Γράφει ο Γιάννης Μακρυγιάννης

 

Ο Παύλος Πολάκης και ο στιχουργός Νίκος Μωραΐτης είχαν μία ενδιαφέρουσα αντιπαράθεση στο X τη νύχτα, δίνοντας μία εξόχως αποκαλυπτική συνέχεια στη σφοδρή διαμάχη που έχει ξεσπάσει στον ΣΥΡΙΖΑ για το εάν έπρεπε μετά την έγκριση της πρότασης μομφής να παυθεί από πρόεδρος ο Στέφανος Κασσελάκης ή να παραμείνει στη θέση του (έστω και τύποις όπως παραδέχθηκε ο βουλευτής Θεόφιλος Ξανθόπουλος), τουλάχιστον μέχρι το συνέδριο, το οποίο και πρέπει να επικυρώσει τη σχετική απόφαση.

Αφορμή στάθηκε η τοποθέτηση του συνταγματολόγου Ξενοφώντα Κοντιάδη, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι το «ναι» στην πρόταση μομφής κατά Κασσελάκη δεν σημαίνει και αυτόματη έκπτωση από το αξίωμά του.

Ο κ. Μωραΐτης επικαλείται στην ανάρτησή του ακριβώς αυτή την τοποθέτηση του κ. Κοντιάδη (έγκριτος συνταγματολόγος και πάντως όχι φίλος του κ. Κασσελάκη) και καλεί τον κ. Πολάκη να πάρει θέση.

Ο Χανιώτης βουλευτής αφού απορρίπτει την άποψη του κ. Κοντιάδη με την ρητορική απορία «από πότε τα καταστατικά των κομμάτων τα εξηγούν συνταγματολόγοι;»δίνει τη δική του «νομική» ερμηνεία με ένα ερώτημα, απευθυνόμενος στον κ. Μωραΐτη: «Αλλά για να σε βοηθήσω, αν γίνει μομφή σε υπουργό και περάσει από τη βουλή θα παραμείνει στη θέση του;».

Αν αντιπαρέλθει κανείς το αντιφατικό του πράγματος που παρατηρεί στην ανάρτηση (από τη μία απορρίπτει τους συνταγματολόγους και από την άλλη επικαλείται το κορυφαίο συνταγματικό κείμενο της χώρας), αποδεικνύεται καταφανώς η λάθος βάση επί της ουσίας ερμήνευσαν την πρόταση μομφής κατά του κ. Κασσελάκη στον ΣΥΡΙΖΑ.

Ορθώς ο κ. Πολάκης λέει ότι ένας υπουργός μόλις η Βουλή ψηφίσει μία πρόταση μομφής εναντίον του εκπίπτει της θέσης του.

Γιατί όμως δεν μπορεί να ισχύει το ίδιο στον ΣΥΡΙΖΑ με την έγκριση πρότασης μομφής κατά του προέδρου από την κεντρική επιτροπή;

Διότι υπάρχει μία θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στα δύο όργανα:

Η Βουλή αίρει την πρόταση εμπιστοσύνης που η ίδια έδωσε στον υπουργό. Η ίδια, όχι άλλο σώμα. Δηλαδή, η Βουλή μπορεί να άρει την εμπιστοσύνη της, επειδή αυτή την έδωσε (άρθρο 84 Συντάγματος, για τις Σχέσεις Βουλής και Κυβέρνησης).

Η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ όμως δεν έχει δώσει καμία ψήφο εμπιστοσύνης στον Πρόεδρο του κόμματος. Ο Πρόεδρος του Κόμματος δεν είναι στη θέση του χάρις σε κάποια ψήφο εμπιστοσύνης από την κεντρική επιτροπή. Εκλέγεται απευθείας από το εκλογικό σώμα της βάσης του κόμματος. Η κεντρική επιτροπή είναι παράλληλο όργανο, που επίσης εκλέγεται από τη βάση, αλλά δεν εγκρίνει την τοποθέτηση του Προέδρου στη θέση του, όπως κάνει η Βουλή με τους υπουργούς της κυβέρνησης.

Τι μπορεί να κάνει η κεντρική επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ εκ του καταστατικού; Να άρει τη δική της εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του προέδρου και να οδηγήσει τη διαδικασία για την έκπτωσή του, την οποία επιθυμεί, στο έκτακτο συνέδριο. Το έκτακτο συνέδριο κρίνει τις αποφάσεις της κεντρικής επιτροπής. Μπορεί να εγκρίνει, να απορρίψει, ακόμα και να… παύσει την ίδια την κεντρική επιτροπή και να προκηρύξει εκλογές για την ανάδειξη νέας.

Άρα, εδώ υπάρχουν δύο «παράλληλα» τρόπον τινά όργανα (Πρόεδρος και Κεντρική Επιτροπή), που έχουν εκλεγεί από τη βάση και οφείλουν να συνεργάζονται προφανώς.

Η κεντρική επιτροπή λειτουργεί εκ του καταστατικού και ως «εξισορροπητικός παράγοντας» των εξουσιών στον ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να μην είναι παντοκράτορας ο πρόεδρος (εξ ου και έχει τη δυνατότητα πρότασης μομφής στο πρόσωπό του, προκαλώντας έκτακτο συνέδριο, ώστε να λυθεί η αδυναμία συνύπαρξης), αλλά δεν προβλέπεται πουθενά ρητά ότι μπορεί να τον καθαιρέσει – ούτε αυτόματα, ούτε μόνη της. Απαιτείται έγκριση του ανώτερου οργάνου (συνέδριο), όπως λέει ο κ. Ξανθόπουλος και στη συνέχεια προσφυγή στη βάση, εφόσον αυτό κριθεί τελικά.

Είναι καταφανές ότι άλλο ο «υπουργός», που λέει ο κ. Πολάκης και άλλο ο «πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ».

Και επειδή ο κ. Πολάκης δεν μπορεί να μην γνωρίζει τη διαφορά, είναι μάλλον πιθανόν να έχουν δίκιο όσοι μιλούν για τεχνητά διαστρεβλωμένη ερμηνεία των καταστατικών προβλέψεων αυτή την περίοδο στον ΣΥΡΙΖΑ.

Οι ερμηνείες που δίνονται στο καταστατικό από την ομάδα που πρωτοστάτησε στην πρόταση μομφής είναι τουλάχιστον στον αέρα και λάθος, όπως επισημαίνουν έγκριτοι νομικοί.

Και είναι επίσης καταφανές ότι δίδονται νομικές ερμηνείες από ευθέως εμπλεκόμενους παράγοντες, μέλη της κεντρικής επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ που ουδεμία σχέση έχουν με την αναγκαία ουδετερότητα και αντικειμενικότητα, καθώς παίρνουν θέση (ενίοτε και φανατικά) στη διαμάχη που έχει ξεσπάσει.

ΥΓ: Κατανοώ την γενικότερη πολιτική προσέγγιση. Σεβαστή θα έλεγα. Αλλά τα θέματα δημοκρατίας δεν μπορεί να καθορίζονται από πολιτικές επιδιώξεις. Ούτε και από την άποψη για τα πρόσωπα.

 

Πηγή: topontiki.gr