Γράφει ο Θεόδωρος Βλαχόπουλος
Θεολόγος
Προ ημερών στο Γραφείο ενός φίλου μου είδα σε φωτογραφία το πρόπλασμα του ανδριάντος του αειμνήστου – Επισκόπου Ρωγών Ιωσήφ που πρόκειται να κατασκευασθή για να τοποθετηθή στον ανεμόμυλο ή κάπου εκεί κοντά που ανατινάχθηκε μαζί με τα μαζεμένα εκεί γυναικόπαιδα της περιοχής για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων κατά την Έξοδο των Ελευθέρων Πολιορκημένων του Μεσολογγίου, με την ευκαιρία του εορτασμού των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821.
Το πρόπλασμα, όπως εγώ τουλάχιστον το είδα στη φωτογραφία παρουσιάζει ελλείψεις και χρειάζεται συμπλήρωμα και τροποποιήσεις. Δείχνει ένα σύγχρονο παχουλό, καλοθρεμένο, γεροδεμένο και καμαρωτό Δεσπότη που στο ένα του χέρι κρατάει τη Ποιμεντορική ράβδο, σύμβολο εξουσίας και στο άλλο τον Τίμιο Σταυρό χωρίς τίποτε άλλο. Δεν δείχνει τον ηρωϊσμό και τον χαρακτήρα του μακαριστού Επισκόπου. Έτσι καμμία απολύτως σχέση και ομοιότητα δεν έχει με τον μπαρουτοκαπνισμένο, λιπόσαρκο, νηστικό, πεινασμένο και άυπνο Ιεράρχη που συνεχώς παρ’ όλη τη κόπωση και ταλαιπωρία με το Άγιο ποτήριο της Ζωής στα χέρια να τρέχη στις ντάπιες και το τείχος του φράχτη για να κοινωνήση και εμψυχώση τους γενναίους αγωνιστάς που με την ψυχή στο στόμα και μπροστά στις μπούκες των κανονιών να μάχωνται υπέρ πίστεως και Πατρίδας. Άλλωστε γι’ αυτό το λόγο ο ατρόμητος Επίσκοπος ήρθε στο Μεσολόγγι. Ήρθε να αγωνισθή και αυτός για του Χριστού την πίστη την Αγία και της Πατρίδος την ελευθερία. Δεν ήρθε για να διοικήση με λόγια και με λεκτικές παπαρούνες αλλά με έργα. Δεν τον έφεραν, ήρθε μόνος του αυτόβουλα και στο τέλος απέδειξε το πιστεύω του με την γενναία εκείνη πράξη.
Το πρόπλασμα, επαναλαμβάνω, όπως είναι κατασκευασμένο είναι απαράδεκτον. Αποτελεί βεβήλωση της Ιστορίας, προσβολή και βλασφημία προς το πρόσωπον του μακαριστού Ιεράρχη και απαξίωση του τόπου, όπου πρόκειται να τοποθετηθή. Θα πρέπη λοιπόν επάξια να τονισθή το πιστεύω και αι πράξεις του. Που είναι το δαβλί – δάδα με την οποία δοξάστηκε και υμνείται; Πως ο κάθε επισκέπτης – προσκυνητής της Πόλης θα μπορέση να καταλάβη, ότι ο ανδριάντας που βλέπει μπροστά του είναι η μορφή του ήρωα – Επισκόπου Ιωσήφ Ρωγών και δεν είναι κανενός άλλου επιχωρίου επισκόπου, όταν λείπη από το χέρι του η πολυθρύλητος δάδα – δαβλί; Πάλι αφού δεν ήταν Μητροπολίτης αλλά Επίσκοπος δεν αρκεί να κρατεί στο άλλο του χέρι τον Τίμιο Σταυρό; Η ράβδος της εξουσίας τι θέση έχει; Όπως δεν έχει θέση και η μίτρα. Αυτή είναι λειτουργικόν άμφιον και φοριέται, όταν ο Επίσκοπος ή Μητροπολίτης λειτουργή. Ιδού οι λόγοι για τους οποίους χρειάζεται τροποποίηση το έργον. Όσον δε αφορά τον ισχυρισμόν, ότι δεν υπάρχει χρόνος τονίζω. Διακόσια ολόκληρα χρόνια ο μάρτυρας Ιεράρχης ήταν λησμονημένος και λίγος χρόνος δεν βρίσκεται; Αυτό με βάζει σε σκέψεις. Γιατί η βιαστική αυτή ενέργεια; Τι σκοπό έχει; Τι κρύβεται πίσω επ’ αυτή; Τι συμβαίνει; Μήπως γίνεται προς το «θεαθήναι τοις ανθρώποις» και χάριν άλλου σκοπού, την κάληψιν ακαλύπτων; Εάν έτσι έχουν τα πράγματα «Μακράν οι βέβηλοι». Έμαθαν ότι κάτι πρόκειται να γίνη και έσπευσαν ως συνήθως να το καπηλώσουν. Τα ακάλυπτα όμως δεν καλύπτονται με φιέστες, παράτες, αγάλματα, λάβαρα, σημαίες, λόγους δακρύβρεκτους, μουσικές και δεξιώσεις. Καλύπτονται με την πραγματική μετάνοια. Μετά από αυτά επανερχόμενος φρονώ ότι το πρόπλασμα θέλει μελέτη και ανακατασκευή.
Ο Απόστολος Παύλος μεταξύ των άλλων παρακαταθηκών που μας άφησε τονίζει. «Απόδοτε ούν πάσι τας οφειλάς, τω τον φόρον, τον φόρον, τω το τέλος το τέλος, τω τον φόβον, τον φόβον, τω την τιμήν, την τιμήν» (Ρωμ ιγ 8), «κατεργάζεσθε το καλόν» (Ρωμ. ζ 16), «καλών έργων προϊστασθε» (Τίτον γ 4), «το καλόν ουκ έστι καλόν, εάν μη καλώς γένηται».
Κάτι παρόμοιο όμως δεν έγινε, όταν μερικοί ευσεβοφανείς, αλλ’ αδαείς προέβησαν εις την βέβηλο πράξη και έβαψαν χρυσό τον ανδριάντα του Αγίου Κοσμά τον Αιτωλού που κατασκευάσθηκε από τον μακαριστό και σεμνό Μητροπολίτη των έργων τον αείμνηστον ΘΕΟΚΛΗΤΟΝ και είναι τοποθετημένος στον περίβολο χώρο του Ιερού Προσκυνήματος της Αγίας Ελεούσης; Με την άστοχη αυτή ενέργεια ο συντοπίτης μας ο Άγιος των Σκλάβων, ο Ιερομάρτυρας, Εθνομάρτυρας και Ιεραπόστολος Κοσμάς εμειώθη, υποβιβάσθη και εξομοιώθη με τα ξόανα του Βούδα του Βραχμανισμού. Αυτά και μόνον τα ξόανα είναι χρυσά. Σε ποιον όμως να τα γνωρίσει κανείς αυτά, όπως και πολλά άλλα όταν οι αρμόδιοι δεν μπορούν να καταλάβουν; Παρ’ όλ’ αυτά ευελπιστώ ότι εδώ κάτι θα γίνη.






