί αποφεύγουν την αλήθεια, προβάλλουν και κολακεύουν ανικάνους και αγραμμάτους για να κυβερνήσουν; Γιατί δεν τηρούν τη χρυσή σιωπή και φροντίζουν από τη μύγα να δημιουργήσουν και κατασκευάσουν ελέφαντα; Τι συμβαίνει; Όλα αυτά τι τα κατευθύνει;
Η Αγία Γραφή, ο αιώνιος και αψευδής λόγος του Θεού, τονίζει «Μη λίκμη εν παντί ανέμω και μη πορεύου εν πάση ατραπώ ως δίγλωσσος» (Σειρ. Ε’9), «μήτι η πηγή εκ της αυτής οπής βρύει το γλυκό και το πικρόν» (Ιακ. γ’ 11), «εις έστω σοι ο λόγος ειδέ μη η χείρ σου έστω το στόματί σου». Ένας να είναι ο λόγος σου, αλλιώς βάλε το χέρι στο στόμα σου, και παύσε να ομιλείς. Σώπα. «Μη συσχηματίζεσθε» (Ρωμ. Ιβ 2). «Έστω δε ο λόγος υμών ναι ναι, ου ου, το δε περισσόν τούτων εκ του πονηρού έστιν» (Ματθ. ε’ 37) και «εκ του καρπού το δένδρον γινώσκεται» (Ματθ. ιβ 36).
Αυτά εγράφησαν «προς οικοδομήν και ουκ εις καθαίρεσιν» (Β Κορ β. 19).
Εύχομαι στη ζωή μας να πρυτανεύη η σύνεσις και «να λαλούμε ουχ ως ανθρώποις αρέσκοντες αλλά τω Θεώ» (Α Θεσ. δ 4), «ος εστίν έκδικος πάντων ημών» (Α Θεσ. δ. 6).