Γράφει ο Βασίλης Μπρούμας

Υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος Μεσολογγίου

με τον συνδυασμό ΑΝΤΑΜΑ, επικεφαλής υποψήφιος δήμαρχος Παναγιώτης Κατσούλης 

Τα σταθερά και αποφασιστικά βήματα και ο εκκωφαντικός  θόρυβος της ορμητικής εκλογικής επέλασης του υποψήφιου Δημάρχου Πάνου Κατσούλη γεννούν ικανοποίηση, ενθουσιασμό, ελπίδα  και προσδοκίες σε ένα μεγάλο μέρος των δημοτών. Όλοι ψάχνουν απεγνωσμένα για μια θετική διέξοδο, για μια αχτίδα φωτός μέσα στα γενικότερα αλλά και τα τοπικά δυσάρεστα  συμβαίνοντα ιδιαίτερα των τελευταίων μηνών και της κάθε μέρας.

Υπάρχουν, όμως, και αυτοί που δεν αισθάνονται καθόλου καλά τελευταία. Είναι όσοι φοβούνται πως από την ακατανίκητη δύναμη του Κατσούλη θα χάσουν την εξουσία και τα λεφτά τους, όσοι αρχίζουν να ιδρώνουν στην ιδέα ότι θα υποστούν μεγάλη ψυχρολουσία, απογοήτευση και ναρκισσιστικό πλήγμα και θα μείνουν με τις  βασανιστικές  απωθημένες επιθυμίες, τα σκοτάδια της ψυχής τους, γραφικές έως επικίνδυνες πολιτικές καρικατούρες, εκείνοι που θα μείνουν νηστικοί χωρίς την κουτάλα.

Ανησυχούν, επίσης,  για την επικείμενη συντριβή τους από τον «τυφώνα» Κατσούλη κι εκείνοι που βλέπουν «λάσπες» και «ανεμιστήρες» παντού, κυλιόμενοι ταυτόχρονα στα σκουπίδια  [γιατί άραγε, είναι στη… «φύση» τους;], παραμένοντας αδιόρθωτοι εκκωφαντικοί αλαζόνες.  Αποκαλύπτοντας τον  αποκρουστικό χαρακτήρα  τους.

Τους τελευταίους, προφανώς, οι καθηγητές τους δεν τους ενημέρωσαν ότι η αλαζονεία είναι ύβρις που τιμωρείται. Γιατί υποκαθιστά τη γνώση και την αίσθηση του μέτρου. Και τυφλώνει την όραση και τον νου.  Σαν δεν ντρέπονται όλοι τους. Πουκάμισα αδειανά. Έχουν μπερδέψει τη δημοτική πολιτική με τα σχολικά προγράμματα κινητικότητας και εξωστρέφειας.

Όλοι οι προηγούμενοι αποτελούν μέρος του προβλήματος του Δήμου, και όχι της λύσης του. Μπορεί να εμπιστευτεί κανείς ένα τέτοιο άτομο, από τις παραπάνω κατηγορίες, για δήμαρχο; Και, ταυτόχρονα,  τα σιχαμερά και  κατάπτυστα ποντίκια, έχουν τεντώσει  τα αυτιά τους για να πιάσουν τους υπόκωφους θορύβους και στέκουν τρομαγμένα και ακίνητα κι αυτά για να δουν τι θα συμβεί, μέχρι να ξαναμπούν στις τρύπες τους φυσικά.

Θλίψη για την ποιότητα της μεσολογγίτικης δημοτικής πολιτικής. Η κατάσταση είναι απερίγραπτη. «Η φρίκη δεν κουβεντιάζεται γιατί είναι ζωντανή, γιατί είναι αμίλητη και προχωράει» (Γ. Σεφέρης). Δεν επιτρέπεται να κανονικοποιήσουμε τη φρίκη και να νομιμοποιήσουμε την εγκληματική ανικανότητα εδώ.

Πέρασε ένα καλοκαίρι που τα γεγονότα τα οποία άφησε πίσω είναι τόσο πυκνά, που σε άλλες εποχές δεν θα τα διανοούμασταν να χωρέσουν ούτε σε μια πενταετία. Αλλά κι αυτά που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια και συνεχίζουν να γίνονται εδώ στον Δήμο μας είναι εν πολλοίς αδιανόητα. Αγγίζουμε την απόλυτη εξαθλίωση ως Δήμος. Η καταστροφή δεν αφορά μόνο άλλους τόπους αλλά είναι ήδη κι εδώ στον δικό μας, έστω με άλλη μορφή.

Η χαρά και το χαμόγελο επισκιάζονται από το σκοτείνιασμα. Για τους νέους τα πράγματα είναι ακόμη πιο απογοητευτικά, το μέλλον  ακόμη πιο αβέβαιο. Γι’ αυτούς ιδιαίτερα τα λόγια είναι ανεπαρκή, αν τελικά δεν γίνουν σχέδιο που θα μπει σε εφαρμογή την επόμενη ακριβώς στιγμή. Το σπουδαίο δεν είναι τι λες, αλλά τι κάνεις.

Η ανάταξη της περιοχής και των πολιτών της αποτελεί συλλογική υπόθεση για την κοινωνία και τον Δήμο, αφού εδώ δοκιμάζεται και ένα ανακλαστικό κοινωνικής συνοχής. Η υπάρχουσα δημοτική Αρχή, όμως, είναι διαπιστωμένα ανίκανη και ακατάλληλη γι’ αυτόν τον ανασχεδιασμό. Δεν ξέρει τη δουλειά, πρέπει να φύγει. Αυτοκαταστροφική η ψήφος σ’ αυτή. Η δική μας έμφαση είναι στο μοντέλο πολιτικής προστασίας, στην ανάσχεση της ταπείνωσης και της περαιτέρω φτωχοποίησης, και στην καθημερινότητα του πολίτη. Με ιδιαίτερη την αίσθηση του χρέους να λέμε την αλήθεια.

Ο Κατσούλης  έχει δείξει έργο μεγάλης πνοής και δύναμης που αριστεύει. Μια αναπάντεχα φωτεινή εξαίρεση σε ό,τι άλλο έχει υπάρξει, υπάρχει  ή δεν έχει γίνει. Προσωπικότητα με ψυχικό και διανοητικό σθένος, αλλά κι αυτή τη λάμψη που εκπέμπει, τη σιγουριά  και το χάρισμα της ασφάλειας, της γνώσης και της αυτοπεποίθησης. Με οξυδέρκεια και μαστοριά και, κυρίως, την ικανότητα να αφουγκράζεται την εποχή του.

Η αξία του Κατσούλη  ως αυτοδιοικητικού και επιστήμονα βρίσκεται στην απαράμιλλη σοβαρότητα, την ακρίβεια και την ακεραιότητα με τις οποίες στέκεται  απέναντι σε όλα τα προβλήματα του πεδίου του. Διδάσκει εντιμότητα, ήθος και κοινωνική συνείδηση. Αποτελεί παράδειγμα θάρρους, δύναμης για δράση, πολιτικής ικανότητας και λογικής σε μια κρίσιμη στιγμή για τον Δήμο.

«Παράταιρος ο λόγος ο δυνατός / μέσα σε μια πολιτεία που σωπαίνει» (Γιάννης Ρίτσος). Τώρα όμως  κρίνονται όλα τα όμορφα λόγια που είπαμε, που γράψαμε, που ακούσαμε, που διαβάσαμε. Κρίνονται και οι επιλογές μας: σε ανθρώπους, σε ιδέες και ιδανικά.

Κρίνεται και ο τρόπος που μεταβολίζουμε την καθημερινότητα. Ίσως ήρθε επιτέλους αυτή η τόσο χιλιοτραγουδισμένη στιγμή «για ν’ αποφασίσουμε με ποιους θα πάμε και ποιους θα αφήσουμε». Με αυτούς που είναι βουτηγμένοι μέχρι τον λαιμό στις λάσπες,  στους εκβιασμούς, στα τσουβάλια με τις  ελιές και στα τενεκέδια με τα λάδια ή με αυτούς που τους θρέφουν οι στίχοι των ποιητών, οι στοχασμοί των φιλοσόφων, το μέτρο και η αρμονία;

Η κοινωνία έχει ήδη αποφασίσει. Ο Κατσούλης έρχεται! Βαράτε βιολιτζήδες και… λυράρηδες!…