Η σχέση του Νίκου Αλιάγα με τη φωτογραφία παραμένει ανεξήγητα άγνωστη στο ελληνικό κοινό. Αντίθετα με τη Γαλλία, τη δεύτερη πατρίδα του, που αυτή την εποχή εστιάζει με ενθουσιασμό και γενναιοδωρία στη φωτογραφική του ιδιότητα, καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη μεγάλη έκθεση σε έναν από τους πιο ατμοσφαιρικούς χώρους στο Παρίσι, στο μεσαιωνικό κτίριο της Conciergerie, εκεί όπου φυλακίστηκαν η Μαρία Αντουανέτα και τα μέλη της βασιλικής αυλής στη Γαλλική Επανάσταση.Ενδεικτικό του σεβασμού που απολαμβάνει ο φωτογράφος Νίκος Αλιάγας είναι το γεγονός ότι η έκθεση με τίτλο «Ψυχές και σώματα» (Corps et Ames) τελεί υπό την αιγίδα του γαλλικού υπουργείου Πολιτισμού και του Εθνικού Κέντρου Μνημείων της Γαλλίας (CMN). Ηταν ο πρόεδρος του CMN, Philippe Bélaval, που πρότεινε στον Ελληνα σταρ της γαλλικής τηλεόρασης να εκθέσει τις φωτογραφίες του στο ιστορικό κτίριο. «Είναι εντυπωσιακό το πώς οι κολόνες του μεσαιωνικού κτιρίου, που σηκώνουν το βάρος επτά αιώνων ιστορίας, φιλοξενούν σήμερα σύγχρονες φωτογραφίες, κάποιες από τις οποίες έχουν ληφθεί μόλις 15 ημέρες πριν από τα εγκαίνια της έκθεσης», δήλωσε στους δημοσιογράφους ο Philippe Bélaval. Το πάθος για τη φωτογραφία είναι μια παλιά ιστορία για τον Νίκο Αλιάγα. «Αρχισα να φωτογραφίζω με μια αόρατη μηχανή όταν ήμουν παιδί. Προσπαθούσα να απαθανατίσω οικογενειακές στιγμές με ένα φακό της φαντασίας μου, έτσι ώστε να τις κρατάω για πάντα. Κατάλαβα νωρίς τη στιγμή που περνάει και χάνεται. Οταν ο πατέρας μου συνειδητοποίησε τι μου συνέβαινε, μου χάρισε μια μικρή Κodak, που έκανε κλικ κλακ· πρέπει να ήμουν 10 χρονών. Φωτογράφιζα ασταμάτητα τους δικούς μου ανθρώπους για πολλά χρόνια, γιατί φοβόμουν πως μια μέρα θα μεγάλωνα, κι αυτοί μαζί μου. Δεν ήθελα να τους φυλακίσω στο κάδρο, ήθελα να τους θυμάμαι νέους στη φωτογραφία». Οταν άρχισε να εργάζεται, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, οι ρόλοι άλλαξαν. Βρέθηκε μπροστά από το φακό και οι φωτογραφικές μηχανές μπήκαν για λίγο στην άκρη. Με τα smartphones και την έκρηξη των κοινωνικών δικτύων, η ανάγκη της φωτογραφίας ξεπήδησε ξανά. «Τη φωτογραφία, πια, που τραβάς για να τη μοιραστείς με τους άλλους, για τους άλλους, για να τους θυμάσαι», συμπληρώνει. Ο ιός είχε επανέλθει.«Φωτογραφίζω κυρίως ανθρώπους – είτε είναι αναγνωρίσιμοι είτε όχι, για μένα είναι το ίδιο. Οσα δεν λένε οι λέξεις τα εκφράζει ένα πρόσωπο ή ένα σώμα. Αναζητώ αυτό που δεν λέει μια φωτογραφία εκ πρώτης όψεως, αλλά που λένε τα μάτια, για να σας δώσω ένα παράδειγμα. Το ορατό, τελικά, γίνεται το πρόσχημα για να κατανοήσεις λίγο καλύτερα το αόρατο ενός ανθρώπου. Δεν κρύβονται τα συναισθήματα, μόνο μοιράζονται. Και ο φακός τα βλέπει όλα». Η έκθεση προτείνει ένα ταξίδι στο χώρο και το χρόνο. Από την Κούβα στο Μεσολόγγι, από την Ισλανδία στη Νάξο, από το Παρίσι στον Μαυρίκιο, άνθρωποι που δεν γνωρίζονται, δεν έχουν φαινομενικά τίποτα το κοινό, αλλά που εκφράζουν ο καθένας τη δική του ιστορία με κοινό παρονομαστή την αυθεντικότητα.Η φωτογραφική δουλειά του Νίκου Αλιάγα δεν πέρασε απαρατήρητη από το γαλλικό υπουργείο Πολιτισμού και τον Philippe Bélaval. Οι τακτικές δημοσιεύσεις του στο περιοδικό Paris Match αλλά και οι αναρτήσεις του στα κοινωνικά δίκτυα κέντρισαν το ενδιαφέρον. Ο Νίκος Αλιάγας έχει πολύ ισχυρή παρουσία τόσο στο Instagram (425.000 followers) όσο και στο Flickr με 27 εκατομμύρια επισκέψεις. «Μου πρότειναν να παρουσιάσουμε 10 μεγάλα ασπρόμαυρα έργα (3,5 μέτρα επί 2,20) φωτισμένα από μέσα, σε κάδρο που σχεδίασε ο Christophe Martin, ο αρχιτέκτονας που σχεδίασε όλα τα έργα της μεγάλης έκθεσης του Yves Saint Laurent, και να τα στήσουμε στην Concierge. Για μένα ήταν σημαντική πρόκληση, καθώς ο χώρος, εκτός από επιβλητικός, είναι φορτωμένος με μνήμες της γαλλικής ιστορίας. Οι άνθρωποι γράφουν την Ιστορία, έτσι κι εγώ θέλησα να παρουσιάσω ανθρώπους του 21ου αιώνα μέσα από τα βλέμματα και τα σώματά τους. Ψυχές που αναρωτιούνται, ελπίζουν και φοβούνται». Μετά το Παρίσι η έκθεση θα ταξιδέψει στη νότια Γαλλία, σε ένα εξίσου παλιό μνημείο κοντά στην Αβινιόν.
Στην έκθεση συνυπάρχουν ψαράδες της Υδρας με τον Ουμπέρτο Εκο, τον Ντάστιν Χόφμαν και τον Αλαν Ρίκμαν. Ή ο Σον Πεν με τα σκαλισμένα χέρια ενός ράπερ, το κατανυκτικό βλέμμα ενός μοναχού σε ένα μοναστήρι της Αμοργού, τα ταλαιπωρημένα σώματα στα λασπόλουτρα του Μεσολογγίου και με τον δάσκαλό του στη φωτογραφία Βασίλη Αρτικό. «Δεν με συγκινεί η επωνυμία των διάφορων σταρ που συναντώ στο πλαίσιο της δουλειάς μου», λέει στο «Κ» ο Νίκος Αλιάγας. «Με συγκινεί η ανθρώπινη υπόστασή τους. Για μένα δεν υπάρχουν ερωτήσεις, δεν είσαι τελικά αυτό που δηλώνεις, αλλά αυτό που δεν λες, γιατί απλούστατα φαίνεται». Με την έκθεση θέλησε να τιμήσει και τον πατέρα του, τον Ανδρέα Αλιάγα, που μετανάστευσε με μια βαλίτσα το 1964 στο Παρίσι. «Στη φωτογραφία χαμογελάει και φοράει ένα ψάθινο καπέλο – πάντα διακρίνω τον νόστο στο πρόσωπό του, ακόμα κι όταν γελάει. Νομίζω ότι αυτόν τον νόστο αναζητώ στους ανθρώπους, μια σπιθαμή μελαγχολίας που έχουμε όλοι στα μάτια και που εγώ αισθάνομαι ότι την κληρονόμησα από τον ξενιτεμένο πατέρα μου».Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ”